Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Οι Απόστολοι

Η Επανάσταση, η κάθε επανάσταση ,είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση και όταν μάλιστα αντιμετωπίζουμε μια επιτυχημένη επανάσταση όπως η ελληνική του 1821,τότε η προσέγγιση μας πρέπει να γίνεται με υψίστη σοβαρότητα. Όλες οι σημαντικές Επαναστάσεις στην Ιστορία, ήσαν προϊόν της παρέμβασης και της δράσης ενός πυρήνα διαφωτιστών-διανοούμενων , που ανήκαν στην «κοινωνική πρωτοπορία» της εποχής τους, και οι οποίοι μπορούσαν να «παράξουν ιδεολογία».

Ο συγγραφέας του σεναρίου για τη γέννηση της ελληνικής επαναστατικής οργάνωσης στην Οδησσό, ο Ξάνθος έγραφε το 1845 στα απομνημονεύματά του, ότι « είχε ελεύθερες ιδέες και έτρεφε μίσος κατά της τουρκικής τυραννίας» έτσι ώστε μόλις μυήθηκε στην «Εταιρία των ελεύθερων Κτιστών», στη στοά της Λευκάδας , «συνέλαβε αμέσως την ιδέα, ότι μπορούσε να δημιουργηθεί μια μυστική εταιρία που θα ακολουθούσε τους κανόνες των ελεύθερων Κτιστών , η οποία θα συνένωνε τους καπετάνιους αρματολούς πού ήσαν στην Ελλάδα και αλλού, τους επίσημους, τους ομογενείς πάσης τάξεως για να δράσουν όταν δινόταν η ευκαιρία για την απελευθέρωση της πατρίδας». Όλες επομένως, οι αντικειμενικές προϋποθέσεις, οι δυνάμεις στις οποίες θα στηριζόταν η επανάσταση, του κατέβηκαν στο κεφάλι διά « τεκτονικής επιφοιτήσεως». Προφανώς έγινε ένα «τεκτονικό θαύμα».Το υπέρτατο Ον, παρουσιάστηκε στον Ξάνθο, στην στοά της Λευκάδας, όπως είχε παρουσιαστεί στον Απόστολο Παύλο, και τον « φώτισε». Ίσως μάλιστα θα έπρεπε να έχει καθιερωθεί και ο εορτασμός της « Πεντηκοστής» της Λευκάδας.
Επιστρέφοντας στην Οδησσό ο «πεφωτισμένος» βρήκε δύο άλλους πρωτοπόρους τον Τσακάλωφ και τον Σκουφά και ίδρυσαν την οργάνωση.
Ο σχηματισμός του επαναστατικού πυρήνα όμως δεν αρκεί από μόνος του, για να κάνει την «ιδέα» κτήμα των λαϊκών μαζών. Αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά ,τότε σε κάθε καφενείο των Κοινοτήτων της Ελληνικής διασποράς θα είχαμε και από μια «Φιλική Εταιρία» και θα είχαν γίνει 40 επαναστατικά κινήματα και όχι ένα.
Ο σχεδιασμός μιας επανάστασης, εκτός από την «ιδέα», την απόφαση, και τους όρκους για «τη θυσία», προϋποθέτει, την σωστή εκτίμηση και εκμετάλλευση των αντικειμενικών συνθηκών αφ’ενός και τη συγκρότηση αφ’ ετέρου του υποκειμενικού φορέα της επανάστασης, ενός μόνιμου επαναστατικού μηχανισμού δηλαδή, με ανθρώπους που θα ζουν και θα αναπνέουν, μόνο για τον «μεγάλο σκοπό».Επανάσταση με ερασιτέχνες δεν γίνεται. Χρειάζονται «επαναστάτες μόνιμης και διαρκούς απασχόλησης», χωρίς δεσμεύσεις, και χωρίς οικογενειακά βάρη. Άνθρωποι με ικανότητες, που θα εγκαταλείψουν τις δουλειές τους και θα ζήσουν με ότι μπορεί να προσφέρει η οργάνωση. Τα ικανά και «επαγγελματικά», μαζικά στελέχη θα σπείρουν την επανάσταση ανάμεσα στους ανθρώπους, και όχι οι καθοδηγητές της οργάνωσης, των οποίων το καθήκον είναι να καθοδηγούν την παρέμβαση των «μαζικών» στα πολιτικά γεγονότα και να επεξεργάζονται τα ισχυρά πολιτικά μηνύματα , που θα παρασύρουν, πρώτα τα μέλη που πίστεψαν στην ιδέα της οργάνωσης και μετά τις Μάζες. Ο Τσακάλωφ και ο Σκουφάς ταιριάζουν απόλυτα στην περιγραφή που κάναμε των επαγγελματικών στελεχών όπως και ο Αναγνωστόπουλος . Ο Ξάνθος όμως, που όπως είδαμε εργαζόταν στο κατάστημα του Λεμονή και παντρεύτηκε το 1817, έγινε
επαναστάτης μόνο το 1818 οπότε και παράτησε την οικογένειά του στην Οργάνωση και στις φροντίδες του Π .Σέκερη.
Τα επαγγελματικά στελέχη, οι «μαζικοί» , τον 19ο Αιώνα, λέγονταν Απόστολοι, και ταξίδευαν πολύ, πηγαίνοντας όπου τους καλούσε το χρέος, συνέλλεγαν πληροφορίες, χαρτογραφούσαν, έκτιζαν σχέσεις, έστρωναν δίκτυα, μετέφεραν μηνύματα, και ήξεραν να κρύβονται, να παρουσιάζονται με διαφορετικές ιδιότητες, και να αποφεύγουν τις «αρπάγες της εξουσίας». Τέτοιοι Απόστολοι ήσαν ο Γαλάτης, ο Τσακάλωφ, ο Σκουφάς, ο Αναγνωστόπουλος, ο Αριστείδης Παπά ,ο Περραιβός ,
ο Ηπίτης ,ο Δικαίος και ο Ξάνθος.

Σε αυτήν την πρώιμη εποχή των πολιτικών οργανώσεων, οι δρόμοι των
« αποστόλων» των επαναστατικών οργανώσεων, διασταυρώθηκαν συχνά με τους «κατασκόπους» , τους κρατικούς πράκτορες, με τους οποίους έκαναν πάνω κάτω την ίδια δουλειά.

Ένας σημαντικός «κλάδος» κρατικών αποστόλων ήσαν οι «περιηγητές», τους οποίους έμπασε μαζικά στην εξωτερική της πολιτική, πρώτη η Αγγλία, τον 18ο αιώνα, , εξαπολύοντας τους σ’ όλο τον κόσμο, για να συλλέγουν πληροφορίες και γνώσεις, και να δημιουργούν δίκτυα «φίλων της Μ. Βρετανίας»..Οι «περιηγητές», επιλέγοντο μεταξύ των «ταλαντούχων» αριστοκρατών, των επιστημόνων από «τζάκι», και των στρατιωτικών. Κάποιοι από αυτούς εκμεταλεύοντο την «αποστολή» για τη δική τους επιστημονική έρευνα. Άλλοι μετά από χρόνια τύπωναν βιβλία « ταξειδιωτικών εντυπώσεων». Η βασική δουλειά πάντως των περιηγητών, ήταν η κατασκοπία και η συλλογή πληροφοριών. Το αγγλικό «παράδειγμα» ,ανταγωνίστηκαν οι Γάλλοι , και με λιγότερη επιτυχία Ρώσσοι και οι Αυστριακοί. Τα κράτη αυτά, όπως και στην εποχή μας, χρησιμοποιούσαν παράλληλα και τις διπλωματικές τους υπηρεσίες για την βραχυπρόθεσμη συλλογή πληροφοριών αλλά και για «ειδικές επιχειρήσεις». «Σταθμάρχες», ήσαν οι εκατοντάδες πρόξενοι που διορίζονταν κυρίως στα λιμάνια. Οι πρόξενοι του 19ου αιώνα ήσαν ταυτόχρονα, διπλωμάτες και κατάσκοποι.
Η οργάνωση που προετοίμασε τήν Ελληνική Επανάσταση στηρίχθηκε τόσο στους δικούς της «απόστολους της επανάστασης», όσο και στους προξενικούς πράκτορες της Ρωσσίας που τους διόριζε ο Καποδίστριας, πολλοί από τους οποίους ήσαν διπλοί πράκτορες. Είναι χαρακτηριστική η διασταύρωση στο Ιάσιο των δύο μηχανισμών, όπου ένας επαναστάτης απόστολος, ο Γαλάτης, στρατολόγησε στην Εταιρία των Φιλικών, έναν Ρώσσο πράκτορα, τον υπάλληλο του ρωσσικού προξενείου, Λεβέντη.

Ο Έλληνας.

Βρισκόμαστε ακόμα στα πρώτα βήματα προς την «αντίθετη κατεύθυνση»,όπως μας συμβούλευσε ο Φιλήμων, αλλά αφού συναντήσαμε τον Γαλάτη ας μείνουμε λίγο σ’ αυτόν αφού είναι ο πρώτος καθαρά επαγγελματίας επαναστάτης που συναντάμε. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Ιθάκης και σπούδασε , στο «εργοστάσιο παραγωγής Ελλήνων»,το Γυμνάσιο στις Κυδωνίες. Η επαναστατική του εκπαίδευση έγινε στην Κέρκυρα. Ευτυχώς για την ιστορία, συνελήφθη δύο φορές και είχε δώσει καταθέσεις. Το 1816 στην Κέρκυρα, στον Μέιτλαντ, και το 1817 στην αγία Πετρούπολη, στον αστυνομικό διοικητή της τσαρικής πρωτεύουσας, στρατηγό Ιωάννη Γογόλη, και έτσι μέσα από αυτές μπορούμε να μάθουμε περισσότερα. Η προσωπικότητα, του Νικόλαου Γαλάτη, που γεννήθηκε το 1792 στην Ιθάκη, είναι ένα από τα κλειδιά που θα μας βοηθήσουν στην ανίχνευση, της πραγματικής ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης.
,

Στην Αγία Πετρούπολη (1 Γκριγκόρι Αρς ) τον ρωτούν στις 14 ή 15 Φεβρουαρίου 1817 : «Δώστε μας μια περιγραφή της ζωής σας» και απαντά: «Μόλις τελείωσα τις μελέτες μου ταξίδεψα επί τρία χρόνια στην Ελλάδα, και έκανα μερικές επισκέψεις στη Μικρά Ασία. Σκοπός μου ήταν να διευρύνω τις γνώσεις μου και να τελειοποιήσω τις σπουδές μου. Στο τέλος των περιοδειών μου, έφθασα πέρσι το Φεβρουάριο στην Κέρκυρα όπου θεωρήθηκα ύποπτος από την αγγλική κυβέρνηση, επειδή οι δαπάνες του ταξειδιού μου υπερέβαιναν τις δυνατότητες των γονέων μου και τις δικές μου.»
Όπως βλέπουμε θεωρήθηκε ύποπτος γιατί ταξίδευε πολύ και οι Άγγλοι θέλησαν να εξακριβώσουν αν ήταν κατάσκοπος η επαναστάτης. Σε ερώτηση για το που σπούδασε απαντά: «Στο γυμνάσιο της Σμύρνης, και στο ελληνικό γυμνάσιο των Κυδωνιών στην Έφεσο.». Σε ερώτηση για τις δαπάνες των ταξιδιών του απαντά: «Έπαιρνα σημαντικά ποσά από έναν συμπατριώτη μου, που κατά κάποιον τρόπο με είχε προσλάβει να επιχειρήσω αυτό το ταξίδι για την κοινή υπόθεση της πατρίδος μου». Στην κατάθεση του στην αγία Πετρούπολη, ομολογεί επομένως ότι ήταν «Απόστολος» και ότι ταξείδευε για την «κοινή υπόθεση. Άλλωστε δεν είχε και νόημα να το κρύψει, αφού είχε παρουσιασθεί με την πραγματική του ιδιότητα στον Καποδίστρια.
Όταν, τον είχαν ρωτήσει για το ταξείδι του οι Άγγλοι που τον ανέκριναν, στα Επτάνησα , είχε πει ότι έφυγε ,«στις 8 Σεπτεμβρίου 1815 από την Ιθάκη και ως περιηγητής γύρισε όλη την Πελοπόννησο, πήγε στην Αθήνα, όπου έγινε μέλος της Εταιρίας των Φιλομούσων, και από κει γύρισε πίσω, και αφού πέρασε από τη Λευκάδα, κατέληξε στην Κέρκυρα όπου και συνελλήφθη τον Φεβρουάριο του 1816». Ο Άγγλος ανακριτής τον ρώτησε αν υποψιαζόταν για ποιο λόγο τον συνέλαβαν , και Γαλάτης απάντησε ότι, «το μόνο που μπορώ να σκεφθώ, είναι ότι βρισκόμουν στην υπηρεσία του Αλή Πασά». Πραγματικά είχε δουλέψει κοντά στον Αλή για 18 μήνες, σαν γραμματικός. Στην Κέρκυρα τον ρώτησαν και για την «περίφημη» κόκκινη στολή του και απάντησε ότι του είχε επιτραπεί να τη φοράει από τον Αλή Πασά. Περίπου ένα χρόνο μετά στην αστυνομία της Αγίας Πετρούπολης, τον ρώτησαν πάλι για τη στολή του, και απαντά, «Είμαι λοχαγός της Επτανησιακής Εθνοφρουράς». Τη στολή αυτή, την αναγνώρισε ο Καποδίστριας, κατά τη συνάντηση τους, όπως φαίνεται στο υπόμνημά του προς τον Τσάρο Νικόλαο.(1)
Ο Οδ. Δημητρακόπουλος,(1) που πρωτοδημοσίευσε την κατάθεση του Γαλάτη στους Αγγλους, την σχολίασε γράφοντας ότι, μέσα από αυτήν,«αντιλαμβανόμεθα ,το πώς γεννιέται ένας απόστολος».

Στην κατάθεσή του στη ρωσσική αστυνομία δίνει τις ακριβείς ημερομηνίες του ταξιδιού του,στην Ρωσσία. Ξεκίνησε από την Κέρκυρα στα τέλη Μαΐου του 1816 για την Κωνσταντινούπολι όπου έφθασε στις 18 Ιουνίου. 17 ημέρες μετά έφυγε για την Οδησσό όπου έφθασε στις 7 Ιουλίου 1816.
Όταν τον ρωτούν στην Πετρούπολη για τον πραγματικό σκοπό του ταξιδιού του απαντά: «Στη Ρωσσία είμαι έτοιμος να το κάμω, αλλά σας παρακαλώ να σημειώσετε σε άλλο χαρτί το τι θα σας πω γιατί δε θα μπορέσω να υπογράψω ότι σας αποκαλύψω γιατί αυτό θα ήταν αντίθετο με τους πιο ιερούς όρκους μου» Το ανυπόγραφο χαρτί του Γαλάτη, ήταν και η θανατική καταδίκη του που εκδόθηκε την Κέρκυρα, γιατί κατέδωσε στην ρωσσική αστυνομία, την ύπαρξη και λειτουργία της μυστικής οργάνωσης που αποφάσισε τη «λύτρωση της Ελλάδας» .
Ο ανακριτής του Γαλάτη ήταν ο Έλληνας στρατηγός Ιωάννης Γογόλης. Το σημείωμα με τις αποκαλύψεις του Γαλάτη θα το έδωσε προσωπικά στον Καποδίστρια, για αυτό λείπει από τον φάκελο της ανάκρισης που βρίσκεται στα ρωσσικά αρχεία.

Από την ανάκριση στην αγία Πετρούπολη , σημειώνουμε ένα από τα συμπεράσματα του ανακριτή όπως το δημοσίευσε ο Γκ.Αρς. «Κάποιος από τους συμπατριώτες του, τον σύστησε σε μερικά πρόσωπα που ανήκαν σε μια μυστική Εταιρία, της οποίας τα μέλη είναι διασκορπισμένα σε όλη την Ελλάδα, και της οποίας σκοπός είναι να ενεργήσει πάση δυνάμει και με κάθε τρόπο που μπορεί να σκεφθεί, ευθύ ή πλάγιο, για να δημιουργήσει εχθρούς στους Τούρκους και να βοηθήσει τους Έλληνες να καταστούν ανεξάρτητοι από την Πύλη. Ο Γαλάτης έγινε δεκτός από αυτήν την Εταιρία και, αφού προηγουμένως έδωσε τους συνήθεις όρκους, ανέλαβε με διαταγή της να ταξιδέψει σε όλη την Ελλάδα και τις γειτονικές επαρχίες. Αφού πέτυχε κατά την παραμονή του στην Ήπειρο να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Πασά και να αναπτύξει σχέσεις με τον πρίγκιπα Πιέτρο Τζοάννο Μάρκο Καστρίοτι, απόγονο του Σκεντέρμπεη, και αφού προσέφερε πολλές και εξαίρετες υπηρεσίες στην Εταιρία προήχθη σε ανώτερους βαθμούς Κατά τα λεγόμενα του Γαλάτη αυτή η καταχθόνια Εταιρία είναι η πιο τρομερή από τις υπάρχουσες.»

Ας επιστρέψουμε ομως στην ανάκριση του Γαλάτη στην Αγία Πετρούπολη. Ένα μεγάλο ζήτημα που απασχόλησε τους αστυνομικούς ήταν τα όσα είπε σε μία πόρνη της Πετρούπολης η οποία φέρεναι ότι έδινε πληροφορίες και στην αστυνομία και στην αγγλική πρεσβεία . Το σκάνδαλο του Γαλάτη ήταν τα όσα είπε σε αυτήν και όχι κάτι που είπε μεθυσμένος στην ταβέρνα που καθόταν με τον Περραιβό και τον Αργυρόπουλο. Άλλωστε θα ήταν υπερβολική η σύμπτωση να βρίσκεται στην ίδια ταβέρνα, ο πληροφοριοδότης της αγγλικής πρεσβείας. Άρα όσα είπε στη γυναίκα έφθασαν στους Άγγλους. Ο Καποδίστριας το πληροφορήθηκε από τον Ι. Μάνο και για αυτό επενέβη η αστυνομία της Αγίας Πετρούπολης, ανέκρινε τη γυναίκα και συνέλαβε τον Γαλάτη. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι αυτή η «κοινή» γυναίκα απείλησε τον Γαλάτη πως θα τον κατήγγελλε ως ενεχόμενο στην κλοπή δύο βάζων από την αγγλική πρεσβεία. Άρα, θα της είχαν πει να μάθει από τους πελάτες της ,αν ήξεραν κάτι για την κλοπή κι έτσι θα ήξερε την υπόθεση. Η γυναίκα αυτή ,του έκλεψε και τα έγγραφα που είχε μαζί του, και τα οποία είτε τα έδωσε στην αστυνομία είτε της τα κατέσχεσαν. Αλλά ας συνεχίσουμε με την ανάκριση.
Ερώτηση: «Της είπες ότι είσαι μασσόνος;»
Απάντηση: «Με ρώτησε για το δαχτυλίδι που φορούσα και με ρώτησε αν είμαι μασόνος. Της απάντησα καταφατικά. Της είπα ότι στην Εταιρία μας υπήρχαν και γυναίκες. Με ρωτούσε για την Εταιρία μας. Της απαντούσα χωρίς να πω ακριβώς, ότι ήταν του Τάγματος των μασόνων αλλά αφήνοντας περισσότερο να υπονοηθεί ότι ήταν μια άλλη Εταιρία.»
Ο Γογόλης τον ερωτά: «Ποια είναι η Εταιρία στην οποία ανήκει» και Γαλάτης απαντά: «Η Εταιρία στην οποία ανήκω είναι η Ελληνική Εταιρία. Δεν μπορώ να πω το όνομά της εξαιτίας των όρκων που έχω δώσει αλλά το όνομά της βρίσκεται στα χαρτιά που μου κατασχέσατε. Είναι μια Εταιρία εξαπλωμένη στην Ελλάδα και της οποίας υπάρχουν μέλη σε όλες τις άλλες χώρες. Μια Εταιρία πολύ ισχυρή που δεν έχει άλλο σκοπό από την απελευθέρωση της πατρίδος μου από τον τουρκικό ζυγό.»
Ο Γογόλης στη συνέχεια ερωτά ποια είναι τα μέλη της Εταιρίας στην Πετρούπολη και απαντά: «Δεν μπορώ να ονομάσω κανέναν. Ο όρκος μου το απαγορεύει. Δεν ξέρω αν υπάρχουν εδώ, αλλά και αν γνώριζα εδώ κάποια μέλη δε θα σας στο έλεγα. Μετά απ΄ όσα ήδη σας αποκάλυψα δεν είμαι πλέον άξιος να είμαι μέλος της Εταιρίας και ασφαλώς θα βρω το θάνατο.».
Τον ερωτούν για το αν είπε στη γυναίκα-πληροφοριοδότη ότι μεταξύ των Ελλήνων που τον είχε δει να κάνει παρέα, υπήρχε κάποιος που αν του έδινε την εντολή να δολοφονήσει τον Αυτοκράτορα θα το έκανε στη στιγμή. Ο Γαλάτης το αρνήθηκε και είπε ότι βάσει των όρκων του στην Εταιρία ήταν υποχρεωμένος να δολοφονούσε οποιονδήποτε ήταν επικίνδυνος για την Εταιρία και ότι μίλησε γενικά. Πρόσθεσε ότι κάθε μέλος της Εταιρίας θα θυσίαζε όχι μόνο τη ζωή του για το σκοπό της, αλλά και τον πατέρα του και τη μητέρα του και όποιον άλλον ακόμη ήταν εχθρός της. «Της είπα μόνον –προσθέτει- ότι ο Κωνσταντίνος, διπλωματικός ακόλουθος στην αυτού εξοχότητα τον Κόμητα Καποδίστρια, ήταν τόσο πολύ φίλος μου που θα έκανε καθετί που θα του ζητούσα.
Ο Κωνσταντίνος ήταν ο Κωνσταντίνος Καντιώτης, από κερκυραϊκή οικογένεια ευγενών, που πήγε στην Πετρούπολη για να εργαστεί για τον Καποδίστρια. Στους καταλόγους των Φιλικών τον αναφέρουν ως μυηθέντα το 1817 με το ψευδώνυμο Αγαπητός.


Ο Καποδίστριας στο υπόμνημά του τoν Τσάρο Νικόλαο 1826 ανέφερε ότι μελέτησε μαζί με τον Τσάρο Αλέξανδρο τα υλικά που κατέσχε η αστυνομία της αγίας Πετρούπολης από το Γαλάτη και σημειώνει: « η Ρωσία δεν ασκούσε ουδεμία εξουσία επί των ανδρών που αποτελούσαν την μυστική αυτή εταιρία και δεν μπορούσε συνεπώς ούτε να τούς συλλάβει ούτε να τους θέσει υπό παρακολούθηση». Το υπόμνημα του Καποδίστρια δημοσιεύθηκε στα γαλλικά το 1868. Στα ελληνικά δημοσιεύθηκε το 1901 και η πλήρης με υποσημείωσεις έκδοση του έγινε από τον Μιχαήλ Θ. Λάσκαρη.

Είναι απίστευτο, και όμως αληθινό ότι από το 1901, γιατί δεν είναι υποχρεωτικό άπαντες να γνωρίσουν την γαλλικήν, εξακολουθεί να υποστηρίζεται η άποψη ότι ο Γαλάτης ήταν απεσταλμένος, του Σκουφά από την Οδησσό. Αν ήταν όμως, δεν θα έγραφε,« η Ρωσία δεν ασκούσε ουδεμία εξουσία επί των ανδρών που αποτελούσαν την μυστική αυτή εταιρία και δεν μπορούσε συνεπώς ούτε να τούς συλλάβει ούτε να τους θέσει υπό παρακολούθηση», γιατί η Οδησσός ήταν ρωσσικό έδαφος και θα μπορούσε και συλλήψεις να κάνει αλλά και να παρακολουθεί τον Σκουφά και τους φίλους του. Επομένως, η οργάνωση το Γαλάτη ήταν εκτός Ρωσσίας.


Έχουμε μπροστά μας λοιπόν, έναν νέο άνθρωπο 25 χρονών, γεννήθηκε το 1792, έξυπνο και ωραίο, που ανήκει σε μια μυστική Εταιρία, στην οποία κατέχει «ανώτερο βαθμό», και ο οποίος για σχεδόν τρία χρόνια, βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, περιοδεύοντας στην Μικρά Ασία, στην Ήπειρο, στην Αττική και στην Πελοπόννησο. Όταν κλείνει ο κύκλος της περιοδείας επιστρέφει στην Κέρκυρα, και από εκεί φεύγει για την Οδησσό φορώντας πάντα μια στρατιωτική στολή, που αλλάζει από τόπο σε τόπο, και που με ευκολία παραπλανά τους ανακριτές του. Έναν άνθρωπο που δεν διστάζει, δεν κομπιάζει και έχει έτοιμη απάντηση σε κάθε ερώτηση.
Η πρώτη αποστολή του στην Ήπειρο, ήταν βασικά χαρτογραφική. Έκανε δηλαδή λεπτομερή αποτύπωση της στρατιωτικής και πολιτικής κατάστασης μετά τον διωγμό των Σουλιωτών και την εξόντωση των μεγάλων αρματολών, αλλά και δημιούργησε δίκτυο επαφών στην αυλή του Αλή, αλλά και στον περίγυρο του. Επειδή ξέρουμε, ότι η προετοιμασία της αποστασίας του Αλή, ήταν ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους, του σχεδιασμού της επανάστασης, αντιλαμβανόμεθα τη σημασία της αποστολής αυτής. Η δεύτερη αποστολή, είχε έναν συγκεκριμένο στόχο, την εξακρίβωση του τι κάνουν οι Άγγλοι με την Εταιρία των Φιλομούσων στην Αθήνα, και ιδίως να εξεταστούν οι Αθηναίοι που μετείχαν, για πιθανή συνεργασία με την Φιλόμουσο εταιρεία του Καποδίστρια. Προφανώς η έκθεση του Γαλάτη, προκάλεσε την επίσκεψη στην Αθήνα του Άνθιμου Γαζή,το 1817. Η παράλληλη περιοδεία στην Πελοπόννησο ήταν και αυτή , όσο μπορούμε να εκτιμήσουμε, χαρτογραφική. Ο Γαλάτης όμως θα μας απασχολήσει και στη συνέχεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: