Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Κεφάλαιο 2.Η Αποκάλυψη του Ιωάννη (Φιλήμονα)

(c)Σπύρος Χατζάρας.

Πρωί, λίγο πριν τις 6, χαράματα στο Ναύπλιο. Κυριακή.
Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, διασχίζει, μέσα στο σκοτάδι, όπως κάθε Κυριακή από τότε πού πάτησε την απελευθερωμένη ελληνική γη , το στενό δρομάκι που οδηγεί στον Άγιο Σπυρίδωνα, την εκκλησία του.
Είναι 27 Σεπτεμβρίου με το παλιό ημερολόγιο. Μαζί του περπατούν δύο σωματοφύλακες. Μια γριούλα που έχει ξυπνήσει νωρίς, τον «χαζεύει» απ' το παράθυρο της .Μέσα στην εκκλησία, πέντε έξι ενορίτες και ο Παπάς περιμένουν κι αυτοί τον Κυβερνήτη, για να αρχίσει ο Όρθρος. Έξω , στον δρόμο, στέκονται δύο Μαυρομιχάλαιοι, ένας ξερακιανός και δύο τρεις άλλοι. Ξαφνικά, ακούγονται πυροβολισμοί. Ο κυβερνήτης σωριάζεται νεκρός. Το ρολόι της Ελλάδας σταματάει εκεί. Λίγο πριν τις 6 το πρωί ,στις 27 Σεπτεμβρίου /9 Οκτωβρίου 1831.

Μια από τις εφημερίδες που χρηματοδοτούσε η ετερόκλητη παράταξη των ανθρώπων της Αγγλίας και των
« αριστοκρατών» της τουρκοκρατίας, ο «Απόλλων», που την έγραφε ο Πολυζωίδης και τυπωνόταν στο άντρο των
«συνταγματικών», την Ύδρα, έγραφε δύο μέρες μετά:
« Έπεσεν το τέρας της τυραννίας, έπεσεν ο τύραννος. Έπεσε θύμα της ακραιφνούς φιλοπατρίας νέων Αρμοδίων και νέων Αριστογειτόνων, νέων Βρούτων και νέων Κασίων». (1)Λίγο μετά τη δολοφονία , αφού το έργο επετεύχθη, ο Απόλλων ανέστειλε την η κυκλοφορία του, «ίσως γιατί ο μόνος λόγος ύπαρξης και χρηματοδότησης του ήταν η πρόκληση εσωτερικής αστάθειας »(2) ,ίσως και γιατί το νέο καθεστώς χρειαζόταν τον Πολυζωίδη για να πιάσει δουλειά στα δικαστήρια.

Ο Αλέξανδρος Σούτζος(3) (Σούτσος), της γνωστής τουρκοβυζαντινής οικογένειας της Κωνσταντινουπόλεως ,στις 30 Σεπτεμβρίου δημοσίευσε στην ίδια εφημερίδα τον μονόλογο, του «Τυραννοκτόνου Μαυρομιχάλη», ενώ ο αδελφός του Παναγιώτης χαρακτήριζε τη δολοφονία «δεύτερη επανάσταση». Ο σοφός γέρων Κοραής στο Παρίσι, εξέφραζε αγαλλίαση , επειδή ο Καποδίστριας ήθελε, «να φθείρη τα ήθη του έθνους και να το καταστήσει αληθώς άξιον δουλείας σβένων εις τις ψυχές των πολιτών, τον έρωτα της ελευθερίας»,αλλά, διαφωνούσε με τους διθυράμβους, περί των νέων «Αριστογειτόνων», σημειώνοντας ότι, « ο φόνος, αν και ελευθέρωσε την Ελλάδα από τον καταπατήσαντα τα δίκαια της, ομοιάζει όλους τους ακρίτως γινόμενους φόνους». (4)Ο Κοραής είχε γνωριστεί με τον Καποδίστριας στο Παρίσι, και τότε είχε άλλη εντύπωση : (5)«μ’ έδειξε φρονήματα όντως Ελληνικά. Είθε από τοιαύτα φρονήματα γεμισθώσιν όλων των νυν Γραικών αι κεφαλαί. Απ’ αυτά μόνα ελπίζεται η σωτηρία της Ελλάδος.» Τι μεσολάβησε και άλλαξε κατά 180 μοίρες η άποψη του , ώστε να συμπαραταχθεί με τους «συνωμότες της Ύδρας», είναι ακόμα και σήμερα μέγα μυστήριο.
Η πολιτική τοποθέτηση του Κοραή διαγράφηκε ξεκάθαρα στην περίφημη επιστολή του, που δημοσιεύθηκε στον «Απόλλωνα», με τίτλο, « Τι συμφέρει εις την ελευθερωμένη από τους Τούρκους Ελλάδα να πράξη εις τας παρούσας περιστάσεις διά να μη δουλωθή εις Χριστιανούς Τουρκίζοντες»,όπου η μνημειώδης φράση του, «Η ταλαίπωρος πατρίς μας, φίλε, σήμερον κινδυνεύει νά πέση από τήν Επταννησοβενετικήν ψώραν είς τήν Τουρκοφαναριωτικήν λέπρα.» δείχνει ξεκάθαρα πόσο βαθιά πίστευε στη δημοκρατία και το αμερικανικό-Ιακωβίνικο πολίτευμα .Από την άποψη αυτή, είναι χαρακτηριστική η θέση του για τους αριστοκρατικούς τίτλους. «Όστις θέλει νά επονομάζεται Πρίγκιψ, Βέις, Βειζαδές, Κόμης, Βαρόνος, Καβαλλιέρος , ας επονομάζεται όλα ταύτα καί οσ' άλλα αγαπά τοιαύτα επίθετα Άλλ' ό νόμος αν θέλη νά φυλάξη το πολίτευμα άπ' όσας βλέπομεν σήμερον ταραχάς εις την Ευρώπην διά τήν απόλυτον τινών ηγεμόνων μοναρχίαν και τών ολιγάρχων την αναίσχυντον υψηλοφροσύνην, έχει όλα τα δίκαια νά αποκλείη από τα πολιτικά υπουργήματα, όλους τους στολισμένους με τίτλους ξένους της Ελλάδος καί ακολούθως βαρβάρους και με παράσημα δωρημένα από ξένον δεσπότην». Ο δημοκράτης και πατριώτης Κοραής, επομένως, δεν ήταν δυνατό να συμμεριζόταν τους πολιτικούς στόχους της « συμμορίας» Ύδρας- Ζακύνθου. Μάλιστα σημείωνε ότι, «Δικαίως βέβαια κατηγορείται ή παρούσα της Ελλάδος κυβέρνησις. Οι κατηγορούντες όμως δεν κινούνται όλοι από υπέρ τής πατρίδος ζήλον, άλλ' από επιθυμίαν νά κυβερνώσιν αυτοί».
Η πολιτική τοποθέτηση του Κοραή δείχνει οτι « αξιοποιήθηκε» και χρησιμοποιήθηκε από την αγγλόδουλη« συμμορία» παρά τις πεποιθήσεις του, αφού αντιπαθούσε τους « αριστοκράτες της υποτέλειας» που την συναποτελούσαν . Ο Καποδίστριας δεν ανήκε στην «Επταννησοβενετικήν ψώρα», ούτε ο Ιακωβίνος, Ανδρέας Μεταξάς , ούτε φυσικά, ο Κολοκοτρώνης, ο Σπηλιάδης, ο Νικηταράς, ο Κανάρης, ο Καλλέργης και όλοι όσοι βρέθηκαν κοντά στον Κυβερνήτη. Αντίθετα σε αυτή την πολιτική ομάδα ανήκε ο κόμης δε Ρώμα, ενώ στην «Τουρκοφαναριωτικήν λέπρα» ανήκαν προφανώς ο Μαυροκορδάτος και οι Σούτζοι.
Ο Κοραής δεν ήθελε κυρίως να φορτωθεί στις πλάτες των Ελλήνων από τους « ξένους» ένας βασιλιάς . Ήταν δηλαδή αντίθετος με την Αγγλική πολιτική για την Ελλάδα και συμφωνούσε με την προσπάθεια του Καποδίστρια να μείνει η Ελλάδα δημοκρατία.
Η αντιφατική και παράξενη στάση του απέναντι στον Καποδίστρια μπορεί να εξηγηθεί μόνο αν δεχθούμε ότι με κάποιο τρόπο τον έπεισαν πως ο Καποδίστριας και η οικογένειά του προσπαθούσαν να γίνουν «βασιλιάδες στην Ελλάδα».
Ίσως να έπαιξαν κάποιο ρόλο οι δύο Σούτζοι, που σπούδαζαν στο Παρίσι μέχρι το 1827(6), ίσως και να του επεβλήθει αυτή η συμπεριφορά από τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει όταν «φωτίστηκε».
Η «επανάσταση», που προέβλεπε ο Σούτζος έγινε, για να ανατραπεί η πλειοψηφία, που προσπάθησε για μερικούς μήνες να διατηρηθεί στην εξουσία καλώντας ,την Ε΄ Εθνοσυνέλευση. Η κυβέρνηση του λαού, «έπεσε» από τις Στάσεις και την αναρχία πού εξαπέλυσαν ,τα «ερωτευμένα με την ελευθερία»,ενεργούμενα της αγγλικής πολιτικής, σε συνεργασία με τους «Αριστογείτονες νοικοκυραίους», της Τουρκοκρατίας, στο πλαίσιο της «αγγλογαλλικής» συνεργασίας για την κατοχή του «οικοπέδου» Ελλάδα. Θα ακολουθήσουν, δύο χρόνια χάους, μέχρι να φέρουν, τον βασιλιά τους, «οι συνταγματικοί», τον ‘Οτο ή ‘Οθωνα.

Παρά τη δολοφονία και το πραξικόπημα, η νέα εξουσία δεν αισθανόταν καθόλου ασφαλής. Αφού σκότωσαν τον Κυβερνήτη για να εδραιωθούν επετέθησαν στους Καποδιστριακούς , εξαπολύοντας κύμα τρομοκρατίας. Ο Κοραής συνέχιζε το «καθήκον», ως τα τελευταία του. Ξεψύχησε στις 6 Απριλίου 1833. Τον Γενάρη, είχε γράψει τον τελευταίο αντί-Καποδιστριακό διάλογο, για να χτυπήσει, τις «παραφυάδες και τους δελφίνους του Καποδίστρια, όλους εκείνους που ξεμύτισαν επί της θητείας του, η που πήραν θάρρος και ξεπετάχτηκαν και εδραιώθηκαν».(7) Η τόσο ξεκάθαρη περιγραφή του Κοραή, φωτογράφιζε άραγε ,την νέα πολιτική, διοικητική, και πνευματική ηγετική ομάδα, που προσπάθησε να συγκεντρώσει γύρω του ο Κυβερνήτης, από τους κυρίως λαϊκής καταγωγής, μορφωμένους νέους ;

Η τρομοκρατία πήρε μεγάλες διαστάσεις, με τον ερχομό των Βαυαρών που ακολούθησαν τις συμβουλές , τις υποδείξεις, τις κατηγορίες και τις συκοφαντίες των εντόπιων «φίλων» τους. Η εφημερίδα «Ήλιος» (8),που έβγαλε ο Σούτζος με λεφτά Βαυαρών για να υποστηρίξει το καθεστώς του Οθωνα ,τον Ιούνιο του 1833 έγραφε: «Άμετρος η διαφορά μεταξύ Όθωνος και Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας είχε σκοπό να μας υποδούλωση και να μας καταστήσει επιλήσμονας των προγόνων μας και ωνόμαζε ανοησίες τας αθανάτους πράξεις της επαναστάσεως μας». Η ίδια εφημερίδα λίγες μέρες πριν(9) χαρακτήριζε τον Καποδίστρια « Οθωμανό και Κερκυραίο Τύραννο»

Η βλακώδης και αναπόδεικτη, μαύρη προπαγάνδα ,«ο Καποδίστριας είχε σκοπό να μας υποδούλωση», θα επαναλαμβάνεται σταθερά και πανομοιότυπα, από τον Κοραή ,στον Πολυζωίδη, στον Σούτζο, στον Μακρυγιάννη ,στον Σπ. Τρικούπη , ως τον Τ. Βουρνά και άλλους «καλοθελητές» ως τις μέρες μας .
Αυτός , που εκλέχθηκε με τη λαϊκή βούληση θα παριστάνεται σαν δικτάτορας από αυτούς που πήραν την εξουσία με πραξικόπημα. Και ακόμα, θα γράφεται ότι, «ήθελε να μας καταστήσει επιλήσμονας των προγόνων μας»(8),αυτός που δούλεψε όσο έζησε για την αναγέννηση της ελληνικής συνείδησης και ταυτότητας , αλλά και οτι (11), «ωνόμαζε ανοησίες τας αθανάτους πράξεις της επαναστάσεως μας».
Σε αυτήν την κατηγορία όλα τα ψέματα πάνε μαζί .
Ουδέποτε ο Καποδίστριας ωνόμασε, «ανοησίες», «τας αθανάτους πράξεις της επαναστάσεως».
Ανοησία, και μάλιστα μεγάλη αποτελούσε το «μας», που έγραφε ο αμέτοχος βουτυρομπεμπές «αλά πολίτα», Σούτζος, λες και αγωνίστηκε στην πρώτη γραμμή του 21, και όχι στο μέτωπο « των Παρισίων».

Η μαύρη προπαγάνδα, το φως με το σκοτάδι, η προσβολή των προγόνων, το έπος της δικής μας και όχι της δικής του επανάστασης , απευθυνόταν στα θολά νερά και στα θολά μυαλά. Όποιον και όπου πιάσει. Και έπιανε καμιά φορά.
Ο αγράμματος αλλά και δόλιος μισθοφόρος του Μαυροκορδάτου, Μακρυγιάννης ήταν ένας από αυτούς που τα πίστευαν όλα, και τα απομνημονεύματά του είναι γεμάτα από τα τερατώδη ψέματα που διεδίδοντο. Δυστυχώς, ο απόηχος της προπαγάνδας, θα φθάσει ως στις μέρες μας μέσα από την σκόπιμη η την άνευ ορθής κρίσεως και παραπλανούμενη αναπαραγωγή.

Αλλά ας γυρίσουμε στο 1833,οπου αφήσαμε την τρομοκρατία εν εξελίξει. Ο Οθων έφθασε στο Ναύπλιο στις 30 Ιανουαρίου 1833.Το πογκρόμ, πού προετοίμαζαν με επιστράτευση μέχρι και του γερο-Κοραή, (σσ. αυτό και αν ήταν γενική επιστράτευση μέχρι 10ης Εφεδρείας. !!! «Πας δυνάμενος να φέρει όπλο.»), μόλις ξεκίναγε.
Συλλαμβάνουν τον Κολοκοτρώνη μαζί με άλλους αγωνιστές και τους φυλακίζουν στο Ιτς Καλέ (Ακροναυπλία).
Τα πρωτοπαλίκαρα των «συνταγματικών» ,μπήκαν σε επιτροπές απογραφής και τροφοδότησαν τους Βαυαρούς με μαύρες εκθέσεις για τα πάντα .
Όποιος άσκησε εξουσία επί Καποδίστρια ήταν ύποπτος.
Από τους γραφείς, τους στρατιώτες ,τους διευθυντές των σχολείων, ως τους στρατηγούς της επανάστασης ,και τον γενικό γραμματέα της Επικράτειας.
Η σχετικά ολιγομελής αντικαποδιστριακή παράταξη κατεδίωκε με μανία τους «καποδιστριακούς» σε όλα τα επίπεδα, αν και κάποια στιγμή , άρχισε η πολιτική «του κατευνασμού», όπως φαίνεται από την αντικαποδιστριακή αρθρογραφία ,της εφημερίδας « Αθηνά» (12) που έθετε το ερώτημα, « Τις έστι Καποδιστριακός μη υπάρχοντος το Καποδίστρια;».

Καθώς λοιπόν το πογκρόμ εντείνετο ,η εφημερίδα του Σούτζου ,«ο Ήλιος»,(13) επετέθη και στον Σπηλιάδη ,το δεξί χέρι του Καποδίστρια, ως τον δημιουργό μιας δημοκρατικής μυστικής εταιρίας το 1823 στο Άστρος, που είχε,«στόχο να εφαρμοσθεί στην Ελλάδα το αμερικάνικό σύστημα».
Τον κατηγορούσαν δηλαδή ενώπιον των Βαυαρών ως ύποπτο αντιμοναρχικό. Αν συνδυάσουμε την κατηγορία, με την επιστολή Καποδίστρια του 1821(14) που συμβούλευε τους επαναστάτες , «να έχετε εμπιστοσύνη μόνο στην Αμερική», βλέπουμε από ποια και πόσα φακελώματα έβγαιναν οι κατηγορίες.
Το «ξεκαθάρισμα», το 1834, εισέρχεται πια στην τελική φάση του. Οι αντίπαλοι του νεκρού Κυβερνήτη συμβουλεύουν και παροτρύνουν την αντιβασιλεία να εξοντώσει τους αντιπάλους τους.
Δικάζονται ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Πλαπούτας με την κατηγορία της συνωμοσίας με τους Ρώσους κατά του βασιλέα Όθωνα και του «βαυαρικού καθεστώτος» και καταδικάζονται σε θάνατο στις 25 Μαΐου/5 Ιουνίου 1834, για να τρομοκρατηθούν οι Καποδιστριακοί, πού αντιστέκονται. Αυτή η δίκη ήταν η κολυμπήθρα του «σιλωάμ» για τον Πολυζωίδη που ίσως αναζητούσε εξιλέωση για το αίμα του Κυβερνήτη.
Σχεδόν ταυτόχρονα, η αντιβασιλεία διέλυσε τα σώματα των ατάκτων, ρίχνοντας στην πείνα τους στρατιώτες του Αγώνα, αυτούς στους οποίους είχε υποσχεθεί ο Καποδίστριας τη διανομή των εθνικών γαιών σαν ανταμοιβή εκ μέρους της πατρίδας, για το αίμα που έχυσαν.
Τον Ιούλιο του 1834, στην Μεσσηνία ξέσπασε κίνημα με αιτήματα, την αποφυλάκιση των αγωνιστών και την παραχώρηση συντάγματος.
Επικεφαλής ήταν ο Μητροπέτροβας (15)κι ο Γιαννάκης Γκρίτζαλης(16), κι οι δυο πιστοί μέχρι θανάτου στον Κολοκοτρώνη, και μάλιστα ήταν συγκρατούμενοι του στην Ύδρα, ως το 1825, όταν αποφυλακίστηκαν μαζί του με την αμνηστία που δόθηκε, για να πολεμήσουν κατά του Ιμπραήμ . Στις 29 Ιουλίου του 1834, ο Γιαννάκης Γκρίτζαλης και οι οπλαρχηγοί Γιώργος Μεγάλης, Κωνσταντίνος Μέλιος, Αντώνιος Ντάρας, Αναγνώστης Σαμπρής, Αντώνιος Συράκος, οι Μπουντουραίοι, και οι Πιπιλαίοι με τους άνδρες τους, κατέλαβαν την Κυπαρισσία και συνέλαβαν τις αρχές της πόλης. Την ίδια μέρα, ο Μητροπέτροβας με τούς δικούς του έσπευσαν να ενισχύσουν τον Αναστάσιο Τζαμαλή που μαχόταν εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων στον δρόμο για τη Μεσσήνη. Οι κυβερνητικοί υποχώρησαν, και οι Μητροπέτροβας και Τζαμαλής, κατέλαβαν την Μεσσήνη στις 30 Ιουλίου.
Η εξέγερση επεκτάθηκε στην Ανδρίτσαινα, την Γορτυνία, την Δημητσάνα και σε άλλες περιοχές της Αρκαδίας. Στην Μάνη προκλήθηκαν ταραχές λόγω της απόφασης των Βαυαρών να αφοπλίσουν 800 πύργους.
Η στάση πέρασε και στην Στερεά με τον ξεσηκωμό της Ακαρνανίας . Από τις 3 Αυγούστου έως τις 6 Σεπτεμβρίου έγιναν εκατοντάδες συλλήψεις πολιτικών και στρατιωτικών που υποτίθεται ότι οργάνωσαν την συνωμοσία κατά του νέου καθεστώτος.
Ο Ανδρέας Μεταξάς συνελήφθει στις 3 Αυγούστου, και εστάλη στην εξορία , ενώ την ίδια νύχτα συνέλαβαν τούς Δημήτριο Τσόκρη Δημήτριο Καλλέργη και πολλούς άλλους.
Ο Νικηταράς συνελήφθη την επόμενη νύχτα μαζί με άλλους δέκα. Στις 16 Αυγούστου του 1834, η κυβέρνηση Κωλέττη κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο, και ο Βαυαρός στρατηγός Σμάλτς ανέλαβε να καταπνίξει το κίνημα.
Οι επαναστάτες νικήθηκαν έπειτα από σειρά πολύνεκρων μαχών. Το τελευταίο κύμα συλλήψεων εξαπολύθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου. Τότε πιάσανε και τον Σπηλιάδη.
Οι συλληφθέντες δικάστηκαν από στρατοδικείο στο Νεόκαστρο (Πύλος), με πρόεδρο τον Τόμας Γκόρντον και βασιλικό επίτροπο έναν άλλο Σούτζο τον Δημήτριο.
Ο Γιαννάκης Γκρίτζαλης και ο Αναστάσιος Τζαμαλής καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.
Σε θάνατο καταδικάστηκε και ο γέρο Μητροπέτροβας που ήταν πάνω απ’ τα 90, αλλά ο Όθωνας μετέτρεψε την ποινή του σε ισόβια. Αποφυλακίστηκε στις 25 Μαρτίου του 1835. Πολλοί άλλοι καταδικάστηκαν σε ισόβια, και μερικοί αθωώθηκαν. Ανάμεσα τους, και ο Σπηλιάδης.
Την ίδια εποχή άνοιξε και το μέτωπο με την εκκλησία. Διαλύθηκαν τα μοναστήρια, και δημιουργήθηκε η Αυτοκέφαλη ελληνική εκκλησία . Το 1835, πάντως, οι Βαυαροί προσπάθησαν να πείσουν τους «φίλους τους» να κατεβάσουν τους τόνους και άρχισε η εκτόνωση του πάθους.
Η εφημερίδα Αθηνά διευκρίνιζε, ότι «λέγοντες Ναπισμόν δεν εννοούμε τους ανθρώπους που απλώς υπηρέτησαν την κυβέρνηση Καποδίστριου»,(17) και έκανε διάκριση μεταξύ εκείνων ,που «απλώς υπηρέτησαν την κυβέρνηση Καποδιστρίου ως τίμιοι άνθρωποι και πιστοί υπάλληλοι» και των «ολίγων εκείνων αναίσχυντων αρχογλυπτών».
Ταυτόχρονα οι φιλοκυβερνητικές, εφημερίδες της αντικαποδιστριακής παράταξης, συνέχιζαν τις «κατάρες» κατά του νεκρού κυβερνήτη, γιατί « γέμισε με κατασκόπους την κοινωνία», γιατί «έκανε τους ανθρώπους να κρύβονται», και γιατί «προκάλεσε την εμφάνιση της ληστείας».
Ορισμένοι πάντως είχαν αρχίσει να γράφουν, ότι «Ο Καποδίστριας είχε παραπλανηθεί από τους συμβούλους του»,(18) μπαίνοντας στο πνεύμα της νέας εποχής. Ο «μετριοπαθής» κατατρεγμός, σταμάτησε μόνον αφού έληξε η Αντιβασιλεία και όταν ο Όθωνας, μετά το 1837, στράφηκε στο καποδιστριακό κόμμα συγκρουόμενος με τον Μαυροκορδάτο.
Η σύγκρουση του άλλωστε ,με την αγγλική παράταξη και η στάση του στον Κριμαϊκό Πόλεμο του κόστισαν τον θρόνο. Το έργο της κατασυκοφάντησης του Καπποδίστρια που άρχισαν στην Ελλάδα, οι προπαγανδιστές των δολοφόνων, συνέχισε το 1836, ο «φιλέλληνας» Άγγλος πράκτορας, Φίνλεϊ, που κατηγορούσε τον Καπποδίστρια ότι ήταν, « εχθρός της ελευθερίας της Ελλάδας» και ότι «η καρδιά του ανήκε στη Ρωσσία».(19) Ο «αντικειμενικός» Άγγλος πράκτορας, επικαλείτο την γνώμη «των συμπολιτών» του Κυβερνήτη για να γράψει ότι «θυσίασε τις μελλοντικές τους προοπτικές στην προσωπική του φιλοδοξία και στον στόχο του να ισχυροποιηθεί η οικογένεια του». Ο χαρακτηρισμός του «πράκτορα» που αποδίδω στον Φίνλευ δεν είναι «πολιτική» κατηγορία ή αυθαίρετο συμπέρασμα. Στηρίζομαι σε έγγραφα. Το 1828, όταν είχε αποχωρήσει από την Κωνσταντινούπολη ο πρέσβης S. Cannig έμεινε στην Κέρκυρα ο νεαρός τότε ακόλουθος Α. Μπιουκάναν που συνεργαζόταν με τον αρμοστή Αdams, και ενημέρωνε τον πρέσβη στο Λονδίνο. Σε υπόμνημα της 24-03-1828 το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Νότιγχαμ ενημέρωνε τον Cannig ότι «ο κύριος Φίνλευ που ζει στην Αίγινα μπορεί να παρέχει πληροφορίες στην πρεσβεία. Θα προσπαθήσει να αποκαλύψει το περιεχόμενο των γραμμάτων που στέλνονται στον κόμη Καποδίστρια.» .
Μετά τον Φίνλεϊ, το 1837 έτερος εκ των πρακτόρων ο Κόχραν, αναμάσησε τις ίδιες κατηγορίες. Από την διεθνή εκστρατεία διάψευσης της ελληνικής ιστορίας και κατασυκοφάντησης του Καπποδίστρια διαγράφεται ξεκάθαρα η ανάγκη της αγγλικής πολιτικής να απαλλαγεί από την πραγματική ιστορία, και να γράψει τη δική της. Άλλωστε η ιστορία γράφεται από τους νικητές όπως λέγεται.

Η Βαυαροκρατία που αντικατέστησε την Τουρκοκρατία, δεν ήταν νέα ξένη κατοχή , αν και σαν τέτοια την αντιλήφθηκε ο λαός.
Ήταν πρώτα και κύρια προϊόν της πολιτικής του εσωτερικού κατακτητή και καταπατητή της ελευθερίας των Ελλήνων.
Ήταν ένα καθεστώς «εκτάκτου ανάγκης», που εξέφραζε τον ετερόκλητο συνασπισμό των «Τούρκο-αριστοκρατών» του ραγιαδισμού, από τήν Πελοπόννησο και την Ύδρα, με τα στελέχη της αγγλόδουλης παράταξης, που λάμβανε οδηγίες από την Ζάκυνθο. Η συναλλαγή ήταν απλή.
Οι «Τούρκο-αριστοκράτες», διατηρούσαν τα προνόμια της «Κοτσαμπασοσύνης», αλλά αποδέχονταν τον απόλυτο πολιτικό και οικονομικό έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας.
Οι Βαυαροί ήταν απλά, ο προσωρινός «σιδηρούς βραχίονας» της αγγλοκρατίας, και « εισέπραξαν» το λαϊκό μίσος αντί των Άγγλων.
Οι Έλληνες, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι βρέθηκαν και πάλι υπό Κατοχή. Οι «εραστές» της Ελευθερίας, οι «συνταγματικοί», αποκαλύφτηκαν τάχιστα, δείχνοντας αυτό πού πραγματικά ήταν. «Εραστές» της Εξουσίας, και «δικτατορικοί». Τα αιματηρά επεισόδια του Δήμου Βουφράδος το 1838 δείχνουν ανάγλυφα τις συνθήκες που επικρατούσαν. Οι κυβερνητικοί συνέλαβαν τον Γραμματέα του Δήμου, Βασίλη Μανιάτη ως «ένοχο αποστασίας», και οι χωρικοί επιτέθηκαν στους Χωροφύλακες και τους τον απέσπασαν. Η «εξέγερση», βρήκε αμέσως τη συμπαράσταση των κατοίκων των Δήμων Βουφράδος , Σκάρμιγκα , Βίαντος , Αιγάλεω , και Πηδάσου .Ο φιλοκυβερνητικός Δήμαρχος Tρίκκης ζήτησε την βοήθεια των«αρχών» και κινητοποιήθηκαν δύο φάλαγγες, Βαυαρών και εθελοντών Μανιατών, συνολικής δυνάμεως 600 - 700 ανδρών πρός καταστολήν της ανταρσίας των 600 περίπου χωρικών που κατεδιώχθησαν και τελικώς διελύθησαν. «Συνελήφθησαν 26 και εφονεύθησαν ή τραυματίσθηκαν 10 - 15 χωρικοί» ,όπως έγραφε με θριαμβευτικό ύφος ο φιλοβαυαρικός, « Ελληνικός Ταχυδρόμος»(20) των Αθηνών στις 7 Αυγούστου 1838. Οι γυναίκες και τα παιδιά, εγκατέλειψαν τα χωριά πού άδειασαν κυριολεκτικά . Οι 26 που πιάστηκαν ως ένοχοι, όλοι αγωνιστές της επανάστασης οδηγήθηκαν στο στρατοδικείο της Καλαμάτας, αλλά η απόφαση δεν σώθηκε για να την μάθουμε. Ο Κοραής βέβαια δεν ζούσε το 1838 για να ζητήσει συγνώμη. Για τα στερνά πολιτικά του κρίματα , θα απολογήθηκε στον άγιο Πέτρο, αν πήγε προς τα εκεί.
Σε συνθήκες γενικευμένου διωγμού, η αντισυσπείρωση είναι κοινωνικός νόμος. Το Καποδιστριακό κόμμα , έστω και χωρίς αρχηγό, έγινε η στέγη των κατατρεγμένων, ανασυντασσόταν και δυνάμωνε. Παρέμενε ζωντανό και ισχυροποιείτο , εκφράζοντας την πατριωτική τάση κατά της ξένης επικυριαρχίας.
Ο νεκρός Κυβερνήτης, ο οραματιστής της εθνικής αξιοπρέπειας και του μεγάλου Ελληνισμού, έγινε άγιος στην ψυχή του λαού. Η αγγλική κατοχή στα Επτάνησα και η μισητή βαυαροκρατία συνέβαλαν τόσο , ώστε στα μέσα της δεκαετίας του 1840, όπως έγραφε ο Τύπος της εποχής, αναπτύχθηκε στα πιο καθυστερημένα στρώματα του πληθυσμού η προσμονή για Ανάσταση του Καποδίστρια. Ο λαϊκός μύθος δηλαδή προσαρμόστηκε τάχιστα και από τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά πέρασε στον άγιο Κυβερνήτη που θα αναστηθεί για να σώσει την Ελλάδα και να οδηγήσει το έθνος στο πεπρωμένο του.

Η Πολιτική και η Ιστορία .

Μέσα στο οξύτατο κλίμα, που διαμορφώθηκε από την στάση των «συνταγματικών» και την δολοφονία τον Κυβερνήτη και ενώ διαρκούσε και εντείνετο το πογκρόμ κατά των «Καποδιστριακών», κυκλοφόρησε στο Ναύπλιο το 1834, λίγο μετά την άφιξη του Όθωνα, το «Ιστορικό Δοκίμιο περί της Φιλικής Εταιρίας» του Ιωάννη Φιλήμονα, επί του οποίου οικοδομήθηκε η «επίσημη» Ιστορία, για την οργάνωση της Ελληνικής Επαναστάσεως, παρά το ότι στο «δεύτερο δοκίμιο», του 1859 , ο Φιλήμων το χαρακτήριζε « πάντοτε ατελές και πολλαχού εσφαλμένον». Δύο χρόνια πριν είχε εκδοθεί στην Βιέννη το πολύτομο έργο του Κωνσταντίνου Κούμα « Ιστορίαι των Ανθρωπίνων Πράξεων», στο οποίο γινόταν η πρώτη αναφορά στην «Εταιρία των Φίλων» που διοργάνωσε την επανάσταση. «Μια εταιρεία, της οποίας η αρχή, μ’ όλον ότι επροσπάθησαν τινές να την ερμηνεύσωσι, μένει ακόμα αίνιγμα, ονομασθείσα εταιρεία των φίλων ήρχισε (δεν εξεύρει τις πότε) να ενεργή μυστικώς την επανάστασιν»(21) (σ.601)
Ο Ιωάννης Φιλήμων ήταν κυπριακής καταγωγής, αλλά γεννήθηκε στην Πόλη το 1798. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωάννης Βασιλείου.Το «Φιλήμων», ήταν το επαναστατικό του ψευδώνυμο, σαν μέλος της « Εταιρείας» , και το κράτησε στη συνέχεια. Εργάσθηκε σαν δάσκαλος των ελληνικών στην Πόλη, και για ένα διάστημα ήταν γραφέας του Πατριαρχείου, ενώ απασχολήθηκε και στο Πατριαρχικό τυπογραφείο, όπου διδάχθηκε την τέχνη της τυπογραφίας.
Με την επανάσταση κατέβηκε στην Πελοπόννησο και έγινε γραμματέας του Δ.Υψηλάντη
. Δεν ήταν ούτε ιστορικός, ούτε Αίσωπος.
Ήξερε καλά Ελληνικά, και ήταν καλός χειριστής του λόγου. Αυτοχρίστηκε δημοσιογράφος , το 1833, εκδίδοντας στο Ναύπλιο την εφημερίδα «Χρόνος», για να υποστηρίξει τους «ακέφαλους» Καποδιστριακούς, και έτσι έγινε αντίπαλος , του αρχιμανδρίτη της ελληνικής δημοσιογραφίας Θεόκλητου Φαρμακίδη, που υπηρετούσε την «φατρία της Ύδρας», και του Πολυζωίδη που αναμφισβήτητα κατέκτησε τον θλιβερό τίτλο του «πάτερ Παντρόνε», του εν Ελλάδι κιτρινισμού, και της «Πατσαβουρογραφίας», με την εφημερίδα του τον «Απόλλωνα». Το 1838 στην Αθήνα ο Φιλήμων- Βασιλείου εξέδωσε την εφημερίδα «ο Αιών», πού εξελίχθη σε δημοσιογραφικό όργανο του «φιλορωσσικού κόμματος».
Στην εθνοσυνέλευση του 1843 εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών. Το 1859 εξέδωσε τους δύο πρώτους τόμους του «Ιστορικού δοκιμίου περί της Ελληνικής Επαναστάσεως»,και ακολούθησαν το 1860 ο τρίτος και το 1861 ο τέταρτος τόμος. Το «Ιστορικόν δοκίμιον περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» ,έμεινε ημιτελές λόγω του θανάτου του,το1874.

Ο Φιλήμων-Βασιλείου, το 1834 απαντούσε στα « αινίγματα» που προσέκρουε ο Κούμας, αποκαλύπτοντας στους Έλληνες, το ποιοι και πότε, δημιούργησαν τήν « μυστική», εταιρία με τα χιλιάδες μέλη, της οποίας την ύπαρξη γνώριζαν μεν οι πάντες, αλλά που κανείς δεν ήξερε, τον αρχηγό.
Το «Δοκίμιο» παρουσίαζε στον λαό, τον βασιλιά, και τους πολιτικούς την εταιρία των Φιλικών, ως δημιούργημα τριών, άσημων Ελλήνων της Οδησσού, του Σκουφά , του Τσακάλωφ,και του Αναγνωστόπουλου. Αυτή η εκδοχή της ιστορίας δικαίωνε, όσους υποστήριζαν(22) μετά την αποκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη από τον Τσάρο, ότι «η Εταιρία», ήταν έργο «αγυρτών», συμφωνούσε με την πολιτική «αποκήρυξη» των Ιακωβίνων και των Καρμπονάρων, και διέψευδε τις υποψίες του ελληνικού λαού και των διπλωματών της Ευρώπης ότι πίσω από την Ανωτάτη Αρχή της Εταιρίας βρισκόταν ο Καποδίστριας.
Η αποπροσανατολιστική θεωρία των « Αφανών» είχε καλλιεργηθεί , έτσι και αλλιώς, από τους πρώτους μήνες της επανάστασης, και οι «Φιλικοί»,οι «εμποροϋπάλληλοι», όπως τους ονόμαζε το 1826 ο Καποδίστριας ,στο υπόμνημα του προς τον Τσάρο Νικόλαο, είχαν γίνει οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, για να ξεφορτωθεί η ελληνική επανάσταση, το βάρος του «Καρμποναρισμού» και του «Ιακωβινισμού».
Η ίδια θεωρία πιο γλαφυρά διατυπώθηκε από τον « ιστορικό» της αγγλικής παρατάξεως Σπ. Τρικούπη:
« Περί δε τα τέλη του 1814 Νικόλαος τις Σκουφάς ,εξ Άρτης, άνθρωπος τιμίου χαρακτήρος, πολύπειρος αλλ’ ολίγης παιδείας και μικράς σημασίας, υπάλληλος άλλοτε εμπορικού οίκου, συνέλαβε πρώτος εν Οδησσώ την ιδέαν συστάσεως πολιτικής εταιρίας, ήν ωνόμασεν «Εταιρίαν των Φιλικών» αρκεί δε μόνη η ονομασία αύτη ίνα δείξη ήν είχε μικράν γνώσιν και αυτής της μητρικής γλώσσης του. Ο ασήμαντος ούτος θεμελιωτής ασημάντους παρέλαβε συμπράκτορας. Η ύποπτος και επικίνδυνος εταιρία αύτη επιτηδείως συνεχέετο ενώπιον πολλών μετά της ανυπόπτου και ακινδύνου των Φιλομούσων».

Αν εξετάσουμε το « Δοκίμιο», με βάση το πολιτικό πλαίσιο που περιέβαλε την έκδοση του, πρέπει να αναρωτηθούμε, γιατί βιάστηκε ο συγγραφέας, να παρουσιάσει στην κοινή γνώμη, ένα τόσο ευαίσθητο ιστορικό έργο, σε μια περίεργη και ανώμαλη πολιτικά εποχή, όταν οι συνθήκες, από κάθε πλευρά, ησαν πολύ δύσκολες, και το «κλίμα» ήταν έντονα φορτισμένο .Γιατί εξέδωσε ένα υλικό που ο ίδιος, δεν είχε προλάβει καλά-καλά να το «χωνέψει», και να το επεξεργασθεί;

Η άφιξη του βασιλιά, ήταν ένα κίνητρο, όπως υποδηλώνει ο πρόλογος του «Δοκιμίου», (23) όπου η θεία πρόνοια, η ευεργετική χείρα των Χριστιανών Συμμάχων, ο σωτήρ βασιλεύς, ανακατεύονται για να φθάσουμε, στον «πρόδρομο της νέας ελληνικής Ιστορίας», δηλαδή στο «Δοκίμιο» ,το οποίο «προσφέρει εις την Αυτού Μεγαλειότητα την πλήρη ιδέα του μυστηρίου της ένδοξου επαναστάσεως», και «περιγράφει ολας τας μέχρι της ρήξεως του πολέμου σπουδαίας περιστάσεις και αναφέρει τους άνδρες εκείνους εις των οποίων την φρόνησιν, τους μεγάλους κόπους και τάς πατριωτικάς θυσίας οφείλεται εξαιρετικώς η προδιάθεσις της Μεταβολής του 1821».
Θα μπορούσε επομένως το «Δοκίμιο» να γράφθηκε, «εν τάχει»,για να «αναφέρει τους άνδρες εκείνους εις των οποίων την φρόνησιν, τους μεγάλους κόπους και τάς πατριωτικάς θυσίας» οφείλεται προετοιμασία της επαναστάσεως του 1821, αλλά και για να συνδέσει τον βασιλικό οίκο της Βαυαρίας με την επανάσταση. (24) «Συνιστώσιν οι Έλληνες την Φιλόμουσον περί της ηθικής προόδου των Εταιρία και πρώτος
επιδαψιλεύεται άσυλον ο πατρικός ένδοξος Οίκος της Υ.Μ». Απαντήσεις στις υποθέσεις θα μας δώσει το ίδιο το κείμενο του«Δοκιμίου».

Ο Φιλήμων άρχισε την αφήγηση των γεγονότων της Ελληνικής Επανάστασης χρησιμοποιώντας εκτενώς, κάποια από τα υπομνήματα «για την κατάσταση το ελληνικού έθνους» και την «κατάσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας» που θα είχε στην διάθεσή του, και περιέγραψε τα γεγονότα που οδήγησαν στην επανάσταση αρχίζοντας από τα «ορλοφικά», και συνεχίζοντας με την δράση του Λάμπρου Κατσώνη, τον Ρήγα Φεραίο, την ίδρυση της Ιονίου Πολιτείας, την σερβική επανάσταση, τον Ρώσσο-τουρκικό πόλεμο του 1806, την πολιτική δραστηριότητα του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, την ειρήνη του Τιλσίτ, και τα κινήματα του Βλαχάβα και των Ολυμπίων.
Η « επιτομή» της ιστορίας 1759-1814 παρουσιάστηκε σε 126 σελίδες, και στηρίχθηκε σε πηγές και πρωτότυπα υλικά που ο ακόμα και σήμερα παραμένουν άγνωστα.
Οι πηγές των πληροφοριών του για τον Ρήγα, για παράδειγμα, παραμένουν και σήμερα ένα αίνιγμα, αφού αναφέρει στοιχεία τα οποία κανείς μετά από αυτόν δεν μπόρεσε να διασταυρώσει και να επιβεβαιώσει.
Τα πολιτικά σχόλια που παρεμβάλλονται σε αυτό το πρώτο μέρος είναι λίγα και ως επί το πολύ ακριβή, ενώ τα ιστορικά γεγονότα που περιγράφονται συμφωνούν με την νεότερη ιστορική έρευνα, γεγονός που μας υποχρεώνει να συνδέσουμε το σχόλιο για το «πολλαχού εσφαλμένον» δοκίμιο, με την εξιστόρηση της δημιουργίας της « Φιλικής Εταιρίας» που αρχίζει από το τρίτο κεφάλαιο.

Η ποιοτική διαφορά των δύο πρώτων κεφαλαίων με το τρίτο είναι τεράστια. Το πραγματικά ιστορικό μέρος των 126 σελίδων έχει ελάχιστα λάθη ημερομηνιών, ενώ με το που εισέρχεται στην παρουσίαση του «δικό του υλικού», οι ημερομηνίες χάνουν την σημασία τους, και εμφανίζονται οι πρώτες «αυθαίρετες» ερμηνείες. Η εισαγωγή στο τρίτο κεφάλαιο είναι πολύ προσεκτική, αν και ακατανόητη για όποιον δεν γνωρίζει τα πραγματικά δεδομένα στα οποία αναφέρεται:
«Αν η πολιτεία του Ρήγα και των προκατόχων του και των μεταγενέστερων δεν ετελεσφόρησε εις τους υψηλούς περί της Ελλάδος σκοπούς της, κατέστησε τους Έλληνας πλέον φρονίμους ως προς την εκλογήν των πιο πρόσφορων μέσων για την αποβολή του ζυγού των. Και μολονότι δεν πρέπει να παρατρέξωμεν τάς εκ νέου δοκιμασίας των ιδίων εις τους Παρισίους εν μέρει και την Βιέννη γενικώτερον ».
Ο λόγος που έκανε τον Φιλήμονα να παρακάμψει, αν και «δεν έπρεπε», την επαναστατική δραστηριότητα στο Παρίσι και την Βιέννη των «ιδίων», δηλαδή των απογόνων του Ρήγα, ήταν η πρόθεση του να διαψεύσει την άμεση σχέση των απογόνων με την «Εταιρία των Φιλικών»
. Από το σημείο αυτό η αφήγηση γίνεται συγκεκριμένη: «Εις τη Βιέννη το 1813 έγιναν επαφές μεταξύ λογίων και εμπόρων Ελλήνων και παρουσιάστηκε ένα υπόμνημα για την κατάσταση της Ελλάδος». Εδώ εμφανίζεται το πρώτο « χοντρό λάθος» και το πρώτο « πλαστό γεγονός».
Το 1813 δεν έγιναν οι αόριστες « επαφές», αλλά άρχισαν το 1811 όπως θα δούμε και αργότερα, ενώ το «υπόμνημα» παρουσιάστηκε το 1814, όπως γνωρίζουμε πια από άλλες πηγές, και όπως ανέφερε και ο Φιλήμων στο δοκίμιο του 1859.
«Όλοι απέθεταν πλέον μεγάλες ελπίδες στα πρόσωπο του Κόμητος Καποδίστρια. Αυτός όμως δεν επίθετο για να μπουν σε ενεργεία τα προτεινόμενα πιο δραστήρια μέτρα και αφού τόνιζε σε όλους ότι οι Έλληνες δεν πρέπει να ελπίζουν σε βοήθεια εκ μέρους της Ευρώπης παρατηρούσε : «Πρέπει πρώτον να μορφώσωμεν Έλληνας και έπειτα να κάμωμεν Ελλάδα». Εννοούσε δε ότι έπρεπε να διαδοθούν τα φώτα τουλάχιστον εις το περισσότερο μέρος των Ελλήνων και ότι από μόνην την εκπαίδευση δύναται να πηγάσει αναγκαστικά η ανάσταση του έθνους ως καρπός ώριμος και όχι άωρος» (25). Χωρίς καθυστέρηση, η αφήγηση στο τρίτο κεφάλαιο δείχνει τους προσανατολισμούς της. «Όλοι» ήθελαν, και ο Καποδίστριας αντιδρούσε, ενώ εμφανίζεται και η πρώτη αυθαίρετη ερμηνεία, καθώς δίνεται αποκλειστικά εκπαιδευτικό περιεχόμενο στην φράση, «Πρέπει πρώτον να μορφώσωμεν Έλληνας και έπειτα να κάμωμεν Ελλάδα», που σήμαινε κάτι εντελώς διαφορετικό όπως θα δούμε στη συνέχεια. Πριν προχωρήσει , ο Φιλήμων, για να ενισχύσει την θέση για τις « εκπαιδευτικές» απόψεις του Καποδίστρια, πλέκει σε υποσημείωση, το εγκώμιο των εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών του στα Ιόνια νησιά , αλλά και του ρόλου του στην άμυνα της Λευκάδας, για να εξισορροπήσει κάπως την κρίση του.
Από την Βιέννη και την άρνηση του Καποδίστρια, η ιστορία περνάει στην Αθήνα:

« Οι Αθηναίοι με ευγενή φιλοτιμία άρχισαν την σύσταση κάποιας Σχολής, και έγραψαν στον Άνθιμο Γαζή για να τους εξασφαλίσει βοήθεια από τους Έλληνες της Ευρώπης, εκ των οποίων πολλοί είχαν συγκεντρωθεί στη Βιέννη την εποχή αυτή. Ο Γαζής και ο Ιγνάτιος παρουσίασαν τα γράμματα αυτά στον χρόνων Καποδίστρια και τους άλλους. Ο Καποδίστριας υιοθέτησε την υπόθεση αυτή ως ωφέλιμον και συνάδουσαν με το σχέδιον του , και με την χρηματική βοήθεια που εξασφάλισε , εκ μέρους των Βασιλέων και διαφόρων Πριγκίπων ενδυναμώθη η Φιλόμουσος Εταιρία», και αφού αναφέρει ότι «συνέπραξαν ο μητροπολίτης Ιγνάτιος, ο Στούρζας και διάφοροι μεγαλέμποροι» σημειώνει: «Πολιτικαί περιστάσεις του τόπου εκείνου υπαγόρευσαν την μετάθεσιν της εταιρίας αυτής εις το Μόναχον», και συνεχίζει, «η εταιρία αύτη γνωστή υπό το όνομά Φιλόμουσος εταιρία των Αθηνών, εύρεν όλην την φιλότιμον υποδοχήν εις το πνεύμα των Ελλήνων»
Εδώ πια οι ανακρίβειες συσκοτίζουν σοβαρά τα πραγματικά γεγονότα. Οι Αθηναίοι δεν ίδρυσαν καμία σχολή και κανείς δεν έγραψε στον Άνθιμο Γαζή. Ο Φιλήμων αποσιωπά, ότι η «Φιλόμουσος των Αθηνών» ήταν δημιούργημα των Άγγλων, και μπερδεύει την Φιλόμουσο Εταιρία της Βιέννης με την Φιλόμουσο των Αθηνών, υποστηρίζει ότι η μεταφορά από την Αθήνα στο Μόναχο έγινε για «πολιτικούς λόγους», εταιροχρονίζει σε υποσημείωση τις παρατηρήσεις του Λιμπέριου (Μ)Πενάκη που έγιναν προς τον Γαζή το 1817 για το επικίνδυνο της ίδρυσης Ακαδημίας στην Αθήνα, και αναφέρεται αόριστα στο « σχέδιο του Καποδίστρια», το οποίο προφανώς προσπαθεί να συνδέσει με καθαρά εκπαιδευτικούς στόχους. Στο δεύτερο «Δοκίμιο» 25 χρόνια μετά θα διορθώσει την παραχάραξη, αναφερόμενος σε « απελευθερωτικά σχέδια». Το ιστορικό «ανακάτεμα» της Φιλόμουσου εταιρίας των Αθηνών και εκείνης της Βιέννης ακολούθησε αρκετά χρόνια μετά και ο «μέγας ιστορικός» της αγγλικής παρατάξεως Σπυρίδων Τρικούπης.
Στη συνέχεια, εντελώς ξαφνικά, με ένα λογικό και ιστορικό άλμα, ο Φιλήμων ανέφερε : «Την εταιρίαν ταύτην, ακολουθεί εκείνη των Φιλικών. Ποιοι ήσαν οι δημιουργοί της;»
Το ιστορικό ανακάτεμα , οδηγούσε στην εταιρεία που δημιούργησαν οι Βρετανοί το 1813 και μετά από, «ολίγον» Καποδίστρια και έναν εσωτερικό διάλογο, που δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε , ο συγγραφέας , έθετε μόνος του το ερώτημα, ποιοι ήσαν οι δημιουργοί της εταιρίας των Φιλικών και αμέσως απαντούσε :

«Πολλοί υψιπέται πολιτικοί ηθέλησαν να πετάξουσι δια της φαντασίας των από τον Ανταρκτικόν στον Αρκτικόν Πόλον, υποπτεύοντες δια να μην είπωμεν πιστεύοντες, ως τοιούτους τον Υπουργόν Καποδίστριαν και τινάς άλλους».(25)
Ο «ιστορικός» Φιλήμων πριν καν απαντήσει στο δικό του ερώτημα , γίνεται «δημοσιογράφος», και αρχίζει τήν διάψευση των απόψεων και την πολεμική, κατά ορισμένων ουρανοβατούντων πολιτικών τους οποίους δεν προσδιορίζει, γιατί προφανώς τότε θα ήσαν πολύ γνωστοί .
Το στυλ του ,και τα επίθετα, αποδεικνύουν ότι για να ικανοποιηθούν οι εντολείς του ,έπρεπε επιπροσθέτως, να χλευαστούν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι.
Όσοι επέμεναν ότι ο Καποδίστριας οργάνωσε την επανάσταση, ήταν «ανόητοι», «χαμένοι στα σύννεφα»,και «ταξίδευαν από το Νότιο στο Βόρειο Πόλο».

Με την φράση, «υψιπέται πολιτικοί», που είναι «δημοσιογραφική» διατύπωση πολιτικού χλευασμού , και που καμία θέση θα δεν μπορούσε να έχει σε ένα ψύχραιμο και αντικειμενικό ιστορικό δοκίμιο, ο Φιλήμων, μας υποχρεώνει να διαβάσουμε το τρίτο κεφάλαιο του «Δοκιμίου» του 1834 , περισσότερο σαν δημοσιογραφικό κείμενο, που στρεφόταν κατά των «υψιπετών, σαν μια «πολιτική μπροσούρα»,που εξυπηρετούσε έναν πολύ συγκεκριμένο πολιτικό στόχο, και λιγότερο σαν τμήμα ιστορικής εργασίας .
Να λοιπόν που βρήκαμε έναν ακόμα σοβαρό λόγο για την επίσπευση της έκδοσης. Την πολιτική ανάγκη. Μήπως η βιαστική έκδοση έγινε κατ΄επιταγήν;
Μήπως συνδυαζόταν η έκδοση του δοκιμίου με την διακοπή, ή την αναστολή έκδοσης της εφημερίδας του Φιλήμονα, ο «Χρόνος» ;
Μήπως μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη και την ανατροπή της κυβερνήσεως του, ο Φιλήμων, πού προερχόταν από τη διωκόμενη παράταξη , σαν άνθρωπος του Δ.Υψηλάντη, που είχε πεθάνει το 1832 στο Ναύπλιο, βρέθηκε αδύναμος και εκτεθημένος, και έγινε υποχείριο της παράταξης πού επωφελήθηκε από την δολοφονία του Καποδίστρια;
Μια ανάλογη εικόνα έδωσε ο Φιλήμων, στο κείμενο αφιέρωσης του «δεύτερου δοκιμίου» στην κα Μαρία Υψηλάντη, όπου περιέγραφε τα όσα τράβηξε από τα αγγλογαλλικά αγήματα το 1854 : «Καθ’ ην εποχήν εγενόμην ανάρπαστος εκ των κόλπων της οικογένειάς μου, υπό των όπλων της εν Πειραιεί κατοχής, εστερήθην δε ανεπιστρεπτεί της εικοσαετούς τυπογραφίας μου, αρπαγήσης ωσαύτως, και εδεσμεύθην μάλιστα τάς χείρας απαγορευθείς του δημοσιογραφικού μου έργου, μια μόνη καρδιά ευγενής επείδεν επί τη λυπηρά καταστάσει μου εκείνη, μια μόνη χείρ γενναία ελάφρυνε τότε το μέγα της συνεπούς οικονομικής μου απορίας βάρος ».(26) Είκοσι χρόνια πριν στο Ναύπλιο ο Φιλήμων είχε επίσης στερηθεί το δικαίωμα να δημοσιογραφεί και τότε δεν υπήρχε κανείς Υψηλάντης να τον βοηθήσει.

Εξηγήσαμε προηγουμένως, ότι η δολοφονία του Κυβερνήτη μπορεί μεν να άνοιξε τον δρόμο προς την εξουσία, στους αντιπάλους του, δεν έλυσε όμως το πολιτικό πρόβλημα.
Αν διαβάσουμε το «Ιστορικόν Δοκίμιον περί της Φιλικής Εταιρείας», σαν κείμενο, που εντάσσετο στον σκληρό πολιτικό πόλεμο που ακολούθησε τη δολοφονία του Κυβερνήτη, γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι γράφθηκε κατά παραγγελία , και ότι στην πραγματικότητα , ήταν μια εκτενής, κυβερνητική διάψευση της ιστορίας.
Η ταυτόσημη περιγραφή των γεγονότων από τον αγγλόφρονα Τρικούπη επιβεβαιώνει την ύπαρξη « πολιτικών προδιαγραφών» που έπρεπε να ακολουθήσει ο Φιλήμων κατά την σύνταξη το «.Δοκιμίου».
Τα πραγματικά πολιτικά δεδομένα της περιόδου 1833-34, στα οποία αναφερθήκαμε συνοπτικά, μας οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι ο Φιλήμων επιλέχθηκε για να συντάξει μια εκτενή και εμπεριστατωμένη διάψευση, όσων γνώριζε, η πίστευε ο λαός, και όσων υποπτευόταν η ευρωπαϊκή διπλωματία, σχετικά με την οργάνωση της επανάστασης και για τον ρόλο του Ι. Καποδίστρια σ΄ αυτήν, δικαιώνοντας την άποψη «περί αγυρτών» που διέδιδαν οι τουρκοκοτσαμπασήδες σαν τον Κανέλλο Δεληγιάννη.
Έπρεπε δηλαδή, να ανασκευάσει και να διαψεύσει τον θρύλο του Κυβερνήτη, και να αποδείξει ,ότι δεν ήταν αυτός, ο ιθύνων νους της επανάστασης, επειδή, το νέο Καθεστώς, φοβόταν την δύναμη του θρύλου και την απήχησή του στον λαό και αισθανόταν, ότι η εμπεριστατωμένη διάψευση του, και μάλιστα από άνθρωπο του «ρωσικού» κόμματος, θα το ενδυνάμωνε αποφασιστικά.
Εξαπολύθηκε μια επιχείρηση παραπληροφόρησης και από-πληροφόρησης, στηριγμένη στην λεπτομερή ανασκευή, ανασύνθεση και ανάπλαση βήμα το βήμα, των ιστορικών γεγονότων που συνεδέοντο με την προετοιμασία της ελληνικής επανάστασης .Tο νέο ελληνικό κράτος, από τη βαυαροκρατία και πέρα, η πολιτική και η συγγενική της, πνευματική ηγεσία, απεδέχθησαν αμέσως και πλήρως, το «Δοκίμιο περί της Φιλικής Εταιρείας», και υιοθέτησαν ασυζητητί έναν συγκεκριμένο τρόπο ανάγνωσης του. Με τον τρόπο αυτό, με «προεδρικό διάταγμα»,μας επεβλήθει με πολιτική απόφαση ένα υποκατάστατο της πραγματικής Ιστορίας .
Ο Φιλήμων, δεν επιλέχθηκε όμως, μόνο για τις πολιτικές αντιλήψεις του. Ήταν ο πρώτος, που προσπάθησε, με τον ζήλο του ερασιτέχνη ιστορικού, και του περίεργου δημοσιογράφου, να μαζέψει στοιχεία, και να μάθει περισσότερα. Ο πρώτος, που προσπάθησε να ξεδιαλύνει κάπως τα πράγματα, και πού για πολλά χρόνια μετά αναζητούσε εξηγήσεις. Ήταν λοιπόν ο σωστός άνθρωπος ,στη σωστή στιγμή ,για κάνει τη δουλειά που έπρεπε. Οι πληροφορίες πού του έδωσαν ο Αναγνωστόπουλος και άλλοι, το υλικό που μάζεψε, για τον οργανισμό της Εταιρίας των Φιλικών ,την Κατήχηση, τον μυστικό Κώδικα επικοινωνίας, τα «Εφοδιαστικά» και τούς Όρκους, και οτι έμαθε κοντά στον Δ. Υψηλάντη ,ήταν η πρώτη ύλη ,στην οποία βασίστηκε για να γράψει το «Ιστορικόν Δοκίμιον Περί της Φιλικής Εταιρίας».

Η πραγματική ταυτότητα της « Εταιρίας» ήταν, για όσους γνώριζαν, το πιο απόρρητο « εθνικό μυστικό», δεδομένου ότι το «εθνικό πρόγραμμα» της Εταιρίας δεν είχε υλοποιηθεί, και συνέχισε την ύπαρξη της. Το καποδιστριακό κόμμα προσπάθησε να επανακτήσει την εξουσία με την οργάνωση της μυστικής «Φιλορθοδόξου Εταιρείας» η οποία όμως κατεδόθη στις βαυαρικές αρχές και εξαρθρώθηκε .Σύμφωνα με την αστυνομία των Βαυαρών επικεφαλής ήταν ο Νικηταράς (στρατηγός Νικήτας Σταματελόπουλος) και ο αδερφός του Κυβερνήτη, Γεώργιος. Στόχος της εταιρείας ήταν η απελευθέρωση της Θεσσαλίας της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Ένας από τους μάρτυρες της αστυνομίας κατέθεσε ότι την 1η Ιανουαρίου 1840 σχεδίαζαν να συλλάβουν τον Όθωνα για να τον υποχρεώσουν να ασπαστεί την ορθοδοξία. Στην εταιρία αυτή
αναφέρθηκε και ο «παρατρεχάμενος» του αγγλικού κόμματος
Ι. Μακρυγιάννης. «Τα 1839 Δεκέμβριον μήνα ξεσκέπασαν μιαν εταιρίαν ολέθρια δια την πατρίδα και Βασιλέα. Δούλευε εδώ-μέσα εις το κράτος και έξω εις την Τουρκιά κ’ εδώ εις την πρωτεύουσα ήταν οι αρχηγοί της. Ένας από τους εταιρίστας έβαλε τον Τζάμη Καρατάσιο και πρόδωσε τα μυστήριά τους και τους πιάσαν τα ένγραφά τους και κατήχησές τους και βούλες τους. Η εταιρία αυτείνη ονομάζεται Φιλορθόδοξος. Αρχηγός αυτεινής πιάστη ο αδελφός του Καποδίστρια ονομαζόμενος Τζορτζέτος εκεί στο σπίτι του βρέθηκαν πολλά ένγραφα. Ήταν κι’ ο Νικήτας, ο Κολαντρούζος κι᾿ άλλοι αρχηγοί. Τους φυλάκωσαν, τον Τζορζέτο και Νικήτα κι᾿ άλλους. Στο μυστικόν ήταν κι’ ο υπουργός Γλαράκης, ο Οικονόμος, Μιχάλβοντας, Μεταξάς και η συντροφιά, στρατιωτικοί και πολιτικοί. Αγροικιώνταν παντού και την πρωτοχρονιά τ᾿ Αϊβασιλιού θα κάναν το κίνημά τους εις την εκκλησίαν να βαρέσουν τον Βασιλέα κι’ άλλους πολλούς και ν’ ακολουθήσουνε αυτό παντού».(27) Η «μυστική» δράση αντικατοπτρίζεται και στα γεγονότα στο ελληνικό μέτωπο κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου.

Είναι πολύ ενδιαφέρον , οτι ο ίδιος ο Φιλήμων, γνώριζε πως, η συνείδηση του εθνικού συμφέροντος, επέβαλε στους πρωταγωνιστές της επανάστασης την σιωπή, και σημείωνε στο «Δοκίμιο» : «Εσυμβούλευσαν τινές την παντελή περί της Εταιρίας και της Αρχής της αποσιώπησιν, ως επιζημίων και των δύο.»(28) Επομένως «ο δημοσιογράφος Φιλήμων», γνώριζε ότι κανείς δεν επρόκειτο να διαψεύσει την διάψευση, αν και διασώζεται ακόμη η «προφορική» πληροφορία ότι ο Κολοκοτρώνης τον χαστούκισε , όταν βγήκε από την φυλακή, για να τον
« επιβράβευση» για το «δοκίμιο» του.
Η όλη προσπάθεια διευκολύνθηκε από την « αποκλειστική» πρόσβαση του Φιλήμονα στα διαθέσιμα αρχεία της επαναστατικής προπαρασκευής , την άγνοια του κοινού , και το δεδομένο, ότι ο μεν Νικόλαος Σκουφάς πέθανε το 1818 και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ εγκατέλειψε την Ελλάδα μετά το θάνατο του Κυβερνήτη, και πέθανε στην Ρωσσία το 1851 χωρίς να μιλήσει η να γράψει ποτέ για τα γεγονότα στα οποία πρωταγωνίστησε. Η τελευταία επικοινωνία του Τσακάλωφ που γνωρίζουμε, ήταν στις 8 Αυγούστου 1832, όταν έγραψε από την Οδησσό στον Ξάνθο που ζούσε στο Βουκουρέστι. Από το γράμμα αυτό μαθαίνουμε, ότι έφυγε το Πάσχα του 1832 απ’ το Ναύπλιο, για την Κωνσταντινούπολη και μετά πήγε στην Οδησσό. «Πως ανεχώρησα και δια που και ο ίδιος το αγνοώ. Έφυγα χωρίς να ηξεύρω που ηπάγω.» έγραψε στον Ξάνθο. «Μία φοράν από Τριέστη σοι έγραψα εις Αγκώνα κάποιας προβλέψεις μου περί της μελλούσης καταστάσεως της Ελλάδος. Δι’ ολίγον καιρόν ενόμισα ότι τότε είχα απατηθεί, αλλά όχι. Η δύναμις των πραγμάτων είναι πάντοτε η αυτή.» (28)Ο Ξάνθος βέβαια αυτή την επιστολή δεν την παρουσίασε ποτέ, και ούτε βρέθηκε στο αρχείο του ,που δημοσίευσε η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρία. Ο Τσακάλωφ από την Οδησσό πήγε στην Μόσχα κοντά στον Κομιζόπουλο. Εκεί δημιούργησε οικογένεια και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Ακόμα δεν έχει εντοπισθεί ούτε καν ο τάφος του .

Ο τρόπος που χειρίστηκε το υλικό του ο Φιλήμων, προσέδωσε στο «Δοκίμιο» ποικιλία χαρακτηριστικών. Μπορεί να διαβαστεί σαν ένα ρεπορτάζ-αποκάλυψη, του στυλ «μάθετε ότι δεν ξέρετε», με συνεντεύξεις των άγνωστων πρωταγωνιστών, μόνο που του λείπουν, και ο πεθαμένος Σκουφάς, και ο σιωπηλός Τσακάλωφ, ενώ ο Αναγνωστόπουλος μιλάει οφ –δη ρέκορντ. Το τρίτο κεφάλαιο είναι καθαρά μια « μπροσούρα». Τα συμπεράσματα του προσαρμόζονται στις ανάγκες της «εργολαβίας» αλλά ταυτόχρονα πίσω από τις γραμμές της «μπροσούρας», πίσω από την «διάψευση», ο Φιλήμων , προσπάθησε να κρύψει τις δικές του απόψεις και αμφιβολίες, και να χωρέσει, πληροφορίες και υλικό, που δεν τις είχε διασταυρώσει, και που δεν ήξερε πόσο σωστές ήταν, δείχνοντας το δημοσιογραφικό του ένστιχτο. Είναι επίσης πολύ πιθανό, ότι ο Φιλήμων, δεν είχε καμία πρόθεση να οδηγήσει την «δημοσιογραφική» και ιστορική του έρευνα βαθιά, μέχρι « το κόκκαλο», ακολουθώντας και αυτός τον «κανόνα της σιωπής». Άλλα έγραφε, άλλα έδειχνε να υπονοεί και άλλα τελικά εννοούσε. Μέσα στους λεκτικούς ακροβατισμούς του, έκρυβε όσα πραγματικά δεδομένα γνώριζε, και διαψεύδοντας, επιβεβαίωνε. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι ανάμεσα, σε ιστορικό αφήγημα, σε άρθρο, και σε μυθιστόρημα και στο τέλος το βιβλίο που βγήκε για να αποκωδικοποιήσει τα μυστικά της εταιρίας των φιλικών έγινε το ίδιο «μυστικό», και απέκτησε τον δικό του κώδικα. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ενώ διέψευδε αρκετές φορές την συμμετοχή το Καποδίστρια στην προπαρασκευή της επανάστασης σε υποσημείωση του τρίτου κεφαλαίου επεσήμανε: « Ο σχηματισμός ελληνικών σωμάτων μισθοδοτούμενων από την Επτάνησον χρεωστείται εις την προσπάθεια του Καποδίστρια. Διά μερικόν καιρόν διεύθυνε και την κοινή διοίκησιν τούτων συνδέσας με τους Έλληνας ανώτερους αξιωματικούς των, τας πλέον στενάς και τας πλέον ωφελίμους σχέσεις διά το μέλλον της Πατρίδος. Η οικία του ήτο το πανδοχείον όλων των εθελοντών και προσφύγων πολεμικών της Ρούμελης και της Πελοποννήσου. Τοιουτοτρόπως αποκαθίστατο η Επτάνησος η μόνη εστία όθεν έμελλε να ενεργηθή και ώριμος πόλεμος όλης της Ελλάδος. Μετά την συνθήκη του Τιλσίτ ο Καποδίστριας είδε ματαιουμένους ως προς τούτο το μέρος τους υψηλούς σκοπούς του». Και αμέσως μετά συμπλήρωνε: « (Ο Καποδίστριας) υπηρετούσε τη Ρωσσία αφωσιωμένος πάντοτε εις την Ελλάδα και εις την σωτηρία της .Ίσως δυνηθώμεν να εξηγήσωμεν άλλοτε, όσα ο μέγας ούτος νους εμελέτα περί της Ελλάδος μέτρα, χρονιώτερα μεν κατά μέρος, αλλά πλέον βάσιμα και εκτεταμένα» . Την ίδια στιγμή λοιπόν που εμφάνιζε τον Καποδίστρια σαν Κοραή, τον παρουσίαζε έτοιμο να αρχίσει το 1807 τον πόλεμο για την απελευθέρωση της Ελλάδας, και είχε το κουράγιο να διαφωνεί έστω και σε υποσημείωση με την κυβερνητική προπαγάνδα και να γράφει ότι, «ο Καποδίστριας ήταν αφοσιωμένος πάντοτε στην Ελλάδα». Η υπόσχεση του, να αναφερθεί « κάποτε» στα σχέδια του Καποδίστρια που γνώριζε, δεν τηρήθηκε ποτέ.
Η αποκωδικοποίηση των προθέσεων του Φιλήμονα-Βασιλείου μπορεί να γίνει μόνο με την προσεκτική ανάγνωση του δεύτερου και πιο συστηματικού «Δοκιμίου», του 1859 , όπου ο ίδιος, έδωσε ορισμένα κλειδιά, για το ανάποδο διάβασμα του έργου του ,και άφησε στον ιστορικό του μέλλοντος τη λύση των δικών του ερωτηματικών.

Η παραπληροφόρηση

Η «διόρθωση», της ιστορίας, άρχιζε από το εξώφυλλο του «Ιστορικού Δοκιμίου» αφού η οργάνωση της Οδησσού, ελέγετο , «Εταιρία των Φιλικών»,και όχι «Φιλική Εταιρία», όπως την βάπτισαν, «διορθώνοντας», τα γλωσσικά λάθη, των «παρακατιανών» ιδρυτών της, για τα οποία χλεύαζε τον Σκουφά ο Τρικούπης. Ας επιστρέψουμε όμως στην φράση κλειδί, που αποκαλύπτει , όπως είπαμε, το στοιχείο της πολιτικής «μπροσούρας» . «Πολλοί υψιπέται πολιτικοί ηθέλησαν να πετάξουσι δια της φαντασίας των από τον Ανταρκτικόν στον Αρκτικόν Πόλον, υποπτεύοντες δια να μην είπωμεν πιστεύοντες, ως τοιούτους τον Υπουργόν Καποδίστριαν και τινάς άλλους». Στη συνέχεια η διάψευση γινόταν πιο συγκεκριμένη : (23)«Ανέτρεξαν τινές, εις προγενεστέραν εποχήν, πλάττοντες συμφωνίες μεταξύ του Καποδίστρια, του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου (του Φυραρή) και του Ροδοφοίνικος.». Εάν επομένως υπήρξε προγραμματισμός και σχεδιασμός με τη συμμετοχή του Καποδίστρια αυτό ήταν « πλάσμα της φαντασίας μερικών». Η παράγραφος αυτή ήταν συγκεκριμένη υποχρέωση διάψευσης πραγματικού γεγονότος ,γατί το 1811 ιδρύθηκε στη Μόσχα η στοά «Φοίνιξ» (24)με την παρουσία του Ιωάννη Καποδίστρια, του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (Φυραρή) και του Διονυσίου Ρώμα ,και του ετέρου Έλληνα διπλωμάτη στην υπηρεσία του Τσάρου του Ροδοφοινίκη που ήταν διευθυντής ασιατικών υποθέσεων και είχε χρησιμοποιηθεί σαν πράκτορας- σύνδεσμος κατά την σερβική επανάσταση . Η «δημιουργική» φαντασία του Φιλήμονα , φρόντισε μόνον για την εξαφάνιση του Κόντε δε Ρώμα, και την αναβάθμιση του Κωνσταντίν Κωνσταντίνοβιτς Ροδοφοινίκη , που είχε στην επαναστατική Εταιρία, τον κωδικό, ο «Φρόνιμος», και τον οποίο ο κατάλογος των 692 πρωταγωνιστών της Εταιρίας που συνέταξε ο Φιλήμων το 1859 τον παραλείπε . Η διάψευση ωστόσο επιβεβαιώνει σε όσους γνώριζαν ασαφώς, την επαφή, την συμφωνία και τη συνάντηση του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου με τον Καποδίστρια, και υποψιάζει αυτούς που δεν την γνώριζαν.

Επειδή όμως, ο Φιλήμων δεν είχε τρόπο να αποδείξει, ότι «επλάσθησαν οι συμφωνίες» και για να δώσει μια επίφαση αντικειμενικότητας έγραφε: «Και αν εκλάβομεν εναντίον πάσης πίστεως, ως πιθανόν, ότι εμελέτησαν ούτοι , την πέραν του Δουνάβεως μετάβασιν των ευρισκομένων εις την Ρωσσίαν Ελληνο-Βουλγάρων, τούτο δεν δύναται να έχει τι κοινόν μήτε ως προς τας αρχάς μήτε ως προς την φύσιν της Φιλικής Εταιρίας.» Έτσι μ’ έναν άτσαλο τρόπο, εμφάνιζε ένα περιεχόμενο συμφωνίας ανύπαρκτο ,που το σκέφθηκε μόνος του, την διάβαση του Δούναβη από τους Ελληνο-Βουλγάρους , το οποίο παρεπέμπε σε σχέδιο κατάληψης των ηγεμονιών, που θα εξυπηρετούσε τις φιλοδοξίες των φαναριώτικών οικογενειών ,τις οποίες είχαν εκθέσει στον Καποδίστρια το 1818 στο Κισινιέφ, ο Μαυροκορδάτος (ο νεότερος) και ο Πανταζόγλου ως απεσταλμένοι του Καρατζά και του Καλλιμάχη . Όμως, οι «πλάθοντες σχέδια» , ανεφέροντο σε σχέδιο για την ανεξαρτησία της Ελλάδας, και όχι σε επιχειρήσεις στη Μολδοβλαχία. Το καλύτερο βέβαια είναι η κατάληξη, γιατί εκεί βρίσκεται η ουσία. Οι συμφωνίες Καποδίστρια-Μαυροκορδάτου, και αν υπήρξαν δεν έχουν καμία σχέση με την Φιλική Εταιρία. Αυτός ήταν ο στόχος της διάψευσης. Ο «πολυμήχανος» Φιλήμων για να μην «καρφωθεί» την έβαλε σε υποσημείωση. Αν διαβάσουμε ανάποδα την διάψευση, μας λέει ότι υπήρχαν συμφωνίες Καποδίστρια- Μαυροκορδάτου που είχαν σχέση με την εταιρία των Φιλικών.
Η εργολαβική διάψευση όμως δεν μπορούσε να προσπεράσει τον Ρήγα: «Άλλοι υπέθεσαν τους οπαδούς του Ρήγα Φεραίου», σημείωνε, και με τόλμη σχολίαζε: «Αι υπολήψεις έχουσι δύναμιν σημαντικήν εις τα πνεύματα των ανθρώπων, αποκαθιστώσαι πιστευτά και τα πλέον ανύπαρκτα». Δηλαδή, ο θρύλος του Ρήγα, έκανε αυτούς τους «άλλους», να βλέπουν φαντάσματα. Από την πολεμική του Φιλήμονα , πρέπει να συγκρατήσουμε, ότι το 1834 στην ελεύθερη πια Ελλάδα, υπήρχαν εν ζωή πολλοί άνθρωποι που ησχολούντο με την πολιτική, και οι οποίοι απέδιδαν την προετοιμασία της Επανάστασης στον Καποδίστρια και «τινάς άλλους», και ότι συνέδεαν την υπόθεση με τους οπαδούς του Ρήγα Φεραίου.

Στο Δεύτερο δοκίμιο ,θα συνεχίσει τη διάψευση της σύνδεσης της ελληνικής επανάστασης με τα ευρωπαϊκά κινήματα. «Ερρέτωσαν ούτως όσοι υπέλαβον, ή από σκοπού εκήρυξαν, την Φιλικήν Eταιρίαν ως κλάδον των Ανθρακέων (Καρβονάρων), ή απομίμησιν των lακωβίνων» Αυτή η διάψευση όμως ήταν και «εθνική υπόθεση», από το ΄21 και μετά. Έτσι πάντως μας επιβεβαιώνε τη βαθειά ιακωβίνικη επιρροή στο ελληνικό κίνημα και την σχέση της «Αγίας Ελληνικής Επανάστασης» με τους «άθεους», και τους «σατανάδες», Ιακωβίνους και Καρμπονάρους.
Μετά από πολύ κόπο, αφού διέψευσε όλες τις λογικές εκδοχές για την προετοιμασία της επανάστασης, προ του λογικού και ιστορικού αδιεξόδου που τον οδηγούσαν οι διαψεύσεις, ο Φιλήμων, αναφώναξε Εύρηκα. Βρήκε τη λύση ,ως γνήσιος Διάου (25), στο μέγα ερώτημα , πως άρχισε η Επανάστασις , και με ενθουσιασμό απαντά. Ποιος Καποδίστριας; και ποιος Ρήγας Φεραίος; «Η φύσις» κύριοι!!! «Φαίνεται όμως άπορον πάρα πολύ ότι μέγα μέρος ανθρώπων ότι δε θέλησε να ρίψη και εν όμμα εις την μεγάλην οικογένειαν της Φύσεως. Ημείς θέλομεν ακολουθήσει εναντίον εκ διαμέτρου δρόμον και θαρούμεν, ότι θέλομεν πλησιάσει την αλήθειαν.». Νομίζω ότι η παράγραφος αυτή δίνει ένα ακόμα από τα κλειδιά για να διαβάσουμε ανάποδα την διάψευση της ιστορίας. Μόνος του δηλαδή ο Φιλήμων, μας δείχνει , «τον εκ διαμέτρου αντίθετο δρόμο»,που αν τον ακολουθήσουμε και εμείς, «θέλομεν πλησιάσει την αλήθειαν.». Ο Φιλήμων, χρειάστηκε μόνο, τρεις σελίδες, για να ανατρέψει και να διαψεύσει όλα τα πραγματικά γεγονότα και να θέσει τις βάσεις της παραμυθοστορίας, που « έπρεπε» να μας σερβίρει. Μετά τον δημοσιογράφο έπιασε δουλειά ο Αίσωπος, που απαλλαγμένος ,από τα γεγονότα , άρχισε το «κέντημα».

Μια φορά κι έναν καιρό, «κατά τα τέλη του 1813 διεχύθη εις την Οδησσόν η φήμη της δια του Καποδίστρια ενισχυθείσης Φιλομούσου εταιρείας εις την Βιέννη.» Βεβαίως, το ότι το 1813 ο Καποδίστριας ακολουθούσε τον Τσάρο στο μέτωπο και βρισκόταν στην Ελβετία, και το οτι δεν μπορούσε να «διεδόθη η φήμη» ,το 1813 στην Οδησσό ,αφού η Φιλόμουσος Εταιρεία ιδρύθηκε την 1-1-1815 είχαν μικράν σημασία, για τον «ιστορικό» μας και τους πελάτες του. Στη συνέχεια ο Φιλήμων ξόδεψε μια ολόκληρη σελίδα με αερολογίες και φλυαρίες για να τετραγωνίσει τον κύκλο , να τεκμηριώσει το αδύνατο και το παράλογο και να αποδείξει ότι τα άλογα είναι πράσινα . « Τα πνεύματα μερικών νεαρών Ελλήνων αναπολούσαν το ανυπόστατο», « η ενεργητική ιδέα περί της ελευθερίας κυοφορείται αυτομάτως», «τρεις άγνωστοι μεταξύ τους και έπειτα φίλοι»,
« άνθρωποί άπειροι που αγνοούσαν πώς να ζητήσουν αυτό που επιθυμούσαν» ,
ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος συσκέπτονται χωρίς να αποφασίσουν τίποτε. Ο Σκουφάς όμως που «καίγεται» επανέρχεται με γραπτές παρατηρήσεις για την ελευθερία της Ελλάδας, που προκαλούν τα γέλια των άλλων δύο . Τα γέλια, κάθε σοβαρού μελετητή θα έπρεπε να προκαλέσει η απελπισμένη προσπάθεια του Φιλήμονα να εμφανίσει τρεις αγνώστους να έρχονται σε επαφή χωρίς να εξηγεί πότε και πώς, και να αρχίζουν τον σχεδιασμό μιας επαναστατικής οργάνωσης, οι άσχετοι και οι «ασήμαντοι» που έλεγε ο Τρικούπης, και όλα αυτά χωρίς ημερομηνίες αλλά με το «κάποτε στην Οδησσό το 1813» . «Η τοιαύτη κατάστασις των πραγμάτων διήρκεσεν ως τα μέσα του 1814». Αυτή ήταν η «θεωρία των δύο Φάσεων» . Μια προκαταρκτική-αναγνωριστική από το 1813 και πριν το συνέδριο της Βιέννης, όπως έγραφε, και μια ουσιαστική , που ακολούθησε την συγκρότηση από τον Καποδίστρια της Φιλομούσου Εταιρείας στη Βιέννη, την οποία όμως μπερδεύει σκόπιμα με την αγγλική εταιρία των Αθηνών. Η βάση χρονολόγησης των γεγονότων από τον Φιλήμονα , είναι οι δύο φάσεις, πριν και μετά , την ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας , στη Βιέννη . Και αυτό δείχνει ότι έπρεπε -για κάποιο σπουδαίο λόγο - να τεκμηριώσει, το πώς , η πρωτοβουλία των τριών, (ανεξάρτητα από το ποιοι) ,προϋπήρξε της Φιλομούσου Εταιρείας. Η πρωτοβουλία, προΰπηρξε του Συνεδρίου της Βιέννης. Η θέση αυτή είναι, ένα τα θεμέλια της πλαστογραφίας. Έτσι έπλασε, τη συνάντηση το 1813 των τριών φίλων, στην Οδησσό , ανεξάρτητα απ' το γεγονός, όπως θα δούμε αργότερα, ότι ο Τσακάλωφ τότε βρισκόταν στο Παρίσι, οι οποίοι συζητούν, περί της δημιουργίας μίας επαναστατικής Εταιρείας και πού, όταν «μαθαίνουν» τα νέα από τη Βιέννη , ενθουσιάζονται και υλοποιούν τα σχέδιά τους . Μέσα από το ανακάτεμα ημερομηνιών και οργανώσεων όμως, προβάλλει το γεγονός ότι η επαναστατική προσπάθεια άρχισε στο συνέδριο της Βιέννης και συνδέεται , με την Φιλόμουσο Εταιρία που ίδρυσε ο Καποδίστριας. Το γεγονός αυτό μας το επιβεβαιώνει και μια άλλη πηγή, η Ρωξάνη Στρούτζα της οποίας τα απομνημονεύματά εξέδωσε η καθηγήτρια Ελένη Κούκου. Η Ρωξάνη, εγράφε για το πώς, της ανακοίνωσε ο Καποδίστριας στη Βιέννη, ότι δεν μπορούσε να την παντρευτεί, ενώ όλη η ρωσσική αυλή περίμενε τον γάμο των δύο Ελλήνων.«Πρέπει να προσφέρω τον εαυτό μου θυσία, στους Αγώνες για την πατρίδα μας, για την Ελλάδα και αυτόν τον δρόμο της θυσίας πρέπει να τον βαδίσω μόνος μου».(21) Στη συνέχεια θα μπορέσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τη φράση αυτή.
Ολοκληρώνοντας τις σκέψεις του για το προκαταρκτικό στάδιο ο Φιλήμων διατύπωσε το ακόλουθο συμπέρασμα : «Εις την Βιέννην άρα ενισχύθη η Φιλόμουσος, εις δε την Οδησσόν εσυστήθη η Πολιτική Εταιρία της Ελλάδος». Το πως μπορεί να στηθεί ένας συλλογισμός που εξισώνει το «ενισχύθη» με το «εσυστήθη», μόνον η ανάγκη να παρουσιασθεί η οργάνωση της Οδησσού σαν Πολιτική Εταιρία, το δικαιολογεί.

Στη συνέχεια, πέντε χρόνια μετά, το 1839 ,άλλαξε, ή τον έπεισαν να αλλάξει, άποψη, υποβίβασε τον Αναγνωστόπουλο και λάνσαρε το «τρίδυμο», Ξάνθος-Τσακάλωφ-Σκουφάς, χωρίς να τροποποιήσει το «διφασικό» σύστημα. Το γιατί, το «σενάριο» απαιτούσε τρεις αρχηγούς και όχι δύο, έναν, ή τέσσερεις, πρέπει να το αποδώσουμε στο λογοτεχνικό τάλαντο του «δημιουργού» , και να το συνδέσουμε με τον «μαγικό» αριθμό 3 και με τον συμβολισμό της Αγίας Τριάδος, του τρισυπόστατου , που διευκόλυνε τους χριστιανούς ορθοδόξους, να «καταπιούν το χάπι».Οι πέντε πάντως αποκλείονταν γιατί τότε θα ήταν Καρμπονάροι.

Στην διορθωμένη παραλλαγή του 1839, με τον Ξάνθο, προστέθηκε και το καρύκευμα, της γνώσης από τον νέο πρωταγωνιστή , των «φοβερών τεκτονικών μυστικών»,τα οποία έμαθε… περνώντας από τη Λευκάδα. Το καρύκευμα είχε τόση επιτυχία , ώστε ο τέκτων καθηγητής της ιστορίας, στο πανεπιστήμιο Αθηνών Α.Π. Δασκαλάκης,(22) στην εισαγωγή του στα απομνημονεύματά του Ξάνθου, (την εποχή της χούντας), να σημειώνει :«Δεν είναι γνωστόν μέχρι ποιου βαθμού έφθασε, αλλά λαμβανομένου υπ’ όψιν του βραχυτάτου χρονικού διαστήματος, κατά το οποίον παρέμεινε εις Λευκάδα, και δεν αναφέρεται να χρημάτισε μέλος άλλης στοάς ,δεν θα προχώρησε πέραν του πρώτου βαθμού. Αλλ’ αυτή η απλή μύησις υπήρξεν αποφασιστική δια την περαιτέρω εθνικήν δραστηριότητα του ,διότι εκείθεν ενεπνεύσθει την ιδέαν της ιδρύσεως μιας μυστικής εταιρίας με σκοπόν την απελευθέρωση της Ελλάδος.» Να λοιπόν, που η Στοά έδωσε μια σπρωξιά στον Ξάνθο, για να μπει στην ιστορία από το παράθυρο. Γιατί η Στοά, διάλεξε από τους εκατοντάδες επιφανείς τέκτονες της επανάστασης τον Ξάνθο θα το αντιληφθούμε στη συνέχεια. Το γεγονός είναι ότι ο Ξάνθος αλληλογραφούσε με τον Ρώμα στο διάστημα Ιούνιος-Ιούλιος 1822, όταν αυτός βρισκόταν στην Βενετία, όπου είχε καταφύγει το 1820 για να αποφύγει την καταδίωξη του Μειτλάντ και τη φυλάκιση. Στο αρχείο του ΕΛΙΑ υπάρχουν επιστολές του Ξάνθου προς τον Ρώμα και από την « κρίσιμη» για την επανεμφάνιση του περίοδο, του 1835-39 . Ο Ρώμας του είχε γράψει στις 12/24 Ιουνίου 1822 την ακόλουθη υπόσχεση την οποία κράτησε: «Άμποτε η θεία πρόνοια να θεσπίση την ανάστασιν και ανεξαρτησίαν του ημετέρου γένους, και τότε δεν θέλει να μείνουν απλήρωτοι οι κόποι σας και άδοξαι αι θυσίαι σας προς το κοινόν όφελος». Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι τα «απομνημονεύματά» του Ξάνθου αποτελούν σε όλες τις παραλλαγές τους αντιγραφή, μερικές φορές κατά λέξη του κειμένου του «Δοκιμίου περί της Φιλικής Εταιρίας» , γεγονός που αποδεικνύει και την στενή τους συνεργασία αλλά και την « ιστορική» καθοδήγηση του Ξάνθου από τον Φιλήμονα. Το «Δοκίμιο», αναγόρευσε τον Φιλήμονα, στον «Γκουρού», τον κατεξοχήν δηλαδή, «ιστορικό» της ελληνικής επανάστασης, και είναι χαρακτηριστικό ότι τα πρώτα ιστορικά και αυτοβιογραφικά έργα που ακολούθησαν έκαναν παραπομπές σε αυτό. Πολλοί αγωνιστές μάλιστα που αναζητούσαν μια θέση στην Ιστορία του παρέδιδαν τα αρχεία και τα ντοκουμέντα τους . Ο μόνος που του έδωσε μεν « κάτι » αλλά άσκησε « έμμεση κριτική ήταν ο Χρ.Περραιβός, , ο οποίος στα «Πολεμικά Απομνημονεύματά », το 1836, έγραφε: « Περί δε της δευτέρας Εταιρίας ο κ. Ιωάννης Φιλήμων έγραψε κατά πλάτος και ανεκάλυψε και ικανά πράγματα, τα οποία ήσαν άγνωστα και ως εκ τούτου πιθανόν να ελησμονώντο παντάπασιν». Ο βουτηγμένος μέχρι το κόκκαλο στην επανάσταση Περραιβός, αναφερόταν στην «δεύτερη» Εταιρεία και το ποια θεωρούσε πρώτη είναι ακόμα και σήμερα ζήτημα πολλών αναλύσεων. Η επισήμανση του ,ότι ο Φιλήμων «ανακάλυψε πολλά», ήταν σαφέστατα ειρωνικός σχολιασμός , αφού ο ίδιος ο Περραιβός ήξερε πολύ περισσότερα, αλλά ακολούθησε τον « κανόνα της σιωπής» .

Ένα παράθυρο για την αλήθεια

Αρκετά χρόνια αργότερα, στο «Ιστορικό Δοκίμιο περί της ελληνικής Επαναστάσεως», πιο ώριμος, πιο σίγουρος, και με λιγότερες δεσμεύσεις, ο Φιλήμων θα προσπαθήσει να ανασκευάσει τον εαυτό του,

« ούτως εθεωρούμεν πάντοτε ατελές και πολλαχού εσφαλμένον το περί της Φιλικής Εταιρίας Δοκιμίον του 1834, εν ω οι πάντες εντελές και αδιαφιλονείκητον παρεδέχοντο, μη υπαρχούσης άλλης επί του αυτού αντικειμένου συγγραφής πλουσιοτέρας και ακριβεστέρας» , δίνοντας με αριστοτεχνικές διατυπώσεις ενδείξεις της πραγματικής ιστορίας, χωρίς όμως να ανατρέψει την αρχική του κατασκευή και χωρίς να ακυρώσει τον προσωπικό του πια μύθο, του ιστορικού της Ελληνικής Επαναστάσεως. Ας τον απολαύσουμε. Γράφει: «Έμποροι εν Μόσχα εκυοφόρησαν την προς επανάστασιν εθνικήν ενότητα, έμποροι εν Οδησσώ εμαιεύσαντο, και έμποροι εν Κωνσταντινουπόλει εθήλασαν ταύτην.» (26) Το παραμύθι των τριών της Οδησσού καταργείται. «Έμποροι εν Μόσχα εκυοφόρησαν» ,δηλαδή από εμπόρους στη Μόσχα, ξεκίνησε η οργάνωση. Εκεί έγινε η «σύλληψη και η κυοφορία. Επιβεβαιώνει, έτσι, ότι πριν την οργάνωση της Οδησσού, προΰπήρχε ένας πυρήνας στη Μόσχα. Μετά την κύηση, το δεύτερο φυσικό στάδιο, η γέννηση. «Εν Οδησσώ εμαιεύσαντο».Δικαιώνει επομένως στα 1859, τον Σπηλιάδη πού έγραφε το 1851, «οτε κατήλθεν ο Σκουφάς, Απόστολος». Άλλωστε ο Φιλήμονας έσπευσε πρώτος να χειροκροτήσει το ιστορικό έργο του Σπηλιάδη μόλις εκδόθηκε, , αν και από τις πρώτες σελίδες του, αναιρούσε το Δοκίμιο του. Ο Φιλήμων αξιοποιώντας στο σχήμα της περιγραφής του την σχέση των αδελφών Σέκερη με την οργάνωση μας έδωσε , ένα ακόμα κλειδί, για να διαβάσουμε σωστά τον κώδικα του. Πρώτα ο Γεώργιος στην Μόσχα ,μετά ο Αθανάσιος στην Οδησσό και τέλος ο Παναγιώτης στην Πόλη. Στην δεύτερη Ιστορία άλλαξε και το σενάριο των τριών ,που έγιναν οκτώ και άνω. «Η γενναία σύλληψις και η γενναιοτέρα έναρξις της εφαρμογής της ελληνικής ενότητος απέκειτο τή μέση τάξει τη εμπορική ιδίως. Νικόλαος Σκουφάς, Αθανάσιος Τσακάλωφ, Αθανάσιος Σέκερης, Εμμανουήλ Ν. Ξάνθος, Παναγιώτης . Αναγνωστόπουλος, Παναγιώτης Σέκερης Αντώνιος Κομιζόπουλος και οι τοιούτοι» .Ενώ στην Μπροσούρα του 1834 ,δεν μπόρεσε να «χωρέσει», έναν πολιτικό στόχο της επανάστασης στην δεύτερη εκδοχή έγραφε: «Κύριον είχεν αύτη σκοπόν … το όλον μεν περιλαμβάνουσαν των διαφόρων υπό το σύμβολον της Ορθοδοξίας ενουμένων εθνικοτήτων της πεπτωκυίας ελληνικής αυτοκρατορίας σημείον δέ κυριώτατον έχουσαν την καθέδραν ταύτης, την Κωνσταντινούπολιν»
Αυτός λοιπόν ήταν ο σκοπός της Επανάστασης. Η δημιουργία της Ελληνικής Αυτοκρατορίας και η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Αλλά ο σκοπός αυτός, θα πρέπει να αναχθεί στην «μήτρα»,πού «κυοφόρησε» την οργάνωση. Η χρησιμοποίηση της παραβολής της «σύλληψης», μας πάει υποχρεωτικά πιο μακριά. Για να γίνει η «σύλληψις», απαιτούνται δύο πόλοι. Ο αρσενικός και ο θηλυκός, και επομένως έτσι , μας δείχνει την ύπαρξη του πόλου ,του «κρίνου»,πού γονιμοποίησε την «μήτρα» της Μόσχας ,πού «κυοφόρησε» την Εταιρεία των Φιλικών. Στη συνέχεια διορθώνει ένα άλλο, πολύ μεγάλο λάθος του παραμυθιού της «Χαλιμάς» του 1834 . « Καταλλήλως οι δημιουργοί ωνόμασαν το σύστημα τούτο «Eταιρίαν των Φιλικών», εν τω πνεύματι της αγάπης και ουχί Εταιρίαν των Ελλήνων εν τω πνεύματι της ατομικότητος ως έσφαλον οι εν Μόσχα επί του 1820 οργανώσαντες επί τω αυτώ σκοπώ τήν «Φιλόμουσον και Φιλάνθρωπον Γραικικήν Εμπορικήν 'Εταιρίαν».

Επειδή, όταν έγραφε το παραμύθι του 1834 ,δεν ήξερε τι έγραφε το χαρτί πού υπέγραψε ο Υψηλάντης, στην Αγ.Πετρούπολη, άφησε μια τεράστια τρύπα στην ιστορία του, την οποία προσπαθεί να μπαλώσει, γνωρίζοντας ότι ο πολύς κόσμος δεν ήξερε το έγγραφο αυτό .Ο Υψηλάντης ανέλαβε έφορος μιας ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ, της οποίας τα ηγετικά στελέχη βρισκόταν στη Μόσχα . Αυτό , ο «ιστορικός» μας, το γνώριζε πια όταν έγραφε το δεύτερο δοκίμιο και αφού δεν μπορούσε να το διορθώσει, έκανε ότι και κάθε καλός δημοσιογράφος, όταν βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Προσπαθεί να δημιουργήσει σύγχυση. Ανακατεύει την Ελληνική Εταιρία με τη νέα μετωπική οργάνωση «Φιλόμουσον καί Φιλάνθρωπον Γραικικήν Εμπορικήν 'Εταιρίαν», υπονοώντας ότι, ήταν «συνθηματικό» το κείμενο, και επομένως ,το γεγονός ότι, ο Υψηλάντης υπέγραψε έφορος της Ελληνικής Εταιρίας, παραπέμπει στην Εταιρία των Φιλικών. Μπορεί όμως απλά, να ήθελε να μας υποψιάσει για να βρούμε το πραγματικό όνομα της Εταιρίας. Ο Φιλήμων γνώριζε τότε βέβαια, όπως τώρα ξέρουμε και εμείς, ότι η Γραικική 'Εταιρία συνεστήθει ως προκάλυμμα των επαναστατικών δραστηριοτήτων ,μετά την ανάληψη της Γενικής Εφορίας από τον Υψηλάντη ,ο οποίος παρουσίασε το καταστατικό της στον Καποδίστρια. Αλλά αυτά για τον τολμηρό ιστοριογράφο θα είχαν ίσως σημασία στο μέλλον. Επιβεβαιώνει , ότι οι «έμποροι εις την Μόσχα», δημιούργησαν την « Γραικικήν 'Εταιρίαν», και μας αφήνει την πόρτα ανοιχτή ,προς αναζήτηση της αλήθειας.

Στην δεύτερη, «βελτιωμένη», έκδοση με αριστοτεχνικό τρόπο ο Φιλήμων εξήγησε, ότι η Εταιρία των Φιλικών ήταν απλά, μια μετωπική οργάνωση ,ένας μηχανισμός, για να διαδίδει το Κέντρο της Επανάστασης την πολιτική του, γιατί αυτό, το Κέντρο, προετοίμαζε τον πόλεμο. Μας πληροφόρησε έτσι , ότι η οργάνωση της Οδησσού δεν ήταν το Κέντρο που σχεδίασε την επανάσταση.
« η Φιλική Εταιρία συνεκροτήθη ουχί προς κατήχησιν, διότι κατηχήσεως ανάγκην δια την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν αυτού ούτε ο Έλλην, ούτε ο Βούλγαρος ή ο Σέρβος είχον, αλλά προς την μόρφωσιν ενός του γενικού πνεύματος του κέντρου, εις ο απέκειτο η προπαρασκευή προς τον πόλεμον· και, επειδή η τοιαύτη εργασία αδύνατος ην εν τω φανερώ, διό τούτο επήλθεν η υποχρεωτική προσφυγή εις μέτρα εν τω κρυπτώ».(27) Παράλληλα παρουσιάζοντας αναλυτικά, με έγγραφα, τη δραστηριότητα των Φιλικών επί της αρχηγίας Υψηλάντη, μας έδωσε το μέτρο σύγκρισης με το μετωπικό σχήμα που εμφανίστηκε στην Οδησσό.

Το καλύτερο και πιο αριστοτεχνικό εύρημα του, είναι η επεξήγηση του ρόλου της Φιλομούσου Εταιρίας πού ίδρυσε ο Καποδίστριας στη Βιέννη, χωρίς να αναφερθεί, καθόλου σ΄αυτόν, και χωρίς να διαψεύσει ταυτόχρονα τούς «αγγλο-Τρικούπηδες».«Μάλιστα δε, όπως εργάζηται η Φιλική Eταιρία ελευθερώτερον και επιτυχέστερον, διαφεύγουσα και της τουρκικής εξουσίας τας υπονοίας και της ευρωπαϊκής διπλωματίας τήν οξυδέρκειαν και την συστηματικήν προσοχήν, εκαλύπτετο υπό το πρόσχημα της ηθικής εργασίας υπέρ των γραμμάτων, μάλλον δε συνεχέετο προς το φαινόμενον μετά της Φιλομούσου των Αθηνών Εταιρίας.».

Δύο χρόνια μετά ,το 1861, ((28) στον τέταρτο τόμο της Ιστορίας του, δημοσίευσε τα έγγραφα του «Ελληνόγλωσσου Πανδοχείου» που του παρέδωσε ο Σκυλίτσης- Ομηρίδης. Έχει ιδιαίτερη σημασία το σχόλιο του Φιλήμονα που τα συνόδευε. «Επί τούτων στηρίζει ο συμπολίτης ημών Ομηρίδης την αρχική μόρφωσιν και εφαρμογήν της Φιλικής Εταιρίας πρώτον κατά το 1814 και ουχί κατά το 1816.». Από τη φράση αυτή βλέπουμε τη συμφωνία του Φιλήμονα με τον Σπηλιάδη για την εμφάνιση της εταιρίας των Φιλικών στην Οδησσό το 1816, και επομένως διαπιστώνουμε πως το 1861 είχε πια εγκαταλείψει την εκδοχή Οδησσός 1813-1814. Σημασία έχει και το αυτοσαρκαστικό σχόλιο του, για την όλη κατασκευή, του πρώτου δοκιμίου και για τους ήρωες «του μυθιστορήματος του». « Εάν παραδεχθούμε ως αδιαφιλονίκητα τα του φίλου Ομηρίδου, βλέπουμε ναυαγούντες , τους Σκουφά, Ξάνθο, Αναγνωστόπουλο και λοιπούς και από το ναυάγιο αυτό να σώζεται μόνον ένας, ο Τσακάλωφ. Επομένως αυτούς μπορούμε να τους θεωρούμε αναμορφωτές και όχι θεμελιωτές».

Επισημάναμε ήδη, τη φράση κλειδί, «Εσυμβούλευσαν τινές την παντελή περί της Εταιρίας και της Αρχής της αποσιώπησιν, ως επιζημίων και των δύο», με την οποία Ιωάννης εδώ μας εξηγεί πολλά. Εάν ,οι πρωταγωνιστές θεωρούσαν επιζήμια και για την Ελλάδα αλλά και για τους ίδιους την αποκάλυψη των μυστικών της ελληνικής επανάστασης, εξηγείται ο πέπλος σιωπής. Οι πραγματικοί ήρωες, οι επαναστάτες του ’21, δεν είχαν στο νου τους ούτε την ιστορική αποκατάσταση ούτε τον θρίαμβο στην κοινή γνώμη. Αλλά μόνο το εθνικό συμφέρον. Δεν έτρεχαν στα «κανάλια» για να δοξαστούν. Αντίθετα ο μόνος αυτογραφούμενος «εθνικός ηγέτης» ήταν ο Ξάνθος, που τύπωνε υπομνήματα και φώναζε «εγώ, ήμουν ο πρώτος αρχηγός».
Η Αρχή δεν έπρεπε να μαθευτεί. Ίσως αυτό το νόημα να έχει και η επιστολή που έστειλε στον Φιλήμωνα, όταν αυτός ανήγγειλε το 1834 την έκδοση του «ιστορικού δοκιμίου περί της Ελληνικής Επαναστάσεως», ο μεγάλος αδελφός του κυβερνήτη Βιάρος και στην οποία ανέφερε : «Εν μόνον σας παρακαλώ ιδίως, και δια το συμφέρον της πατρίδος, ίνα προφυλάξητε τον αδελφόν μου, Ιωάννην». Ο Φιλήμων δημοσίευσε στον πρόλογο του δεύτερου δοκιμίου, το 1859 ,μόνο αυτή τη φράση την οποία σχολίασε γράφοντας: «Τι μπορούσε να σημαίνει η παράκλησις του Βιάρου; Πώς εξηγείται η προσπάθεια του Καποδίστρια να συνδράμει τον Γαλάτη στη Μολδαβία και τη Βλαχία; Πώς εξηγούνται οι οδηγίες που απέστειλε με τον Μπενάκη στον Μαυρομιχάλη το 1818; Αλλά και οι εισηγήσεις του προς τον Υψηλάντη, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου ». Κλείνοντας την εισαγωγή του δευτέρου δοκιμίου έγραφε : «Αλλά και αν έτσι έχουν τα πράγματα ποιος γνωρίζει αν εις στο μέλλον δεν αποκαλυφθούν πράγματα τα οποία σήμερα καλύπτει η επίδραση του παρόντος χρόνου. Πιστεύουμε, ότι αυτό είναι το πιο πιθανό δεδομένου ότι από αξιόπιστη πηγή μάθαμε ότι λίγο πριν την 27η Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας έστειλε την προηγούμενη αλληλογραφία του, προς διαφύλαξη προς τον πιστό του φίλο, Αλέξανδρο Στούρτζα, που διέμενε τότε στην Οδησσό. Προείδε μήπως τον μέλλοντα βίαιο θάνατό του και πρόλαβε να εξασφαλίσει τα προηγούμενα ίσως δε και πολλά από τα επόμενα έγγραφά του για να μην περιέλθουν σε περίπτωση ανωμαλίας σε ξένα χέρια;»Η αναφορά, του Φιλήμονα, στα « ξένα χέρια», επιβεβαιώνει πάντως εμμέσως ότι μετά το θάνατο τον Κυβερνήτη πραγματοποιήθηκε επιχείρηση ανεύρεσης του αρχείου του.

Ο Στούρτζας πάντως φρόντισε να προστατεύσει πλήρως τον Καποδίστρια. Αυτός, που γνώριζε πολλά, έκαμε σωστή διαλογή των εγγράφων, έτσι ώστε τα πιο κρίσιμα να μείνουν εκτός της Ιστορίας . Ίσως και να τα κατέστρεψε .

Από το πρώτο κιόλας δοκίμιο(σ.137 ) ο Φιλήμων, « υψώνοντας τη φωνή του για να δικαιολογήσει την μυστηριότητα της εταιρίας», επεσήμανε, ότι «η τέχνη της υποκρισίας ήταν αναγκαία για να κατευθύνει τη σκέψη και τα πάθη των ανθρώπων στον μεγάλο σκοπό». Η τέχνη της υποκρισίας, είναι το τελικό κλειδί για όλες τις πόρτες. Για το δισυπόστατο των ανθρώπων που θα συναντήσουμε στην αφήγηση μας, και για την ερμηνεία των αμφίσημων λόγων και έργων τους.
Αλλά αφού βρήκαμε κάμποσα κλειδιά για να «σπάσουμε», τον «κώδικα του Ιωάννη», και πριν ανοίξουμε τις πόρτες της πραγματικής ιστορίας, ας επισημάνουμε μια ακόμα αμφίσημη αλλά και εύγλωττη σκέψη του Φιλήμονα. «Στοχαζομεθα, ότι η περί της Αρχής ιδέα, οποιαδήποτε και αν ήτον, έπρεπε να θριαμβεύσει και μετά τον πόλεμο μέχρι της συστάσεως Εθνοδιοικήσεως»
Η Αρχή όντως, εθριάμβευσε μετά την επανάσταση με την εκλογή του Καποδίστρια σαν Κυβερνήτη.
Συνήθως λέμε ότι το ψέμα έχει κοντά πόδια . Όμως, η πλαστή εκδοχή, για το πως οργανώθηκε, η Επανάσταση κατά του Οθωμανικού ζυγού, το 1821, η οποία άρχισε να πλάθεται, το 1834, είναι ακόμη, επίσημα αποδεκτή και αποτελεί το θεμέλιο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας , παρά τη διαφορετική μαρτυρία των γεγονότων και τις δεκάδες διορθωτικές παρεμβάσεις των καλύτερων ιστορικών μας ,πού έπεσαν στο κενό. Τα λάθη ,οι ανακολουθίες , οι παραλείψεις , οι αποσιωπήσεις, και τα ψεύδη, που συνοδεύουν την κρατούσα εκδοχή , δεν οφείλονται επομένως, στην άγνοια ,ή σε παρερμηνείες ,ή την έλλειψη στοιχείων και αρχείων. Όσοι αντιμετώπισαν ,η αντιμετωπίζουν, το
« Ιστορικό Δοκιμίον περί της Φιλικής Εταιρείας» μόνο σαν ιστορικό έργο και σε χώρια από το δεύτερο «Δοκιμίον περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» και του διευκόλυναν, την παράταξη πού κυριάρχησε μετά τη δολοφονία του Καπποδίστρια , να επιβάλει την ιστορία της ώστε να αποκρυβεί και να συσκοτισθεί ο ρόλος του, στον σχεδιασμό της Επανάστασης και στην υλοποίηση του οράματος της Απελευθέρωσης της Ελλάδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: