Σάββατο 11 Ιουλίου 2020

11 Ιουλίου 1829. Ο «Δικτάτορας» Ιωάννης Καποδίστριας συγκάλεσε την Δ' Εθνοσυνέλευση στην οποία μετείχαν 236 πληρεξούσιοι που για πρώτη φορά είχαν εκλεγεί με άμεση ψηφοφορία από τον λαό και δεν ήσαν διορισμένοι

Στις 11/23 Ιουλίου άρχισε στο αρχαίο θέατρο του Άργους η Δ' Εθνοσυνέλευση. Συμμετείχαν 246 πληρεξούσιοι του Ελληνικού Έθνους από όλη την Ελλάδα, που για πρώτη φορά είχαν εκλεγεί με άμεση ψηφοφορία. 
Τους πληρεξουσίους των Κατεχομένων περιοχών τους εξέλεξαν Συνελεύσεις προσφύγων.
 Για πρώτη φορά έστειλαν αντιπροσώπους οι μαχητές της Ελευθερίας ο Στρατός. Πληρεξούσιοι των Όπλων της Ανατολικής Ελλάδος, Ιωάννης Κωλέττης Μιχαήλ Γρίβας ή Γκρίβας.  Των Όπλων Μπουδουνίτσης και Τουρκοχωρίου Αναγνώστης Λοχαρής Αναγνώστης Παναγιώτου. Των Οπλων Πελοποννήσου, Σταυριανός Καπετανάκης, Βασίλειος Πετιμεζάς , Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος ,Νικόλαος Πονηρόπουλος, Κωνσταντίνος Μεταξάς, Νικόλαος Σπηλιάδης. 
30 πληρεξούσιοι ήσαν από την Κρήτη. 
 Πριν την Σύνοδο οι Εθνοσύμβουλοι συμμετείχαν στον αγιασμό στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Άργους. 
Οι συνεδριάσεις της Εθνοσυνέλευσης διήρκεσαν μέχρι τις 6 Αυγούστου. Λήφθηκαν σημαντικές αποφάσεις που αποτυπώθηκαν σε 16 ψηφίσματα. Αποφασίστηκε η κοπή εθνικού νομίσματος, του Φοίνικα, η Ανέγερση του Ναού του Σωτήρος και απαγορεύτηκε η εξαγωγή αρχαιοτήτων από την Ελλάδα. Κατάλογος πληρεξουσίων 

Καρυταίνης: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Δημητράκης Πλαπούτας Λάμπρος Ροϊλός Βασίλειος Δημητρακόπουλος Γαστούνης: Γεώργιος Σισίνης Αναγνώστης Ματσούκας Διονύσιος Κλοκανά Αθανάσιος Ζασίμου Βοστίτσης: Σπυρίδων Χαραλάμπης ή Κωνσταντίνος Θεοχάρη Καλαβρύτων: Ανδρέας Ζαΐμης ή Ζαήμης Δημήτριος Ζαΐμης ή Ζαήμης Σωτήριος Θεοχαρόπουλος Αναστάσιος Χαραλάμπους Πραστού: Γεώργιος Μιχαλάκη Ιωάννης Γούλελος Κάτω Ναχαγιέ: Γεώργιος Ι. Οικονόμου Σπύρος Μερκούρη Μονεμβασίας: Γεώργιος Δεσποτόπουλος Κυριάκος Κοσμά ή Κοσμάκης Νεοκάστρου: Χρήστος Οικονομίδης Γρηγόριος Παπά Αλεξίου Παλαιάς Πάτρας: Μπενιζέλος Ρούφος Ανδρέας Καλαμογδάρτης Κραββάρων: Αναγνώστης Καναβός Αθανάσιος Δεσποτόπουλος Κορίνθου: Ιωάννης Ζωγιόπουλος Γεώργιος Σπυρίδωνος Γεώργιος Ζέρβα Παναγιώτης Τσολακόπουλος Λεονταρίου: Νικήτας Σταματελόπουλος Στασινός Διρεκόπουλος ή Ντουρεκόπλος Νάξου: Παύλος Λεντούδης Μιχαήλ Μαρκοπολίτης Μεθώνης: Διονύσιος Καλλιγγάς Τριπολιτσάς: Ρήγας Παλαμήδης Ιωάννης Ρεβελιώτης Αγίου Πέτρου: Αναγνώστης Κονδάκης Δημήτριος Ιωάννου Μιστρα: Νικόλαος Γολόπουλος Ιωάννης Κορφιωτάκη Αναγνώστης Κοκκώνη Δημήτριος Ευστρατίου Μηλακίων: Παναγιώτης Δαμιανόπουλος Καλαμάτας: Θεοφίλης Πολιτόπουλος Νικόλαος Αφεσίου Αρκαδίας: Μήτρος Αναστασόπουλος Χριστόδουλος Γεωργακόπουλος Αναγνώστης Παπά Τσόρη Σουλίου: Κώστας Μπότσαρης Αθανάσιος Φωτομάρας Μικρομάνης: Αντώνιος Καλογερόπουλος Παναγιώτης Κουτσαβίτης Ανδρούσης: Γεωργάκης Δρανιώτης και Δρακώτης Λιμπέρης Βασιλόπουλος Νησίου: Παναγιώτης Καλαμαριώτης Κωνσταντίνος Νικολάου Κάσσου: Νικόλαος Γρηγοριάδης Δημήτριος Αρβανιτόπουλος Μυκόνου: Στέφανος Μπονφόρτης Μάρκος Καλογεράς Σαντορίνης, Ανάφης, Αστυπάλαιας: Αναγνώστης Μπαρμπαρήγος Γεώργιος Παρισάκης Σκοπέλου, Σκιάθου, Ηλιοδρομίων: Ζαχαρίας Παναγιωτίδης Αντώνιος Σταματίου Ίου, Αμοργού, Σικίνου και Πολυκάνδρου: Λορέντζος Ματίου Δημήτριος Γαβρά Άνδρου: Δημήτριος Καμπάνης Θεόφιλος Καΐρης Ζέας, Θερμίων και Σερίφου: Εμμανουήλ Βρετός Δημήτριος Αγγελή Δυτικης Μάνης (Ανδρουβίστας) Διονύσιος Μούρτζινος Γεώργιος Μιχοληνόπουλος ή Μιχοληνάκης ή Μιχαληνόπουλος Άργους: Δημήτριος Τσόκρης Δημήτριος Περρούκας ή Μπερρούκας Ζυγού Σπάρτης: Μιχάλης Διαμαντιάς Πέτρος Οικουρέας ή Σεκούρις Βονίτσης: Ιωάννης Λογοθέτου Σταμούλης Χονδρού Επαρχίας Ναυπλίου: Αναγνώστης Λιατόπουλος Αναγνώστης Μακρυπουκάμισος ή Μακρυποκάμισος Πόλεως Ναυπλίου Γεώργιος Μ. Αντωνόπουλος Γεώργιος Αγαλόπουλος Τήνου: Γεώργιος Μαυρογένης Δρόσος Ν. Δρόσου Ιάκωβος Α. Παξιμάδη Ιγνάτιος Ρογγιέρης Μαΐνης: Πέτρος Μαυρομιχάλης Γεώργιος Μαυρομιχάλης Πόρου: Χριστόδουλος Μ. Μέξη Δημήτριος Σταμάτη Ξηρομέρου: Γεώργιος Μαυρομάτης ή Μαυρομμάτης Τάτζης Μαγγίνας Καρπενησίου: Γεώργιος Λέλης Κωνσταντίνος Τσάτσος Πάρου και Αντιπάρου Παναγιώτης Δ. Δημητρακόπουλος Φραγκίσκος Δ. Μαύρος ή Φραγκίσκος Κ. Μαύρος Μακεδονίας, Κασσάνδρας, Μαντεμίου, Εδέσσης και Ναούσης: Αθανάσιος Σκανδαλίδης (Θεσσαλονίκη) Γεώργιος Χρυσηίδης ή Χρυσήδης Δημήτριος Σταγειρίτης (Λογιώτατος Σταγειρίτης) Παναγιώτης Ναούμ (Έδεσσα) Βάιος Γεωργίου (Νάουσα) Σάμου: Λυκούργος Λογοθέτης Ιωάννης Λεκάτης Χριστόδουλος Ματακίδης Ευρίπου και Καρύστου: Γεωργάκης Μπάχλος ή Μπάχλας Ιωάννης Οικονόμου Αδάμ Δούκας Παναγιώτης Μπουρέλης ή Μπουρέλος Ζητουνίου: Αναγνώστης παπά Αλεξίου) Αναγνώστης παπά Γεωργακόπουλος Ανατολικού: Σπυρίδων Κουρκουμέλης Κωνσταντίνος Μπέλιος ή Μπέλιας Ασπροποτάμου: Γιαννάκης Χατζηπέτρου ή Χατζή Πέτρου Γούσιος Θεοδώρου Καρπάθου: Γεώργιος Ψαρουδάκη ή Γεώργιος Ψαρουδάκης[9] Χατζή Ηλίας Οικονόμου ή *Χατζηλίας Οικονόμου (Κάρπαθος)[9] Θετταλίας: Χριστόφορος Περραιβός Δρόσος Μανσόλας Κωνσταντίνος Πολυάδης Φωκάς Φραγκούλης Πατρατζικίου: Μήτρος Κοντογιάννης Γεώργιος Αινιάν Αθηνών: Γεώργιος Ψύλλας Νικόλαος Καρόρης Σταυροπηγίου: Αθανάσιος Κουμουντουράκης Χριστόδουλος Καπετανάκης Μαλανδρίνου: Χαράλαμπος Παπαπολίτης (Π. Πολίτη) Δημήτριος Π. Αθανασόπουλος Βλοχού: Ιωάννης Στάϊκος Κωνσταντίνος Χαλικιώτης Μεσολογγίου: Σπυρίδων Τρικούπης Στάμος Στάϊκος Βάλτου: Ανδρέας Ίσκου ή Ανδρέας Ίσκος Γεώργιος Γεραθανάση (Γερ-Αθανάση ή Γερ-Αθανασίου) Ζυγού Ανατολικής Ελλάδος: Αναστάσιος Τζιμπουράκης Ιωάννης Ευθυμίου Λοιδορικίου: Αναστάσιος Α. Λιδορίκης Δημήτριος Νικολάου Πάτμου, Λέρου, Καλύμνου και Ικαρίας: Ιωάννης Καρπαθάκης Ποθητός Νικολαϊδης Ψαρών: Αποστόλης Νικολάου Αναγνώστης Μοναρχίδης Νικόλαος Χ.Δ. Κοτζιά Χ. Αναγνώστης Δομεστίνης Αγράφων: Κωνσταντίνος Ζώτος Γεώργιος Γαλής Ταλάντου: Βασίλειος Τριχά Ευστάθιος Σπυρίδωνος ή Σπυριδώνου Σαλαμίνος: Αναγνώστης Καρνέση Μεγαρίδος: Γεώργιος Δασκαλόπουλος ή Διδασκαλόπουλος Ιωάννης Χ. Μελέτη Θηβών: Θωμάς Λουκατζίκη Σωτήριος Ιωάννου Ύδρας: Γεώργιος Κουντουριώτης Λάζαρος Δ. Τζαμαδός Βασίλειος Ν. Μπουντούρης ή Μπουδούρης Μανώλης Τομπάζης, ορθογρ. Μανουήλ Τουμπάζης Ιωάννης Ορλάνδος Δημήτριος Βούλγαρη Φαναρίου: Τζανέτος Χριστόπουλος Αναγνώστης Αναστασόπουλος Ερμουπόλεως: Ιωάννης Περίδης Παρασκευάς Κάζηρας (Σύρος)[9] ή Κάζιρας Σύρας: Γεώργιος Ρούσσου Γεώργιος Ξανθάκης Πύργου: Νικίας Οικονομόπουλος Ανατολικής Σπάρτης: Ζανετάκης Γρηγοράκη Γεώργιος Αντωνάκου ή Γεώργιος Αντωνίου Γρηγοράκης Πέτρος Πετροπουλάκου Δημήτριος Καβαλιεράκου ή Καβαλλιεράκου Γεώργιος Καπετανάκη Χίων: Λουκάς Ράλλης Νικόλαος Πρασσακάκης ή Πρασακάκης Πόλεως Ναυπλίου: Γεώργιος Αγαλόπουλος Γεώργιος Μ. Αντωνόπουλος Σίφνου, Μήλου και Κιμήλου: Νικόλαος Χρυσόγελος Αντώνιος Βεργής Κορώνης: Ιωάννης Καράπαυλος Θεόδωρος Δαριώτης ή Δαρειώτης Ηπείρου: Χριστόδουλος Κλωνάρης ή Κλονάρης Ιωάννης Γενοβέλης Αθανάσιος Τσακάλωφ ή Τσακάλοφ Κυριακός Τασσίκας Λεβαδιάς: Παναγιώτης Λιδορίκη ή Λοιδορίκη Αντώνιος Γεωργαντάς ή Αναγνώστης Γεωργαντάς Γιάννης Παππά Αντώνης παπά Ευσταθίου Σπετσών: Νικόλαος Χ. Μέξη Αναγν. Χ. Αναργύρου Γεώργιος Κούτζη Αναστάσιος Ανδρούτσου ή Ανδρούτζη Σαλώνων και Γαλαξιδίου: Δημήτριος Νικολαΐδης Μήτρος Νικολάου Κωνσταντίνος Δεδούση Βενέτικου και Ναυπάκτου: Ιωάννης Βλάχος Αθανάσιος Μπογάτζα ή Αθανάσιος Μπουγάτζης ή Ππογάτζα Πάνος Αλεξίου Κρήτης: Γεώργιος Ιδομενεύς Ιωάννης Ξάνθης Ζαχαρίας Πρακτικίδης Γεώργιος Αγγελίδης Φραγκίσκος Λιμπρίτης Γεώργιος Κορνήλιος Ιωάννης Κουρμούλης Ανδρέας Παπαδάκης Αναγνώστης Στεφανάκης Χαρίτων Παπαδάκης Γεώργιος Βασιλάκης Ιωάννης Γεωργιάδης Γεώργιος Γιανναδάκης Μύρων Μελιδονάκης Βασίλειος Αετός Γεώργιος Σαουνάτζος ή Σαννάτζος Ν.Χ. Κωνσταντίνου Μανουήλ Βερνάρδος Γεώργιος Ρενιέρης ή Γεώργιος Βενιέρης (όπως υπογράφει στα πρακτικά) Ιάκωβος Παπαδάκης Ηλίας Αντωνίου Αναγνώστης Παναγιώτη Ιωσήφ Κουκουτζάκης Μιχαήλ Ναύτης Ιωάννης Παπαδάκης Χ. Αναγνώστης Φραγκουδάκης (αναφέρεται Χ. Αναγ. Φραγκουδάκης) Αναγνώστης Παπαμαρκάκης (αναφέρεται Αναγ. Παπά Μαρκάκης ή Μαρκάκη) Ιωάννης Μικέλης Αιγίνης: Γεώργιος Λογιωτατίδης Άρτης: Γιάννης Μακρυγιάννης Γεώργιος Μόστρας Όπλων Ανατολικής Ελλάδος: Ιωάννης Κωλέττης Μιχαήλ Γρίβας ή Γκρίβας Όπλων Μπουδουνίτσης και Τουρκοχωρίου: Αναγνώστης Λοχαρής Αναγνώστης Παναγιώτου Όπλων Πελοποννήσου Σταυριανός Καπετανάκης Βασίλειος Πετιμεζάς Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος Νικόλαος Πονηρόπουλος Κωνσταντίνος Μεταξάς Ν. Σπηλιάδης :Ανδρέας Π. Μεταξάς Λύσανδρος Βιλαέτης (Πύργος) Μαργαρίτης Κούταβος (Αίνος Θράκης), Αναστάσιος Ελαιών, (Ολύμπου και Μακεδονίας) Ιάκωβος Περικλής (Λιτόχωρο), Ολύμπου και Μακεδονίας αρχιμανδρίτης Κωνστάντιος, (Μακεδονίας) αρχιμανδρίτης Αρσένιος, Ολύμπου και Μακεδονίας Γεώργιος Βαλτινός[13] Κωνσταντίνος Σχινάς, (Θράκης και Βιθυνίας) Γεώργιος Μαυρομμάτης

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

Συστάσεις της Διοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος, που κυβέρνησε το Ελληνικό κράτος από τον Απρίλιο του 1826 μέχρι τον Απρίλιο του 1827 με πρόεδρο τον Ανδρέα Ζαΐμη, προς τους Μανιάτες .

Η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος διορίστηκε από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαυρου, στις 12 Απριλίου 1826, πριν διακόψει τις εργασίες λόγω της πτώσης του Μεσολογγίου. 
Η Διοικητική Επιτροπή είχε έντεκα μέλη. Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης. Ανδρέας Ζαΐμης, πρόεδρος. Αναγνώστης Παπαγιαννόπουλος (που αργότερα υπέγραφε ως Αναγνώστης Δεληγιάννης), Γεώργιος Σισίνης, Δημήτριος Τσαμαδός, Ανδρέας Χατζηαναργύρου, Αναγνώστης Μοναρχίδης, Σπυρίδων Τρικούπης, Ανδρέας Ίσκος ,Παναγιώτης Δημητρακόπουλος, Ιωάννης Βλάχος. Γενικός Γραμματέας της επιτροπής ήταν έως την 3η Αυγούστου 1826 ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος.
 Στην κυβέρνηση αυτή δεν μετείχε η φατρία της Ύδρας την οποια εκπροσωπούσε ο πρακτωρ Σπυρίδων Τρικούπης. 
Οι Αγγλόφρωνες μετείχαν στη 13μελή «Επιτροπή της Συνέλευσης» που ανέλαβε να διαπραγματευθεί έναν συμβιβασμό με την Οθωμανική Τουρκία με τη μεσολάβηση του Άγγλου πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Στάνφορντ Κάνινγκ. 
Η κυβέρνηση Πετρόμπεη-Ζαίμη προσπαθούσε να μαζέψει το χάος που άφησε πίσω της η κυβέρνηση των δανειοληπτών. 
Οι οδηγίες του Πετρόμπεη στην εγκύκλιο της 9ης /21ης Ιουλίου 1826 είναι απόλυτα χαρακτηριστικές των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η κυβέρνηση.
Γνώμη μου είναι ότι την εγκύκλιο συνέταξε ο Φιλογενής Γεώργιος Γλαράκης,  και οτι απηχεί τις οδηγίες του Καποδίστρια.

«Φίλτατοι Πατριῶται, «Πίστις καὶ Πατρίς», δύο ἀναγκαῖα πράγματα, χωρὶς τῶν ὁποίων δὲν ἠμπορεῖ νὰ ζήσῃ τινὰς μ̉ ἐκείνην τὴν εὐδαίμονα κατάστασιν, ὁποῦ ἀπαιτεῖται εἰς τὸν λογικόψυχον ἄνθρωπον. 
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλοῦς ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ ὡς τοιοῦτος τὴν μὲν πατρίδα ζητεῖ διὰ περίθαλψιν πρόσκαιρον τοῦ σώματος, τὴν δὲ πίστιν διὰ τὴν ἐλπίδα, ὅτι θέλει ἐπιστρέψει εἰς τὴν ἀρχαίαν πατρίδα, διὰ νὰ ζήσῃ μετὰ τοῦ ποιητοῦ αἰωνίως, διὸ καὶ ὁ ὀρθὸς ὑπαγορεύει λόγος «μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος». 
Οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἑλλάδος ἐκινήσαμεν τὰ ὅπλα κατὰ τῶν τυράννων, ὄχι δι̉ ἄλλο, εἰμὴ διὰ νὰ ὑπερασπισθῶμεν τὴν πίστιν καὶ τὴν πατρίδα μας καὶ οὕτω νὰ ζήσωμεν ἐλεύθεροι καὶ νὰ ὑπάρξωμεν ἔθνος αὐτόνομον ἢ ν̉ ἀποθάνωμεν μὲ τὰ ὅπλα εἰς χεῖρας.
 Ἕκτον ἤδη ἔτος τρέχομεν τοῦ ἱεροῦ τούτου ἀγῶνος καὶ ὁ ἐχθρὸς πανταχόθεν εἰσβάλλει τὰς δυνάμεις του διὰ νὰ μᾶς ἀφανίσῃ τέλεον. Καὶ ἀφοῦ ἐκυρίευσε τὴν Κρήτην, ἐταπείνωσε τὴν ἀνατολικὴν καὶ δυτικὴν Ἑλλάδα, κατεξουσίασε τὸ Μεσολόγγιον, κατερήμωσε τὰς πόλεις καὶ χώρας τῆς Πελοποννήσου καὶ κατεπάτησε τὰ πλέον ὑψηλότερα καὶ δυσβατώτερα ὄρη, ἐκίνησε τὰς δυνάμεις του καὶ κατὰ τὴν Σπάρτην, διότι ἀφ̉ ὅλας τὰς ἐπαναστατημένας ἐπαρχίας τῆς Ἑλλάδος δὲν ἔμεινεν ἄλλο μέρος μέχρι τῆς σήμερον, τὸ ὁποῖον νὰ μὴ λεηλατήθη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἐκτὸς τῆς Σπάρτης, τὴν ὁποίαν, κατὰ τὰς ὁποίας πληροφορίας ἔχομεν, ἔχει ἀμετάθετον ἀπόφασιν, ἤ νὰ καταστρέψῃ καὶ νὰ ταπεινώσῃ τὴν Σπαρτιατικὴν ὀφρύν, ἢ ν̉ ἀφήσῃ τὰ κόκκαλά του εἰς αὐτήν.
 Ἡ γενναία ὅμως ἀνθίστασις, τὴν ὁποίαν ἀπήντησεν ἀνελπίστως παρὰ τῶν Σπαρτιατῶν, τὸν ἔδωκε νὰ καταλάβῃ ὅτι δὲν θέλει πολεμήσει μὲ ἁπλῶς Ἕλληνας, ἀλλὰ μὲ Σπαρτιάτας, τοὺς ὁποίους ὑπερεκθειάζει ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἀλλ̉ ὁ ὑπερήφανος οὗτος Ἰμπραχήμης, ὅσον ἐγνώρισεν ἐκ τῆς πείρας ὅτι διὰ νὰ αἰχμαλωτίσῃ Σπαρτιάτας καὶ νὰ κατακαύσῃ τὰς χώρας των πρέπει νὰ δοκιμάσῃ μεγίστην φθορὰν καὶ ζημίαν, τόσον περισσότερον ἐπιμένει, ὅτι ἀφοῦ ἔλθωσιν ἐκ νέου δυνάμεις του διά τε θαλάσσης καὶ ξηρᾶς νὰ ἐκστρατεύσῃ κατὰ τῆς πατρίδος μας Σπάρτης. Διὰ νὰ ματαιωθῶσι λοιπὸν οἱ ὀλέθριοι αὐτοῦ σκοποὶ καὶ διὰ νὰ ἀπαθανατισθῆ καὶ ἤδη τὸ ὄνομα τῆς Σπάρτης, κρίνω χρέος μου πατριωτικὸν νὰ σᾶς φέρω ὑπ᾽ ὄψιν τὰ ἐφεξῆς: 
 Aον. Ἡ ἕνωσις, ἥτις σήμερον βασιλεύει μεταξὺ μεγάλων τε καὶ μικρῶν, ὄχι μόνον νὰ μὴ ψυχρανθῇ, ἀλλὰ ἔτι μᾶλλον νὰ αὐξήσῃ καὶ νὰ γίνῃ ἀκράδαντος εἰς τὰς ψυχάς μας, διότι ὅπου δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμὶ ἐγὼ ἐν μέσῳ αὐτῶν, ὁ κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ἐν Εὐαγγελίοις ὑπόσχεται. Ἐκ τοῦ ἐναντίου δὲ ἡ διαίρεσις θέλει δείξει τὸν μὲν ἐχθρὸν νικητήν, ἡμᾶς δὲ ἀνάνδρους καὶ νικηθέντας, καθὼς ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος μαρτυρεῖ: «Πᾶσα βασιλεία μερισθεῖσα καθ̉ ἑαυτὴν οὐ σταθήσεται καὶ πᾶσα πόλις καὶ χώρα καὶ οἰκία μερισθεῖσα καθ̉ ἑαυτὴν ἐρημοῦται». 

Βον. Τώρα ὅτι ὁ ἐχθρὸς εἶν̉ ἀδύνατος νὰ μὴν ἀδιαφορήσητε περιμένοντές τον εἰς τὰς θύρας τῶν ὀσπιτίων σας, ἀλλ̉ ὅλοι oσοι βαστᾶτε ἄρματα νὰ ἐβγῆτε ἐβγάζοντας καὶ ὅσους ὁπλοφόρους Πελοποννήσιους εὑρίσκονται εἰς αὐτὰ τὰ μέρη καὶ ἀφοῦ συνενωθῆτε μὲ τὰ Πελοποννησιακὰ στρατεύματα νὰ κινήσετε κατ̉ αὐτοῦ τώρα ὁποῦ ὁ ἐχθρὸς εἶναι ἀδύνατος, διὰ νὰ ἀφανισθῇ ἐξ ὁλοκλήρου καὶ σᾶς ὑπόσχομαι, ὅτι θέλομεν ἡσυχάσει πλέον. Διότι, ἐὰν κατὰ τοῦτο φανῆτε ἀδιάφοροι, βέβαια παρ̉ ὅλων τῶν ἐθνῶν θέλετε νομισθῆ ἐχθροὶ τῶν Ἑλλήνων καὶ θέλετε ἀμαυρώσει τὴν ὁποίαν λαμπρὰν φήμην ἐδώσατε ἤδη διὰ τῆς γενναιοψυχίας σας καὶ θέλετε ὑστερηθῆ ἐκεῖνα τὰ καλά, τὰ ὁποῖα διὰ τῆς λαμπρᾶς νίκης σας καὶ διὰ τῆς ἐκστρατείας μέλει ν̉ ἀπολαύσετε. 

 Γον. Ὅσοι μείνετε ἔνδον τῆς Σπάρτης νὰ φροντίσετε πανταχόθεν ν̉ ἀγοράσῃ ἕκαστος ὅσα περισσότερα ἠμπορέσῃ πολεμοφόδια, ἐκ τῶν ὁποίων δὲν θέλει δοκιμάσει μικράν τινα ζημίαν. Διότι, εἰ μὲν ὁ ἐχθρὸς κινηθῇ καθ̉ ὑμῶν, αὐτὰ εἶναι τὰ μόνα μέσα διὰ τῶν ὁποίων θὰ δυνηθῶμεν νὰ φυλάξωμεν καὶ τὴν πατρίδα καὶ τὸν ἑαυτόν μας καὶ νὰ συντρίψωμεν τὴν ὑπερήφανον ὀφρὺν τῶν ἀνδραπόδων Ἀράβων. 

Δον. Νὰ ἔχετε ἅπαντες πρὸ ὀφθαλμῶν, ὅτι, ἐὰν ὁ ἐχθρὸς κινηθῇ εἴτε ἐκ τοῦ ἀνατολικοῦ μέρους, ὃ ἔστι ἀπὸ Μαραθωνήσι, εἴτε ἐκ τοῦ δυτικοῦ μέρους, ὃ ἐστι ἀπὸ Ἁλμυρόν, καὶ δυνηθῇ νὰ εἰσχωρέσῃ ἐντὸς τῶν χωρίων, νὰ μὴ διασκορπισθῆτε εἰς τὰ ὄρη καὶ τὰ σπήλαια, ἀλλἀ νὰ σφαλισθῆτε οἱ ἄνδρες εἱς τὰ δύο κατώτερα ὀσπίτια καὶ πύργους ἀπὸ τὰ ὁποῖα δὲν ὑστερεῖται κανέν χωρίον, ἐκ τοῦ διότι ἀφοῦ ἔχομεν παράδειγμα τοὺς προγόνους μας, ὅτι κατ̉ αὐτὸν τὸν τρόπον ἐδυνήθησαν νὰ φυλάξωσι τὴν πατρίδα τους εἰς τὴν πρώτην ἐπανάστασιν, ἔχομεν καὶ σημερινὰ παραδείγματα, ὅτι ὀλίγοι τινὲς ἐσφαλίσθησαν εἰς τοὺς κάμπους τῆς Γαστούνης καὶ ἄλλων μερῶν καὶ ἀφοῦ ἐφυλάχθησαν ἀβλαβεῖς ἐσκότωσαν καὶ ἀρκετοὺς ἐχθροὺς καὶ τοὺς ἠνάγκασαν ν̉ ἀναχωρήσουν μὲ καταισχύνην τους, πολλῷ δὲ μᾶλλον εἰς τοιούτους σκληροὺς τόπους καὶ δυνατοὺς πύργους, ὁποὺ καὶ τώρα ἡ Τζίμοβα, Πύργος καὶ χωριά, μὲ πολλὰ ὀλίγους εἰς τοὺς πύργους ἀφάνισαν τοὺς ἐχθρούς. Λοιπὸν ἐὰν σταθοῦν καὶ τὸ Μαραθωνήσι, εἰς τὸ Μαυροβούνι καὶ εἰς παρομοίας θέσεις καὶ πύργους δυνατούς, καθὼς τὸ Βαθύ, Κατζαουνιάνικα, Πετροβούνι, Λίμνη, Μαρούλια, Καστάνια, Σκυφιάνικα καὶ λοιπὰ ὅλα τὰ μέρη, ὅσοι σταθοῦν εἰς τὴν πατρίδα ἀσφαλοῦν καὶ τὸν ἐχθρὸν ἀφανίζουν, καὶ τοιαῦτα παραδείγματα ἔχετε πολλὰ ὡς ἄνωθεν.
 Εον. καὶ τελευταῖον νὰ παρεμποδίζητε τοὺς ἀνοήτους ἀπὸ τὰς συνήθεις καταχρήσεις των, νὰ περιποιῆσθε τοὺς καταφυγόντας εἰς τὴν πατρίδα μας ἀδυνάτους ἀδελφούς μας, διότι καθὼς τὰ καλὰ διαφημίζονται, οὕτω καὶ τὰ κακὰ διαθρυλοῦνται πανταχοῦ. Οἱ Ἕλληνες σήμερον ἐξ ἑνὸς στόματος ἐπαινοῦσι τοὺς Σπαρτιάτας καὶ ἡ Εὐρώπη θὰ προσηλώνῃ τὸ ὄμμα της εἰς τὴν Σπάρτην ˙ ἂς μὴ λοιπὸν ὁμοιάσωμεν τῆς γελάδας, κατὰ τὸν χωρικὸν λόγον* , ἀλλ̉ ἂς δείξωμεν καὶ εἰς τοὺς ὁμοπίστους καὶ ἀλλοεθνεῖς, ὅτι καὶ εἴμεθα καὶ ἐσμὲν καὶ ἐσόμεθα ἀπόγονοι τῶν ἡρώων ἐκείνων Σπαρτιατῶν. 
Ταῦτα πατριωτικῶς καὶ μένω. 
 Τῇ 9 Ἰουλίου 1826 Ναύπλιον 
Ὁ εἰλικρινὴς πατριώτης σας Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης»

 * «Ἀφοῦ γεμίσῃ τὴν καρδάρα γάλα δίδει μιὰ κλοτσιὰ καὶ τὸ χύνει »

πηγή  www.elkosmos.gr

Ο Καταστρεπτικός για την Ελληνική Επανάσταση θάνατος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη

Στις 9 Ιουλίου 1816 πέθανε σε ηλικία 56 ετών στο Κίεβο,  μετά από ένα ταξίδι στην Αγία Πετρούπολη ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης.
 Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης είχε μεταβεί την άνοιξη του 1816, στην Αγία Πετρούπολη για να ενεργοποιήσει τις υποσχέσεις που του είχε δώσει το 1806, ο Τσάρος Αλέξανδρος, για την απελευθέρωση των Ελλήνων, υποβάλλοντας ένα σχέδιο «για την Ανατολή». 
 Είναι απολύτως βέβαιο, ότι στις συζητήσεις αυτές συμμετείχε και ο Ιωάννης Καποδίστριας. 
Δυστυχώς ούτε από το αρχείο Καποδίστρια ούτε από το αρχείο Υψηλάντη ούτε από τα ρωσικά αυτοκρατορικά αρχεία έχει φωτιστεί το περιεχόμενο αυτών των συνομιλιών. 

Ο Υψηλάντης είχε τρεις συναντήσεις με τον Τσάρο που κατέληξαν ανεπιτυχώς. Επέστρεψε στο Κίεβο όπου διέμενε όπου και πέθανε. Το ότι ο θάνατός του προκλήθηκε από την θλίψη του, μπορεί να μην είναι μόνο «ρομαντική» διατύπωση, αφού άλλωστε υπέφερε από την καρδία του, όπως και τα παιδιά του, Αλέξανδρος, Νικόλαος και Δημήτριος. 
Ο ξαφνικός θάνατος του συζητήθηκε τότε σε όλη τη Ρωσία και παρουσιάστηκε ως «αρκετά μυστηριώδης» . 
Ο Θάνατός του πάντως άφησε ακέφαλη την Ελληνική Επανάσταση αφού αυτός θα ήταν ο μέλλων βασιλεύς των Ελλήνων. Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης ως Μέγας Διερμηνέας πέτυχε την Ρωσσοτουρκική συμμαχία κατά των Γάλλων και δημιούργησε την Επτάνησο Πολιτεία. Στις 5 Μαρτίου, άρχισε η Ρωσσοτουρκική Κατοχή των Ιονίων Νήσων και στις 8 Μαρτίου 1799 διορίστηκε ηγεμών στης Μολδαβίας όπου παρέμεινε ως τις 4 Ιουλίου 1801. Την 1η Σεπτέμβριου του 1802 ανέλαβε την ηγεμονία της Βλαχίας όπου παρέμεινε ως τον Αύγουστο του 1806, οπότε ο Γάλος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη Οράτιος Σεμπαστιάνι πέτυχε την καθαίρεση του επειδή, «υποστήριζε τη ρώσικη πολιτική» και «βοηθούσε τη σερβική επανάσταση». Ο Υψηλάντης αποστάτησε από τους Τούρκους και ανακηρύχτηκε από τους Βογιάρους Ηγεμών την Ενωμένης Βλαχίας και Μολδαβίας. Σε αντίποινα ο Σουλτάνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του 80χρονου πατέρα του Αλέξανδρου και δήμευσε την περιουσία των Υψηλαντών . 
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποκεφαλίστηκε στις 13 ιανουαρίου 1897.
Με την είσοδο στις ηγεμονίες των ρωσικών στρατευμάτων στις 27 Δεκεμβρίου 1806 αναγνωρίστηκε ως Ηγεμών της Ενωμένης Βλαχίας και Μολδαβίας από τους Ρώσους. Ο Υψηλάντης, υπήρξε και αυτός θύμα της συνθήκης του Τιλισίτ και υποχρεώθηκε να φύγει από το Βουκουρέστι στις 28 Αυγούστου 1807 και να μεταβεί στο Ιάσιο, από όπου υποχρεώθηκε να φύγει στις 17 Σεπτεμβρίου 1807 και να ζητήσει άσυλο στην Ρωσία. 
Στον Κωνσταντίνο Υψηλάντη δόθηκε καταφύγιο στο Κίεβο. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα το 1808 αναγκάστηκε να ζήσει στη Μόσχα χωρίς τα άλλα μέλη της οικογένειας. Στη Μόσχα ο Υψηλάντης συνεννοήθηκε με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φυραρή ο οποίος ηγείτο του μηχανισμού του «Φοίνικα» και από κοινού αποφάσισαν την συγκρότηση Επαναστατικής Εταιρείας με σκοπό την απελευθέρωση του Γένους. Σε αυτή την Συμφωνία προσχώρησε το 1811 ο Ιωάννης Καποδίστριας όταν επισκέφτηκε τον Μαυροκορδάτο στη Μόσχα.

Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

25 Ιουνίου/7 Ιουλίου 1807. Η καταστροφική για τους Φιλογενείς συνθήκη του Τιλσίτ

Στις 25 Ιουνίου/7 Ιουλίου, του 1807 στο Τιλσίτ υπογράφηκε μεταξύ των πληρεξούσιων αντιπροσώπων των Αυτοκρατόρων Ναπολέοντα Α΄ της Γαλλίας και του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄ της Ρωσίας η Γαλλο-Ρωσική συνθήκη του Τιλσίτ με την οποία καταργείτο το πρώτο Ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος της Επτανήσου, το Δημιούργημα των Υψηλαντών και των Καποδίστρια.
Εκ μέρους του Ναπολέοντα υπέγραψε ο Ταλλεϋράνδος, και από την ρωσική πλευρά οι  Πρίγκιπες Αλέξανδρος Κουνάκιν και ο  Ντμήτρη Λομπάνοφ-Ροστόβσκυ.
Όταν ο Καποδίστριας οργάνωνε το παλλαϊκό πανηγύρι της «Νίκης», στην Λεύκαδα στις 18/30 Ιουνίου, δεν ήξερε ότι ο ρωσικός στρατός, υπό τον Γερμανό στρατηγό Λέβιν Άουγκουστ φον Μπένιγκσεν, είχε νικηθεί από τους Γάλλους, 43 χιλιόμετρα νοτίως του Καλίνινγκραντ, στη μάχη του Φρίντλαντ, (14/26 Ιουνίου 1807), ούτε ότι η Γερουσία της Επτανήσου, είχε κηρύξει τον πόλεμο στη Γαλλία, την προηγουμένη. 
Η ήττα στο Φρίντλαντ, οδήγησε στην υπογραφή της συνθήκης του Τιλσίτ, (σημερινό Sovetsk στην περιοχή του Καλίνινγκραντ ), σε μια σχεδία στο μέσον του ποταμού Νιέμαν. 
Η συμφωνία του Τιλσίτ, ήταν καταστροφική για τους Φιλογενείς και το αναγεννημένο Ελληνικό Έθνος και μέσω της προσωρινής Γαλλικής κατοχής οδήγησε τα Επτάνησα στην μακρά νύχτα της αγγλοκρατίας.
Η συμφωνία υπήρξε βλαπτική και για τους Σέρβους και για τις ηγεμονίες της Βλαχομπογαδανίας. 
Η Γαλλο-Ρωσική συνθήκη του Τιλσίτ είχε δυο μυστικά άρθρα.
Σύμφωνα με το πρώτο, η Βεσσαραβία, η Μολδαβία, η Βλαχία και η βόρεια Βουλγαρία, θα  περιέρχονταν στη Ρωσία. Η Βοσνία και η Σερβία και οι περιοχές μέχρι και τη Θεσσαλονίκη θα περιέρχονταν  στην Αυστρία. 

Η δε Αλβανία, η Θεσσαλία, η Πελοπόννησος και Κρήτη στη Γαλλία.
Το δεύτερο άρθρο όριζε: "Η Α.Μ. ο αυτοκράτωρ Ναπολέων... ως απόλυτος κτήτωρ και κυρίαρχος θα κατέχει τας επτά Ιονίους Νήσους".

Η Επτάνησος ήταν ανεξάρτητο και αναγνωρισμένο διεθνώς Κράτος.
Με την υπογραφή στις 23 Μαΐου 1802 της Συνθήκης της Αμιένης, η Επτάνησος Πολιτεία αναγνωρίστηκε από την Γαλλία , την Βαταβική Δημοκρατία, (Ολλανδία), και τους Βασιλείς της Αγγλίας και Ισπανίας, σύμφωνα με τη Σύμβαση Κωνσταντινούπολης (1800). 
Η  παραχώρηση των Επτά Νήσων  από τον Τσάρο στον Ναπολέοντα, δεν θα ήταν εφικτή, εάν η Επτάνησος Πολιτεία δεν είχε κηρύξει στις 17/29 Ιουνίου 1807. 
τον Πόλεμο στη Γαλλία. Ήταν  πράξη  της εσχάτης προδοσίας  η απόφαση της Γερουσίας να κηρύξει τον Πόλεμο στην Γαλλία, αλλά όχι στην Τουρκία. 
Για το ζήτημα αυτό άλλωστε παραιτήθηκε ο Καποδίστριας.

Στις τις πρώτες σελίδες του υπομνήματος του προς τον Τσάρο  Νικόλαο, ο Καποδίστριας, το 1826, εξέφραζε διπλωματικά , την αποδοκιμασία του για το « ξεπούλημα» των Ιονίων νήσων, την «ανατροπή που κατέπνιξε την Ιόνιο πολιτεία στα σπάργανα», και σημείωνε ότι η συνθήκη του Τιλσίτ, κλόνισε την πίστη των Ελλήνων στην Ρωσική προστασία. 


26 Ιουνίου/7 Ιουλίου 1770. Οι δίδυμες μάχες στον Τσεσμέ και στον ποταμό Λάργκα στην Μολδαβία

1770. Κατά τον 6o Ρωσο-τουρκικό πόλεμο, τα ξημερώματα της 7ης Ιουλίου έγινε η καταστροφή του τουρκικού στόλου που είχε καταφύγει στον Τσεσμέ, μετά τη ναυμαχία του στενού της Χίου. Υπό την κάλυψη των παράκτιων πυροβόλων οι κύριες δυνάμεις του τουρκικού στόλου είχαν παραταχθεί μεσα στον κόλπο του Τσέσμεν, σε δύο γραμμές των 8 και 7 θωρηκτών . Η πρώτη γραμμή όμως προστάτευσε τους Ρώσους από τα πυρά της δεύτερης γραμμής. Κατά τη διάρκεια της ημέρας στις 6 Ιουλίου, τα ρωσικά πλοία βομβάρδιζαν τον τουρκικό στόλο και τις παράκτιες θέσεις. Στις 17:00, η Κανονιοφόρος «Γκρομ» προσέγγισε στην είσοδο του Κόλπου και άρχισε να βομβαρδίζει τουρκικά πλοία. Στις 0:30 τα θωρηκτά «Ευρόπα» και «Ριστισλάβ», πήραν και αυτά θέση στην είσοδο του Κόλπου βομβαρδίζοντας τους Τούρκους. Η μονομαχία των πυροβόλων ήταν η κάλυψη για την είσοδο μέσα στο κόλπο βοηθούσης και της νύχτας, των τεσσάρων πυρπολικών, που ήταν ελληνικά πλοία. Ένα από αυτά ήταν το Σεμπέκι του Βαρβάκη. Στις 01:30 σύμφωνα με τον Ορλόφ ή τα μεσάνυχτα, σύμφωνα με τον Ελφινστον εξεράγει ένα από τα τουρκικά θωρηκτά των 84 πυροβόλων, λόγω της πρόσδεσης σε αυτό του πυρπολικού του Βαρβάκη. 
Η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα και σε άλλα πλοία στον κόλπο. Μετά την έκρηξη στις 2:00 και δεύτερου τουρκικού πλοίου, οι Ρώσοι σταμάτησαν τους κανονιοβολισμούς. 
Στο πυρπολικό του Βαρβάκη επέβαινε ως σύνδεσμός και ο ρώσος υποπλοίαρχος Ίλιν στον οποίο οι σύγχρονοι ρώσοι Ιστορικοί ,από μικροψυχία, αναγνωρίζουν το κατόρθωμα του Βαρβάκη που το αναγνώρισε όμως Ορλόφ στην αναφορά του στην Αυτοκράτειρα. 
Μέχρι τις 2:30 π.μ., τρία ακόμα τουρκικά θωρηκτά είχαν εκραγεί. Περίπου στις 4:00 π.μ., τα ρωσικά πλοία έστειλαν βάρκες για να διασώσουν δύο μεγάλα σκάφη που δεν είχαν ακόμα καεί, αλλά μόνο το ένα από αυτά, το «Ρόδος», τον 60 κανονιών μπόρεσαν να σώσουν. 
 Μέχρι τις 8:00 π.μ., ο τουρκικός στόλος είχε καεί. Οι Χιώτες, οι Ψαριανοί και οι Σμυρνιοί, καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας και μέχρι τα ξημερώματα, ήσαν στις ακτές και παρακολουθούσαν τις εικόνες της καταστροφής. Το φρούριο του τσεσμέ καθώς και η κωμόπολη του Τσεσμέ εγκαταλείφθηκαν από τους Τούρκους κατοίκους. και τη φρουρά.


Το πρωί της 26 Ιουνίου/7ης Ιουλίου οταν φώτισε ο θεός την ημέρα , άρχισε η μάχη στον ποταμο Λάργκα στην σημερινή Μολδαβία μεταξύ 65.000 Τατάρων της Κριμαίας (ιππικό) και 15.000 Οθωμανών (πεζικό) υπό την ηγεσία του Κάπλαν Γκιρέι και 38.000 Ρώσων υπό τον στρατάρχη Ρουμιάνσεφ. Ο ΠοταμόςΛάργκα είναι παραπόταμος του Προύθου. Η μάχη του Λάργκα κατέληξε σε μια αποφασιστική νίκη για τους Ρώσους που κατέλαβαν το στρατόπεδο του εχθρού και πήραν λάφυρα 33 τουρκικά κανόνια . Για τη νίκη αυτή, ο Ρουμιάνσεφ τιμήθηκε με το μετάλλιο του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου . Δύο εβδομάδες αργότερα, οι Ρώσοι πέτυχαν μια ακόμα μεγαλύτερη νίκη στη μάχη του Καχούλ. Οι νίκες στο Λάργκα και το Καχούλ (αργότερα) άλλαξαν τη στρατηγική κατάσταση υπέρ της Ρωσίας.

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

6/18 Ιουλίου του 1821. Όταν επιδόθηκε το τελεσίγραφο Καποδίστρια προς την Υψηλή Πύλη. Και οι πουστιές των «φίλων μας» στο Λονδίνο

Του Σπύρου Χατζάρα 

Στις 6/18 Ιουλίου του 1821 ο Ρώσος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη βαρόνος Γκριγκόρι Αλεξάντροβιτς Στρόγκανωφ, επέδωσε στην Πύλη το τελεσίγραφο του Τσάρου που είχε συντάξει ο Καποδίστριας, με το οποίο 
η Ρωσία, υπενθύμιζε στην Υψηλή Πύλη, την απάνθρωπη συμπεριφορά του Σουλτάνου εναντίον των χριστιανών υπηκόων του, πολλοί από τους οποίους προέβαλαν πια νόμιμη άμυνα, και δήλωνε ότι , «η συμβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τα πολιτισμένα κράτη της Ευρώπης θα απόβαινε αδύνατη, εάν ο Σουλτάνος, δεν σεβόταν τη Χριστιανική θρησκεία, και εάν δεν ακύρωνε το σχέδιο εξοντώσεως των Ελλήνων».
 Ο Τσάρος, απαιτούσε την εκπλήρωση των ακόλουθων όρων. 
-Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα έπρεπε να δεσμευτεί ότι θα ανοικοδομούσε ή θα επισκεύαζε τις εκκλησίες που καταστράφηκαν από τον όχλο.
-Ο Σουλτάνος, όφειλε να εξασφαλίσει την προστασία της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας.
 -Η Οθωμανική κυβέρνηση ,θα έπρεπε να κάνει διάκριση μεταξύ «ενόχων» και «αθώων» χριστιανών, οι ηγεμονίες στον Δούναβη θα έπρεπε να επανέλθουν στο προηγούμενο καθεστώς, και ο οθωμανικός στρατός, θα έπρεπε να υποχωρήσει, σύμφωνα με τα προνόμια που είχαν θεσπισθεί υπέρ της Ρωσίας, με παλαιότερες συνθήκες.
Στο τελεσίγραφο, που κοινοποιήθηκε στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, ο Τσάρος επικαλέσθηκε το δικαίωμα του προστάτη των ορθοδόξων με βάση τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζί του 1774 και τις συνθήκες του Ιασίου του 1792 και του Βουκουρεστίου του 1812, και τόνιζε, ότι η Ρωσία, ως γειτονική χώρα, θεωρούσε ότι είναι αρμόδια, για την αποκατάσταση της τάξεως στη Βαλκανική, και δήλωνε πως η Ρωσία, «συμφώνως με όλον τον χριστιανισμόν» δεν θα εγκατέλειπε στην εκδίκηση του τυφλού ισλαμικού φανατισμού «τους κατά θρησκείαν αδελφούς αυτής».
Το πρόβλημα για την εφαρμογή της πολιτικής του Καποδίστρια ήταν η Αγγλία , διότι χωρίς τη συγκατάθεση του Λονδίνου, ο Τσάρος δεν αποφάσιζε τίποτα. 

Ο εχθρός των Ελλήνων και τουρκόφιλος άγγλος υπουργός εξωτερικών Κάστελρι , (Λόρδος Λοντοντέρι), και κατά κόσμον Ρόμπερτ Στιούαρτ, (του οποίου η μητέρα ήταν το γένος Κοέν), στις 12/24 Ιουνίου σε επιστολή του προς τον άγγλο πρεσβευτή στη Βιέννη Charles William Vane, που κοινοποιούσε και στον άγγλο πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Πέρσι Σμίθ Στράνφορντ ,
 έγραφε ότι η αγγλική κυβέρνηση παρακολουθούσε με αγωνία και προσοχή τις εξελίξεις της σύγκρουσης μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με βάση την ενημέρωση από τη Βιέννη αλλά και τις επιστολές του Ρώσου πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, (που είχαν κοινοποιηθεί στις ευρωπαϊκές αυλές από τον Καποδίστρια). 

Ο Κάστελρι σημείωνε ότι «αναμφιβόλως οι Έλληνες επιτέθηκαν πρώτοι», και ότι οι «φρικτές» τουρκικές βιαιοπραγίες, ήσαν αποτέλεσμα του τρόπου που η τουρκική κυβέρνηση διατηρεί την εξουσία της έναντι των εχθρών της», και προσέθετε με κυνισμό ότι η Βρετανική κυβέρνηση, δεν ανέμενε οι τουρκικές βιαιότητες να σταματήσουν όσο η επανάσταση αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την Τουρκία, και υπογράμμιζε: «μας ικανοποιεί το γεγονός ότι οι αυτοκράτορες της Ρωσίας και της Αυστρίας κατενόησαν το πρόβλημα τόσο καλά και απέφυγαν να αναμειχθούν. Οι έντονες αντιδράσεις της τουρκικής κυβέρνησης προκαλούν θλίψη αλλά δεν μπορούν να δικαιολογήσουν ένοπλη επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εάν υιοθετούσαμε αυτή την αρχή θα έπρεπε να κάνουμε διαρκώς επιδρομές στην Τουρκία. Το αποτέλεσμα της κατοχής της χώρας από τα ρωσικά στρατεύματα θα ήταν η επιδείνωση της θρησκευτικής σύγκρουσης». 

Ο Κάστελρι έκλεινε τις οδηγίες του σημειώνοντας ότι ο «αυτοκράτορας της Ρωσίας δεν θα επιτρέψει ο ίδιος να πειστεί από την άποψή αυτουνού για το θέμα». 
Ο «αυτουνού», ήταν ο Καποδίστριας. 

Από το έγγραφο αυτό μπορούμε να καταλάβουμε όλη την αθλιότητα της λογικής του Λονδίνου και εκείνων των «ανθρώπων».

 Οι σφαγές των χριστιανών, ήσαν απλά «έντονες αντιδράσεις», ήσαν νόμιμη αντίδραση κατά της ανταρσίας , «που ξεκίνησαν οι Έλληνες» και , τέλος πάντων «ήταν εσωτερικό ζήτημα της Τουρκίας» .
Το Λονδίνο, και η Μεγάλη Στοά, με ψυχραιμία θα παρακολουθούσαν το αίμα να τρέχει , όσο οι ¨Έλληνες αποτελούσαν κίνδυνο για την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Ο Κάστελρι , και οι υποστηρικτές του που πίστευαν στη διατήρηση του Στάτους Κβο, στην Ανατολή και στα Βαλκάνια, ήθελαν την εξουδετέρωση των οπαδών της πολιτικής της Αικατερίνης στην Αγία Πετρούπολη, ( και πρώτα από όλους του Καποδίστρια). 

Ο Κάστελρι /Κοέν έγραψε στον Τσάρο , στις 16/28 Ιουλίου του 1821, ότι θεωρούσε τους Έλληνες επαναστάτες της ιδίας υφής με τους Ισπανούς, τους Ιταλούς και τους Πορτογάλους. 

Στις οδηγίες του προς τον άγγλο πρέσβη στην Αγία Πετρούπολη, τον Τσαρλς Μπίκοτ, έγραφε ότι, η στάση του για την Ελλάδα δεν υπαγορευόταν από το θαυμασμό για τους αρχαίους Έλληνες ούτε από ανθρωπιστικές ιδέες αλλά από τις υποχρεώσεις που προέρχονταν από τις διεθνείς συμφωνίες, τονίζοντας ότι, «εάν η Βρετανία, υποστηρίξει τους Έλληνες, «αυτό θα άνοιγε τον δρόμο σε κάθε τολμηρό τυχοδιώκτη και σε κάθε πολιτικά φανατισμένο στην Ευρώπη να θέσει σε κίνδυνο το σύστημα, που η Μεγάλη Βρετανία και οι σύμμαχοί της είχαν θεμελιώσει». 

Η Αγγλία, υποστήριζε ότι, στη διαμόρφωση του συστήματος της Βιέννης, ελήφθη υπόψη η Τουρκία και επομένως το σύστημα την περιελάμβανε, και ενώ αναγνώριζε στη Ρωσία το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει βία για να υπερασπίσει τα δικαιώματα που της αναγνώριζαν οι συνθήκες , σημείωνε ότι αυτό, «θα παρέσυρε τη Ρωσία και τον πολιτισμένο κόσμο σε ύψιστους κινδύνους». 

Ο Καποδίστριας από την άλλη πλευρά, τόνιζε προς τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, ότι η Τουρκία δεν προστατευόταν από τις συνθήκες του 1815. 

Ο νέος άγγλος πρέσβης στην Αγία Πετρούπολη σερ Τσαρλς Μπίκοτ, επέδωσε τα διαπιστευτήρια του στον Τσάρο στις 20 Ιουνίου/ 2 Ιουλίου, 16 μέρες πριν την επίδοση της διακοίνωσης προς την Τουρκία. 

Ο Τσάρος του είπε ότι παρ’ ότι ο ρωσικός λαός επιθυμούσε τον πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά «ήταν αποφασισμένος να αποφύγει κάθε ενέργεια που θα ενίσχυε ή θα ενθάρρυνε τους επαναστάτες», ακυρώνοντας στην ουσία το διάβημα που μόλις είχε υπογράψει

Ο Μπίκοτ ενημέρωσε απευθείας τον Πέρσι Σμίθ- Στράνφορντ, ο οποίος διέρρευσε στους Τούρκους τις πραγματικές προθέσεις του Τσάρου, και η Πύλη κοινοποίησε στις 27 Ιουνίου/11 Ιουλίου, πριν την επίδοση της ρωσικής διακοίνωσης, στον ρώσο πρέσβη βαρόνο Γκριγκόρι Αλεξάντροβιτς Στρόγκανωφ, επιστολή προς τον Νέσσελροντ, και όχι προς τον Καποδίστρια , με την οποία προσέφερε ορισμένες παραχωρήσεις.

Ο βαρόνος Στρόγκανωφ, ο οποίος ήταν φίλος του Καποδίστρια και οπαδός της πολιτικής της Αικατερίνης, σε αυτή την κρίσιμη καμπή , όταν ο Τσάρος ακολουθούσε διπλή πολιτική, στήριξε τον Καποδίστρια, αγνόησε την επιστολή, και στις 6/18 Ιουλίου, επέδωσε το τελεσίγραφο του Καποδίστρια, και αφού πέρασαν οι 8 μέρες που αυτό όριζε, χωρίς να λάβει απάντηση, , αναχώρησε στις 30 Ιουλίου μαζί με όλο το προσωπικό της ρωσικής πρεσβείας, με πλοίο από την Κωνσταντινούπολη, διακόπτοντας τις διπλωματικές σχέσεις, της Ρωσίας με την Τουρκία.

 Οι Τούρκοι βραχυκυκλώθηκαν από την ενέργεια αυτή και απέρριψαν την επομένη όλες τις απαιτήσεις της Ρωσίας , ακυρώνοντας τους ελιγμούς Άγγλων και Αυστριακών, που προσπαθούσαν να επιδειχθεί κάποια «επιείκεια», προς τους Έλληνες εφόσον κατέθεταν τα όπλα. 


Η μηχανή του πολέμου, άρχισε να βρυχάται.
 Ο Τσάρος διέταξε μεν τη μετακίνηση μονάδων για την ενίσχυση της στρατιάς της Βεσσαραβίας, που προκάλεσε πανικό στους Τούρκους και τον Στάνφορντ, αλλά εξαπάτησε τους πάντες, και δεν διέταξε ποτέ την διάβαση του Προύθου. Επέμενε στις διαπραγματεύσεις με τους «συμμάχους», μετατρέποντας τη συζήτηση σε «κολοκυθιά».

 Περισσότερα για την πραγματική ιστορία που κρύβουν οι Κοτζαμπάσηδες των δανειστών, οι «Εφραιμάκοι» και η Στοά στο βιβλίο μου 
«Η επανάσταση των Φιλογένων».

Κυριακή 5 Ιουλίου 2020

H ναυμαχία του Τσεσμέ και ο Ιωάννης Βαρβάκης

Ελαιογραφία του Ιβάν Αιλαζόβσκι του 1848 αφιερωμένη στην ιστορική νίκη του Ρωσικού Ναυτικού στον Τσεσμέ.

1770. Κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774 στις 24 Ιουνίου / 5 Ιουλίου διεξήχθη στο στενό ανάμεσα στη Χιο και την Μικραιστικη Ακτή η ναυμαχία του τουρκικού στόλου με την Μοίρα των αδελφών Ορλώφ. Ο τουρκικός στόλος είχε 5 πλοία της γραμμής των 80 κανονιών, 10 των 60-70, 6 φρεγάτες, 6 Σεμπέκια, αι άλλα μικρότερα πλοία. 
Η Ρωσική μοίρα είχε 9 πλοία της γραμμής και τρεις φρεγάτες. Την αυγή της 24ης Ιουνίου/5 Ιουλίου τα Ρωσικά και τα τουρκικά πλοία παρατάχθηκαν για μάχη. Η ρωσική μοίρα αναπτύχθηκε σε τρεις γραμμές. Στην πρώτη γραμμή ήταν ο Ναύαρχος Σπυριντόνοφ με την Ναυαρχίδα «Άγιος Ευστάθιος», το θωρηκτό «Ευρώπη»με τον πλοίαρχο Κλοκασόφ, το θωρηκτό Αγια Τριάδα με τον πλοίαρχο Χμετέφσκι και η Φρεγάτα «Άγιος Νικόλαος». 
Στις 11:00 το πρωί ο Ορλώφ έδωσε το σήμα στο σύνολο του στόλου για να επιτεθεί στον εχθρό.
 Οι διοικητές της ρωσικής μοίρας χρησιμοποίησαν τις νέα τακτική και άρχισαν να επιτίθενται σε μια γραμμή κάθετη προς τον εχθρό. Αυτός ο ελιγμός ήταν πολύ επικίνδυνος, καθώς τα ρωσικά πλοία πλησίασαν με τουρκικά σε μια στήλη αλλά η ταχύτητα της κίνησης επέτρεψε να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες και ο εχθρός δεν ήταν σε θέση να επικεντρώσει στην ρωσική μοίρα όλα της τα όπλα του. 
Από τις πρώτες αναμετρήσεις το «Ευρώπη» έπαθε σημαντικές ζημιές στα κατάρτια του και αποσυρθηκε ενώ το Αγιος Ευστάθιος συγκρούστηκε με το τουρκικό «μπουρί ου Ζαφέρ» και οι ρώσοι έκαναν ρεσάλτου και κατέλαβαν το τουρκικό αλλά έπεσε φωτιά η πυριτιδαποθήκη του Αγιος Ευστάθιος και ανατινάχτηκε. Χάθηκαν 22 αξιωματικοί και 473 ναύτες. 
Το θωρηκτό "Τρείς Ιεράρχες' που διοικούσε ο Άγγλος Γκρέγκ κατέστρεψε την τουρκική ναυαρχίδα. Γύρω στις 14.00 οι Τούρκοι αποσύρθηκαν στο κόλπο του Τσεσμέ. Οι δυο στόλοι είχαν χάσει από ένα πλοίο αλλά οι ζημίες του τουρκικού στόλου ήταν τέτοιες και τόσες που δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει τις επιχειρήσεις. 
Το βράδυ της 26ης Ιουνίου/ 7ης Ιουλίου ο ψαριανός Ιωάννης Βαρβάκης που είχε μετατρέψει το σεμπέκι του σε πυρπολικό , το οδήγησε και το κόλλησε σ΄ ένα μεγάλο Τουρκικό ντελίνι, μέσα στον Κόλπο , άναψε ο ίδιος το δαυλό το φιτίλι, και τίναξε το μεγάλο καράβι στον αέρα. 
Από την έκρηξη τινάχτηκε κι αυτός στην θάλασσα. Ακολούθησε πλήρης καταστροφή του στόλου των Τούρκων, αφού τα καράβια βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους, και έπισαν φωτιά το ένα μετά το άλλο. 
Οι Ρώσοι μάζεψαν τον Βαρβάκη τραυματισμένο. 
Ο ναύαρχος Σπυριντόνοφ τον ονόμασε «Ήρωα του Τσεσμέ» και με το όνομα αυτό έγινε γνωστός στο Αστραχάν.
 Ο Αλέξης Ορλώφ ανέφερε την ηρωική πράξη του Βαρβάκη στην Αικατερίνη Β', η οποία με διάταγμά της τον ονόμασε υπολοχαγό του Ρωσικoύ στρατού. 
 Η καταστροφή στον Τσεσμέ ήταν η μεγαλύτερη ναυτική ήττα που υπέστησαν οι Οθωμανοί από τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571.

Η Αικατερίνη η Μεγάλη, για να τιμήσει τον Αγαπημένο της Αλεξέι έστησε τρια μνημεία .Την Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη , τον Οβελίσκο του Τσεσμέ, και τη 

Στήλη του Τσεσμέ στην Τσάρσκοε Σελό .

5/17 Ιουλίου 1821. Η Επανάσταση του Ασπροποτάμου και η μάχη στο ακρωτήριο της Αγίας Παρασκευής στη Σάμο

5/17 Ιουλίου 1821. Ο αρματολός Νικόλαος Στουρνάρης κήρυξε την επανάσταση στο αρματολίκι του Ασπροποτάμου του οποίου τα 67 χωριά κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες. Τη γενική αρχηγία είχε ο Νικόλαος Στουρνάρης και μαζί του συντάχθηκαν ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, ο Γρηγόρης Λιακατάς, και ο Αθανάσιος Μάνταλος από τα Χάσια. 
Στη Σάμο ο Καπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης με τον Λυκούργο Λογοθέτη με 60 περίπου Σαμιώτες και 25 Σφακιανούς υπό τον Χατζηγιώργη Μουριανό επιτέθηκαν στους Γενιτσάρους που προσπάθησαν να αποβιβαστούν(αιφνιδιαστικά) με βάρκες στο Ακρωτήρι της Αγίας Παρασκευής. Οι περισσότεροι από τους 700 Γενιτσάρους πνίγηκαν αλλά όσοι πάτησαν στην ξηρά σκοτώθηκαν.

Η Δεύτερη Μάχη του Μαραθώνα στις 5/17 Ιουλίου 1824

Τον Ιούνιο του 1824 ο Ομέρ Πασάς της Καρύστου έλαβε εντολή από την Κωνσταντινούπολη να στραφεί κατά της Αττικής . Αμέσως ο Ομέρ Πασάς επιστρατεύτηκε και αποβιβάστηκε στον Ωρωπό την 1η/13η Ιουλίου με 3.000 άνδρες εκ των οποίων οι 2.000 γενίτσαροι, με πυροβολικό και ιππικό, με σκοπό να καταλάβει την Αθήνα αλλά καθυστέρησε για να λεηλατήσουν οι άνδρες το τη γύρω περιοχή. 
Οι δανειολήπτες είχαν διορίσει φρούραρχο της Ακρόπολης τον Γιάννη Γκούρα, ο οποίος συγκρότησε σώμα από 600 άνδρες, με τη συμμετοχή των «μισθοφόρων» Μαμούρη, Ρούκη και Πρεβεζιάνου και κατέλαβε τον Τύμβο , απ’ όπου θα διάβαινε αναγκαστικά ο Ομέρ με τον στρατό του. 
Η αναμέτρηση μεταξύ των 3.000 Τούρκων και των 600 Ελλήνων στην πεδιάδα του Μαραθώνα, έγινε στις 5/17 Ιουλίου. Οι Τούρκοι βομβάρδισαν τις θέσεις των Ελλήνων και επιτέθηκαν με το Ιππικό αλλά αποκρούστηκαν, Τότε εμφανίστηκε στο πεδίο της μάχης ως από μηχανής Θεός επικεφαλής σώματος Επτανησίων ο Διονύσιος Ευμορφόπουλος, που είχε ξεκινήσει από την Κόρινθο και τον οποίο δεν τον παράμεναν. Η απρόσμενη ενίσχυση αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων. 
 Ο Γκούρας διέταξε Γιουρούσι που αιφνιδίασε τους Τούρκους και τους έτρεψαν σε φυγή. Οι Τούρκοι άφησαν στο πεδίο της μάχης 260 νεκρούς, τον αρχηγό των γενιτσάρων Ιμπραήμ, καθώς και πλούσια λάφυρα, όπλα και δύο σημαίες. Μετά τη μάχη, ο Γκούρας, έκοψε τριάντα κεφάλια από τους Τούρκους πεσόντες και τα απέστειλε στην Αθήνα μαζί με τις δύο πολεμικές σημαίες, εν είδει θριάμβου. Παράλληλα, με επιστολή του προς τους δημογέροντες των Αθηνών χαρακτήρισε τη νίκη του ανώτερη σε ηρωισμό από εκείνη της Γραβιάς (8 Μαΐου 1821), γιατί «ενίκησαν εκεί όπου ενίκησε πάλαι ποτέ και ο Μιλτιάδης». 
Ο Ομέρ Πασάς, μετά την ήττα του, υποχώρησε με τον στρατό του στο Καπανδρίτι, ενώ ο Γκούρας με τον Ευμορφόπουλο επέστρεψαν στην Αθήνα.