Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

3/3/18 Το πρωτόκολλο της Αγίας Πετρούπολης της 23ης Μαρτίου/4ης Απριλίου 1826, για τη ανεξαρτησία της Ελλάδας και ο Καποδίστριας

 του Σπύρου Χατζάρα

Η τελική νίκη της Ελληνικής Επανάστασης, που εξ αρχής είχε σχεδιαστεί για να οδηγήσει σε διπλωματική λύση, επετεύχθη με διπλωματικά μέσα, όταν ψυχορραγούσε στρατιωτικά και οικονομικά, μετά την εισβολή του Αβραάμ (Ιμπραχίμ) και την πτώση του Μεσολογγίου.

Η πολιτική λύση θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί από το 1821, είτε μετά τη νίκη στα Δερβενάκια το 1822, είτε το 1824-25. Ήρθε το 1826.

Η Ανεξαρτησία της Ελλάδος, δεν επετεύχθη ούτε με τα δάνεια της Αγγλίας, ούτε με τις προσπάθειες της «Επιτροπής της Ζακύνθου», ούτε με το ψήφισμα υποτέλειας του Μαυροκορδάτου, με το οποίο το ελληνικό Έθνος, έθετε «εκουσίως», την Ελευθερία, την Εθνική του Ανεξαρτησία και την πολιτική του ύπαρξη, «υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρετανίας». Η αποφασιστική, καθοριστική καμπή στροφή ήταν η υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Αγίας Πετρούπολης, μεταξύ Ρωσίας και Αγγλίας της 23ης Μαρτίου/4ης Απριλίου 1826.

Η διπλωματική νίκη της ελληνικής επανάστασης, προήλθε από τις ενέργειες του Καποδίστρια, που δεν έχασε ποτέ τα στηρίγματα του στην Αυλή της Αγίας Πετρούπολης και στο ρωσικό υπουργείο εξωτερικών.

Η νίκη του Καποδίστρια απέναντι στην αγγλική πολιτική ήταν πολιτικό προϊόν ,του πραξικοπήματος του Δεκεμβρίου του 1825, που απομάκρυνε από τον θρόνο τον Τσάρο Αλέξανδρο, και την ομάδα των «αγγλόφιλων» συμβούλων του. Αμέσως μετά την επιστροφή των στελεχών του «πατριωτικού πολέμου» στην εξουσία, μαζί με τον τσάρο Νικόλαο, ο «Καποδιστριακός» πρώην πρέσβης της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, και φανατικός «ρώσος πατριώτης» Γκριγκόρι Στρόγκανωφ, που και αυτός μετά την αποχώρηση του Καποδίστρια είχε ζητήσει και λάβει επ΄ αόριστον άδεια και ζούσε στην Δρέσδη, έσπευσε στην ρωσική πρωτεύουσα, και στις 30 Ιανουαρίου 1826, με υπόμνημα προς το Νικόλαο Α’, επανέφερε την πολιτική Καποδίστρια του 1822, επισημαίνοντας ότι οι όροι της συνθήκης του Βουκουρεστίου του 1812,είχαν παραβιαστεί από την Τουρκία, γεγονός που επέτρεπε την κήρυξη πολέμου που θα είχε την υποστήριξη όλου του ρωσικού λαού, και που θα οδηγούσε στη σωτηρία των χριστιανών Ελλήνων, από τις σφαγές που έκαναν οι Τούρκοι.

Ο Νικόλαος, απεδέχθη την εισήγηση, και διέταξε τη συγκέντρωση στρατευμάτων στον Προύθο. Στο Λονδίνο, όταν πληροφορήθηκαν τις εξελίξεις επικράτησε πανικός, και ο Ουέλινγκτον μη έχοντας άλλα μέσα για να αποτρέψει τον πόλεμο, και για να μην ξεπεραστεί από τα γεγονότα, έσπευσε με δική του πρωτοβουλία στην Αγία Πετρούπολη, για να προσφέρει στον Τσάρο την υποστήριξη της Αγγλίας για τη ρύθμιση του ελληνικού ζητήματος, ενώ παράλληλα διέταξε την αποστολή ενός έμπιστου ρουφιάνου στην Ελλάδα για να δημιουργήσει στοιχεία που θα δυσφημούσαν τον Καποδίστρια.

Η αγγλο-ρωσική συνεννόηση, που προσπαθούσε μάταια να επιτύχει τον χειμώνα του 1821 ο Καποδίστριας, έγινε «αναγκαστικά» τον Μάρτιο του 1826.

Το Πρωτόκολλο της Αγίας Πετρούπολης, έθαψε τις συμφωνίες της Βιέννης του Τσάρου Αλεξάνδρου με τους Μέτερνιχ και Ουέλινγκτον για τις σχέσεις με την Τουρκία, του Σεπτέμβριου του 1822, που έριξαν ταφόπλακα στο «ελληνικό ζήτημα». Το αγγλο-ρωσικό πρωτόκολλο, αφορούσε μόνο στο ζήτημα των Ελλήνων, και οι δύο Δυνάμεις συμφωνούσαν να επέμβουν μεσολαβητικά για τη δημιουργία Ελληνικού Κράτους, που κατόπιν της επιμονής της Αγγλίας, θα ήταν φόρου υποτελές στο Σουλτάνο, για να μην ανατραπεί το «στάτους κβο».

Ο Μέτερνιχ, που κατέγραψε τη «συντριβή» του από το πρωτόκολλο στα ημερολόγιο του, και ο Ουέλινγκτον, των Ρότσιλντ είχαν ηττηθεί, αλλά όχι τελειωτικά.

Ο Καποδίστριας που πέτυχε την καταρχήν δέσμευση της αγγλικής πολιτικής, απέρριψε τον όρο του Ουέλινγκτον, για τον φόρο υποτέλειας στον Σουλτάνο , και για αυτό έστειλε οδηγίες στον Κολοκοτρώνη και τον Καραϊσκάκη που ανεφεραν: «Να μη δώσετε ακρόαση, αν σας προτείνουν υποταγή εις τον σουλτάνο, και να αποκριθείτε ότι με το σπαθί μας θα υπογράψουμε την ελευθερία και την ανεξαρτησία μας ή τον θάνατόν μας. Να μη φοβηθείτε τίποτε, και να επιμείνετε εις την απόφαση σας, επειδή δεν μπορούν να πράξουν τίποτα εναντίον των δικαίων της Ελλάδος, αρκεί να μη ενδώσετε σεις οι ίδιοι εις την υποταγή».

Ο πράκτορας που έστειλαν οι Άγγλοι από τα Επτάνησα λεγόταν Σπύρος Μεταξάς. αλλά κυκλοφορούσε ως «Σπηλιάδης Μεσθενοπούλος».

Ο πράκτορας της Στοάς της Ζακύνθου, μεταφέρθηκε από την Ζάκυνθο στο Ναύπλιο, από τον Μιαούλ(η), και εμφανίστηκε στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στο Άργος, λίγο πριν τις 6/18 Απριλίου1826, που άρχισε η Τρίτη Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο, με πλαστή συστατική επιστολή του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων, που τότε ζούσε στην Αγία Πετρούπολη, και η οποία συνιστούσε τον Μεσθενόπουλο, ως μαθητή του, άξιο να τεθεί στην υπητεσία της πατρίδος.

Ο πράκτορας έδωσε στον Κολοκοτρώνη και μια γραμματική ως δώρο του Οικονόμου, και εν συνεχεία ζήτησε να μιλήσει ιδιαιτέρως με τον στρατηγό.Τότε ζήτησε να του δώσει άνθρακα από έλατο, και αφού τον έκανε σκόνη, το άπλωσε στο άγραφο μέρος της συστατικής επιστολής και τότε φάνηκαν άλλα γράμματα. Ήταν επιστολή που υποτίθεται είχε γράψει ο Βιάρος Καποδιστριας, προς τον Κολοκοτρώνη , με την οποία του ζητούσε, «να δώσει πίστη είς όσα θά του ειπεί ο επιφέρων», και ότι είχε στα χέρια σαράντα χιλιάδας δίστηλα, από τα οποία ένα μέρος είχε στείλει στο Μεσολόγγι, και τα υπόλοιπα θα τα μεταχειριζόταν , «διά την κοινήν σωτηρίαν» και το «καλόν της πατρίδος».

Στη συνέχεια, ο πράκτορας ζήτησε από τον Κολοκοτρώνη ,να του ορκισθεί ότι θα κρατήσει το «μυστικό», για το περί ου ό λόγος «καλόν της πατρίδος», πριν του το αποκαλύψει, και επειδή ο «Γέρος» αρνήθηκε, εκείνος για να τον πείσει έβγαλε από την τσάντα του τέσσερα εφοδιαστικά έγγραφα μιας μυστικής οργανώσεως, που είχαν ένα κύκλο με πυροβόλα, και άλλα σημεία πέριξ, που ήταν ασυμπλήρωτα και του είπε ότι το ένα είναι για τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη, και τα άλλα τρία μπορούσε να τα δώσει σε όποιον εκείνος θελήσει. Στη συνέχεια ο πράκτορας, του παρουσίασε ένα μυστικό «πρωτόκολλο» χωρίς υπογραφές , το οποίο εμφάνιζε τον Καποδίστρια, τον μητροπολίτη Ίγνάτιο , τον Στούρζα και τον υπασπιστή του Δουκός Κωνσταντίνου, στρατηγό Δημήτριο Κουρούτα, να συνωμοτούν με άλλους Ρώσους αξιωματούχους, για να οργανώσουν αποστασία εντός του ρωσικού στρατεύματος, ώστε ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας, να μεταφέρει 40.000 στρατιώτες, στην Χρυσούπολη, να καταληφθεί
η Κωνσταντινούπολη και να ανακηρυχθεί ο Κωνσταντίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως. Και στο τέλος, παρουσιάσε μια άναφορά προς τον (νεκρό) αύτοκράτορα 'Αλέξανδρο, που έπρεπε νά υπογράψει ο Κολοκοτρώνης, με την οποία τον ικέτευε ν' αναγνωρίσει τόν Κωνσταντίνο ως αυτοκράτορα των Ελλήνων.

Η «επιχείρηση» αυτή απέβλεπε στο να δημιουργήσει «απτά αποδεικτικά στοιχεία» για την «ελληνική συνωμοσία», εντός του ρωσικού στρατού, και για την εμπλοκή του Καποδίστρια στην επανάσταση των «Δεκεμβριστών» αξιωματικών , που είχε εκδηλωθεί στις 14/26 Δεκεμβρίου 1825, στην Αγία Πετρούπολη, μετά τον θάνατο του Τσάρου Αλεξάνδρου την 1 Δεκεμβρίου 1825 στο Ταϊγάνιο (Ταγκανρόκ) ,και ώστε να ακυρώσει τις προσπάθειες του για να προσανατολίσει προς όφελος των Ελλήνων, την πολιτική του Τσάρου Νικολάου. Η εντολή για την επείγουσα αυτή επιχείρηση δόθηκε στη Ζάκυνθο, απευθείας από το Λονδίνο, και η επιλογή του πράκτορα ήταν βιαστική δεν ήταν καλύτερη. Παράλληλα με τη «διπλωματική» διάσταση της επιχείρησης, υπήρχε και η «μικροπολιτική», με την δήθεν «υπόσχεση» του Βιάρου προς τον Κολοκοτρώνη, ότι έχει χρήματα στη διάθεσή του για την «κοινή Σωτηρία», δηλαδή για την εξαγορά ψήφων στην επικείμενη εθνοσυνέλευση. Η μη καταβολή των χρημάτων, που δεν υπήρχαν, θα δημιουργούσε όπως πίστευε ο Ρώμας, ρήξη στις σχέσεις του Κολοκοτρώνη με τους Καποδίστρια.

Ο «Γέρος» δεν ήξερε τα «διπλωματικά», κατάλαβε όμως ότι είχε να κάνει με κατάσκοπο, του κατέσχεσε την τσάντα, και διαπίστωσε ότι είχε «συστατικά γράμματα» του Ζακυνθινού πλοιοκτήτη Θεοδ. Λεονταρίτη, για τον Πετρόμπεη, και του επέβαλε να τον ακολουθήσει στην Επίδαυρο, όπου τον υποχρέωσε να επαναλάβει ότι του είχε πει προς τον Παλαιών Πατρών και προς τον Ζαΐμη, (της παρατάξεως Ρώμα-Μαυροκορδάτου), και στη συνέχεια τον έστειλε να «περιμένει» στον Πύργο.

Ο πράκτορας «δραπέτευσε», από την Πελοπόννησο, και με πλαστά συστατικά γράμματα ως απεσταλμένος τάχα του Κολοκοτρώνη πήγε στην Πίζα και συναντήθηκε με τον Ιγνάτιο και τον Καρατζά, στους οποίους συστήθηκε ως ανιψιός του Καραϊσκάκη, και έλαβε συστατικά γράμματα για να πάει στον Καποδίστρια στην Ελβετία. Ταυτοχρόνως ο Ρώμας, ενημερωθείς από τον Ζαΐμη και τον Γερμανό, για να καλύψει τα ίχνη του, έστειλε από την επιτροπή της Ζακύνθου τον Χριστόφορο Ζαχαριάδη για να ρωτήσει τον Κολοκοτρώνη μη τυχόν έδωσε γράμματα προς τον «κατάσκοπο», για να «ληφθούν μέτρα».

Στη Γενεύη, ο «Μεσθενόπουλος-Μεταξάς», απέσπασε ένα ιδιόχειρο σημείωμα του Καποδίστρια, προς τον Κολοκοτρώνη καί τον Καραϊσκάκη, που ανέφερε:
«Να μή δώσετε ακρόασιν, αν σας προτείνωσιν υποταγην εις τον σουλτάνον, και ν' άποκριθητε ότι με το σπαθί μας θα υπογράψωμεν την ελευθερίαν μας και άνεξαρτησίαν ή τόν θάνατόν μας, να μη φοβηθήτε δε τίποτέ, και να επίμείνετε είς τήν άπόφασίν σας, επεδή δέν μπορουσι νά πράξωσι τίποτε έναντίον των δικαίων τής Έλλάδος, άρκει να μη ενδώσετε σεις οι ίδιοι εις την υποταγήν». 

Η προκήρυξη της Καλαμάτας για τον ανυπόφορο ζυγό της Οθωμανικής τυραννίας Και την Ανάσταση του Ελληνικού Γένους

του Σπύρου Χατζάρα

Η «προκήρυξη της Καλαμάτας» δεν γράφηκε στη Μάνη. Συνετάχθη από το ιδιο Επαναστατικό Κέντρο των Φιλογενών που προετοίμασε την Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση και στάλθηκε «έτοιμη» στη Μάνη.
Στις 23 Μαρτίου ο καλλιγράφος γραμματέας την αντέγραψε και την υπέγραψε ο Πέτρος Μαυρομιχάλης.
Η «Προειδοποίησις εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς» και το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», θα έπρεπε να είναι δίδυμα αδελφάκια. 
Η «Προειδοποίησις» ωστόσο αναφέρεται ξεκάθαρα στον « ανυπόφορος ζυγό της Οθωμανικής τυραννίας» που δεν το έκανε το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», και τόνιζε τον εθνικοαπελευθερωτικό και όχι κοινωικό χαρακτήρα της Επανάστασης λεγοντας, «να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας».
Η προκήρυξη της Καλαμάτας δεν έχει καμιά αναφορά σε εκλογές, και δεν έκανε αναφορά στην επανάσταση των «Συνταγματικών» στην Ισπανία.
Από την Προειδοποίηση γίνεται ολοφάνερη η δράση του «Ιακωβίνου» άγγλου πράκτορα στο περιβάλλον του Αλέξανδρου Υψηλάντη στο Κισινιέφ. Η Προειδοποίησις προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές ανέφερε:

«Ο ανυπόφορος ζυγός της Οθωμανικής τυραννίας εις το διάστημα ενός και απέκεινα αιώνος, κατήντησεν εις μίαν ακμήν, ώστε να μην μείνη άλλο εις τους δυστυχείς Πελοποννησίους Γραικούς, ει μη μόνον πνοή και αυτή δια να ωθή κυρίως τους εγκαρδίους των αναστεναγμούς.
Εις τοιαύτην όντες κατάστασιν στερημένοι από όλα τα δίκαιά μας, με μίαν γνώμην ομοφώνως απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα άρματα, και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. Πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας απερρίθφησαν εις τον βυθόν της λήθης, και άπαντες πνέομεν πνοήν ελευθερίας.
Αι χείρες ημών αι δεδεμέναι μέχρι του νυν από τας σιδηράς αλύσσους της βαρβαρικής τυραννίας, ελύθησαν ήδη, και υψώθηκαν μεγαλοψύχως και έλαβον τα όπλα προς μηδενισμόν της βδελυράς τυραννίας.
Οι πόδες ημών οι περιπατούντες εν νυκτί και ημέρα εις τας εναγκαρεύσεις τας ασπλάγχνους τρέχουν εις απόκτησιν των δικαιωμάτων μας. Η κεφαλή μας η κλίνουσα τον αυχένα υπό τον ζυγόν τον απετίναξε και άλλο δεν φρονεί, ει μη την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ.
Η γλώσσα μας η αδυνατούσα εις το να προφέρη λόγον, εκτός των ανωφελών παρακλήσεων, προς εξιλέωσιν των βαρβάρων τυράννων, τώρα μεγαλοφώνως φωνάζει και κάμνει να αντηχή ο αήρ το γλυκύτατον όνομα της Ελευθερίας.
Εν ενί λόγω απεφασίσαμεν, ή να ελευθερωθώμεν, ή να αποθάνωμεν.
Τούτου ένεκεν προσκαλούμεν επιπόνως την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαίων γενών, ώστε να δυνηθώμεν να φθάσωμεν ταχύτερον εις τον Ιερόν και δίκαιον σκοπόν μας και να λάβωμεν τα δίκαιά μας.
Να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας.
Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε, απαιτεί ως εν τάχει την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας, και ευέλπιδες, ότι θέλει αξιωθώμεν, και ημείς θέλομεν σας ομολογή άκραν υποχρέωσιν, και εν καιρώ θέλομεν δείξη πραγματικώς την υπέρ της συνδρομής σας ευγνωμοσύνην μας».

1819. Η δολοφονία στο Μανχάιμ, του Αύγουστου φον Κότζεμπου και ο Καποδίστριας

Στις 23 Μαρτίου 1819, δολοφονήθηκε στο Μανχάιμ, ο φίλος του Γκαίτε, συγγραφέας και διευθυντής θεάτρου, Άουγκουστ φον Κότζεμπου.
Δράστης ήταν ο φοιτητής θεολογίας Καρλ Λούντβιχ Σάντ.
Ο Μετερνιχ , που πληροφορήθηκε αμέσως το γεγονός έγραψε στο ημερολόγιο του: «Σήμερα» στις πέντε το απόγευμα κτυπήθηκε, πολλές φορές, με στιλέτο, μέσα στο διαμέρισμά του, ο Ρώσος σύμβουλος του κράτους Κότζεμπου, που πέθανε από τα τραύματα. Ό φονιάς, είκοσι τεσσάρων χρονών, βγήκε τρέχοντας από το σπίτι, αλλά σταμάτησε μπροστά στην είσοδο και έμπηξε το στιλέτο στο στήθος του. 'Ακόμα ζει, αλλά βρίσκεται σε αφασία. Κατά το πιστοποιητικό έγγραφής του στο πανεπιστήμιο του Ερλάνγκεν, που ήταν στην τσέπη του σακακιού του, ονομάζεται Κάρολος Φρειδερίκος Σαντ και είναι, φοιτητής της Θεολογίας».

Ο Σάντ σκότωσε τον Αύγουστο φον Κότζεμπου επειδή προπαγάνδιζε κατά των «φιλελευθέρων ιδεών» και του εθνικιστικού ρεύματος που αναπτυσσόταν ραγδαία στα γερμανικά πανεπιστήμια.

Λίγο καιρό πριν τη δολοφονία του Κότζεμπου ,στα 1818, ο Καποδίστριας είχε θέσει σε κυκλοφορία στη Δρέσδη, ένα φυλλάδιο, που το είχε γράψει και το υπέγραφε ο στενός συνεργάτης του Στούρτζας, και που φυσικά το είχε εγκρίνει και ο Τσάρος, με το οποίο καταδικάζονταν τα εθνικιστικά κηρύγματα του Φίχτε που είχαν βρει μεγάλη απήχηση στους 13.000 φοιτητές των 21 γερμανικών πανεπιστημίων.

Μετά τη δολοφονία του Κότζμπουε , οι γερμανικές εφημερίδες της εποχής, έγραφαν, ότι το θύμα, ενεργούσε σε συνεργασία με τον Στούρτζα. Ο Στούρτζας είχε αποσταλεί στη Δρέσδη, από τον Καποδίστρια, μετά το συνέδριο του Άαχεν, ως « σταθμάρχης», για να συντονίζει τις εκεί ρωσικές ενέργειες στα πανεπιστήμια. Μόλις έμαθε ότι υπήρχε απόφαση και για τη δική του εκτέλεση , έφυγε γρήγορα πίσω στη Ρωσία.

Ο Κότζεμπου, πήγε στην Αυλή της Αγίας Πετρούπολης επί της Αικατερίνης το 1785 και διορίστηκε κυβερνήτης της Εσθονίας . Επέστρεψε στη Γερμανία το 1797, πήγε στη Βιέννη και τη Βαϊμάρη, και μετά επέστρεψε στη Ρωσία, όπου συνελήφθη, αλλά αποκαταστάθηκε από τον τσάρο Παύλο A’ που τον ονόμασε διευθυντή του γερμανικού αυτοκρατορικού θεάτρου της Αγίας Πετρούπολης. Μετα τη δολοφονία του Παύλου (1801), γύρισε στη Βαϊμάρη και μετά εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο –όπου ήταν της μόδας το αστικό δράμα.

Το 1816, ο Καποδίστριας είχε διορίσει τον Κότζεμπου ως πρόξενο της Ρωσίας στο Κένιξμπεργκ, (το σημερινό Καλίνιγκραντ), και οι «φιλελεύθεροι» τον κατηγορούσαν ως ρώσο πράκτορα.

Ο Κότζεμπου σαν Ρώσος πρόξενος , δούλευε κατά του γερμανικού εθνικιστικού κινήματος διότι οι Ρώσοι, δεν ήθελαν την ενοποίηση της Γερμανίας σε ένα Κράτος , γιατί έτσι, η Πρωσία, από σύμμαχος και ουσιαστικά δορυφόρος της Ρωσικής Αυλής, θα γινόταν μεγάλη δύναμη και πιθανότατα αντίπαλος .

Η δολοφονία του Κότζεμπου  προκάλεσε την αντίδραση των Ευρωπαίων ηγεμόνων, αποτελώντας την αιτία της λήψης μέτρων κατά τω ν φιλελευθέρων.

Αυτό το σκάνδαλο κατασκοπείας, του 19ου αιώνα, μας επιβεβαιώνει ότι ο Καποδίστριας δεν ήταν μόνο διπλωμάτης αλλά ταυτόχρονα και επικεφαλής της τσαρικής υπηρεσίας πληροφοριών. Της αυτοκρατορικής κατασκοπίας. Αυτό βέβαια δεν είναι σημερινή ανακάλυψη. Τον 19ο αιώνα η κατασκοπία και η αντικατασκοπία ήσαν εξάρτημα της διπλωματικής υπηρεσίας.

Έχουμε μάθει με αντανακλαστικό τρόπο θα έλεγα να διακρίνουμε τους πράκτορες των Άγγλων ή των Αυστριακών στα δραματικά γεγονότα της ελληνικής επανάστασης, αλλά δεν έχουμε περιλάβει στις οι ιστορικές παραμέτρους της επανάστασης ότι πράκτορες είχαν και οι Ρώσοι, πολλοί από τους οποίους ήταν Έλληνες και τους οποίους διηύθυνε και συντόνιζε ο Καποδίστριας, του οποίου οι πρώτες μεγάλες επιτυχίες , που τον βοήθησαν να ανέβει ραγδαία στη ρωσική ιεραρχία, ήταν στον τομέα τα κατασκοπίας.

Το επιτυχές δίκτυο συλλογής πληροφοριών που άρχισε να «στρώνει» από το Βουκουρέστι, παρείχε τη βάση των εκθέσεων που συνέτασσε ο Καποδίστριας, και οι οποίες του εξασφάλισαν την προσοχή του Τσάρου. Η πρώτη τοποθέτηση του Καποδίστρια τη Βιέννη, ως υπεράριθμου ακολούθου, εκτιμήθηκε από τους Αυστριακούς, σαν κατασκοπευτικού χαρακτήρα, ενώ και η μεγάλη «διπλωματική» του αποστολή στην Ελβετία, του ανατέθηκε , ακριβώς επειδή είχε αποδειχθεί καλός κατάσκοπος και όχι επειδή είχε καταξιωθεί σαν διπλωμάτης στον πόλεμο. Αυτός ο συνδυασμός, έκανε τον Τσάρο να τον θεωρήσει ως ,«τον δικό του Μέτερνιχ», και να του αναθέσει την ταυτόχρονη διεύθυνση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και της ρωσικής κατασκοπίας και αντικατασκοπίας.

Οι αναφορές για την εξωτερική ασφάλεια της αυτοκρατορίας , από το δίκτυο των «πρακτόρων», έφθαναν στον Καποδίστρια, καθώς και οι εκθέσεις της αστυνομίας για την δραστηριότητα των ξένων διπλωματικών αποστολών και των ξένων υπηκόων . Επομένως ήταν εντός των πλαισίων των υπηρεσιακών καθηκόντων του, να ενημερώνει τον Τσάρο για τις επαναστατικές κινήσεις των Ελλήνων . Όλοι οι πρόξενοι του 19ου αιώνα, που διορίζονταν κυρίως στα λιμάνια, ήσαν «σταθμάρχες» διπλωμάτες και κατάσκοποι ταυτόχρονα. Εκτός των «προξενικών πρακτόρων»,τους οποίους , χρησιμοποιούσαν για την βραχυπρόθεσμη συλλογή πληροφοριών αλλά και για «ειδικές επιχειρήσεις», ένας άλλος σημαντικός «κλάδος» κρατικών «αποστόλων», ήσαν οι «περιηγητές», τους οποίους έμπασε μαζικά στην εξωτερική της πολιτική, πρώτη η Αγγλία, τον 18ο αιώνα, εξαπολύοντας τους ,σ’ όλο τον κόσμο, για να συλλέγουν πληροφορίες και γνώσεις, και να δημιουργούν δίκτυα «φίλων της Μ. Βρετανίας». Διάλεγαν τους «περιηγητές», μεταξύ των «ταλαντούχων» αριστοκρατών, των επιστημόνων από «τζάκι», και των στρατιωτικών. Κάποιοι από αυτούς αξιοποιούσαν την «αποστολή» για τη δική τους επιστημονική έρευνα. Άλλοι ,μετά από χρόνια τύπωναν βιβλία « ταξιδιωτικών εντυπώσεων».

Η βασική δουλειά πάντως των περιηγητών, ήταν η κατασκοπία και η συλλογή πληροφοριών. Τέτοιος περιηγητής ήταν και ο Μπάυρον, που μετά μετατάχθηκε στο τμήμα των «φιλελλήνων» πρακτόρων. Το αγγλικό «παράδειγμα» ,ανταγωνίστηκαν οι Γάλλοι , και με λιγότερη επιτυχία οι Ρώσοι και οι Αυστριακοί. Η Εταιρεία των Φίλων του Γενους στηρίχθηκε τόσο στους λιγοστούς δικούς της «απόστολους», όσο και στους προξενικούς πράκτορες που διόριζε ο Καποδίστριας. Είναι χαρακτηριστική η διασταύρωση στο Ιάσιο των δύο μηχανισμών, όπου ένας επαναστάτης απόστολος, ο Γαλάτης, στρατολόγησε , τον υπάλληλο του ρωσικού προξενείου, Λεβέντη.

Ήδη έχουμε επισημάνει ορισμένα από τα πρόσωπα του εσωτερικού επαναστατικού μηχανισμού. Ν. Γαλάτης, Αθ.Τσακάλωφ, Αριστείδης Παπάς, Γ.Σέκερης, Ν.Σκουφάς, Π.Αναγνωστόπουλος, Παπαφλέσσας, , Χρ.Περραιβός, Ι.Φαρμάκης, Αναγνωσταράς, Χρυσοσπάθης, Δημητρακόπουλος, Μόστρας, Δεστούνης, Παπαρηγόπουλος, Λεβέντης.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΧΑΤΖΑΡΑΣ

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

Η Οικογένεια των Ντελή Γιαννόπουλων ήσαν συνεταίροι των Τούρκων

Η οικογένεια των Ντελή Γιαννόπουλων ήταν «νέο τζάκι» στην Πελοπόννησο και απέκτησε δύναμη και ισχύ μετά τα Ορλωφικά, οπότε τοποθετήθηκε Κοτζαμπάσης της επαρχίας της Καρύταινας και μετά Προεστός ο Ιωάννης ( Γερογιάννης) Δελη -Γιάννης.

Η ομάδα των νέων «αριστοκρατών» της Πελοποννήσου διαμορφώθηκε γύρω από το Γερογιάννη (Δεληγιάννη),τον Παπα-αλέξη και τον Αναγνώστη Παπατσιώνη που γύρω στα 1780 κατάφεραν να διοριστούν επίτροποι στις έξι επαρχίες της Πελοποννήσου, ( Καρύταινα,Φανάρι ( Ολυμπία), Αρκαδία, Νεόκαστρο, Καλαμάτα, και Εμπλάκια) ,που ηταν «φέουδα» (μαλικιαινά) της κόρης του Σουλτάνου Μουσταφά ΙΙΙ και αδελφής του Σελίμ ΙΙΙ Μπειάν.

Οι επίτροποι μάζευαν και απέδιδαν τα έσοδα της Σουλτάνας, τα οποία δεν υπόκειντο σε φορολογία.

Οι Ντελή Γιαννόπουλοι προσκολλήθηκαν στον Αλή Πασά, και επί της ηγεμονίας του Βελή Πασά , ο Γερογιάννης ανήλθε στην κορυφή των προεστώτων ως Μώρα Αγιάννης μαζί με τον Σωτήριο Λόντο.

Ταυτόχρονα ο Γερογιάννης φρόντισε με τα «σωστά» προξενιά στους γιους του να ενισχύσει την οικογένεια. . Κυριότερος γάμος ήταν αυτός του Κανέλλου με την κόρη του Αναγνώστη Παπατσιώνη, Βεκίλη του Μωριά στην Κωντινούπολη το 1806-1808.

Η ρήξη των Δεληγιάννηδων με τον Βελή συνέβη μετά το 1810, για οικονομικούς λόγους.Όταν εκείνος υποχρεώθηκε να εκστρατεύσει στην Βουλγαρία, για να πολεμήσει στον Ρωσο-τουρκικό Πόλεμο, θέλησε να καλύψει τις δαπάνες του στρατού του με έκτακτη φορολογία της Πελοποννήσου.

Το ποσό ήταν υπερβολικό για τα μέτρα της τοπικής οικονομίας και έφτανε τα 7 εκατ. γρόσια. Τότε, κινητοποιήθηκαν ο Γερογιάννης (Δεληγιάννης) μαζί με τον προεστό της Τρίπολης και δραγουμάνο του Μωριά, Σωτήριο Κούγια μαζί με τους Βεκίληδες, και σε συμμαχία με τους Τούρκους αγάδες που κακοπερνούσαν υπό τον Βελή , για να επιτύχουν τον διορισμό ενός νέου Πασά ώστε να γλιτώσουν τη φορολογία.

Στην κίνηση αυτή δεν ήταν σύμφωνος ο Λόντος, ο οποίος ειδοποιήσει για τις ενέργειες αυτές τον Βελή, ο οποίος πέτυχε να εκδοθεί φιρμάνι για την επιστροφή του στην Πελοπόννησο, όπου έφθασε τον Μάρτιο του 1812. Η εκδίκηση του Βελή ήταν σκληρή. Ο σχεδόν ταυτόχρονος θάνατος του Παπατσιώνη και του Ασημάκη Πόλου, των οποίων η περιουσία δημεύθηκε, δείχνει την έκταση των αντιποίνων του γιου του Αλή. Πρός την οικογένεια του Γερογιάννη όμως έδειξε αρχικά επιείκεια γιατί προσπαθούσε να ανασυγκρότηση την προηγούμενη συμμαχία τους με τους Λόντους.

Τον Ιούνιο του 1812 όμως, φυλάκισε τον Γερογιάννη μαζί με τον πρωτότοκο υιό του Θεόδωρο,τον Κούγια και άλλους και ζήτησε από την Πύλη την άδεια να τους εκτελέσει ως ενόχους σοβαρών εγκλημάτων. Τους έσωσε  η παρέμβαση της αδελφής του Σελίμ Σουλτάνας, την οποία πέτυχαν οι Βεκίληδες, Θάνος Κανακάρης, Παπααλέξης και Αναγνώστης Δεληγιάννης.

Σε εκείνη την δύσκολη στιγμή, ο Κανέλλος έστειλε στην Ζάκυνθο υπό την προστασία της Στοάς του Ρώμα, τα γυναικόπαιδα της οικογένειας μαζί με αρκετά χρήματα.

Το διάταγμα για την μετάθεση του Βελή στα Τρίκαλα έφθασε στην Πελοπόννησο στις 6 Αυγούστου 1812. Ο νέος Πασάς, Ιτσιελή Αχμέτ, ακλούθησε τις συμβουλές των αγάδων που ήσαν εχθροί του Βελή αλλά και του Γερεογιάννη και το 1813 καρατόμησε τον Σωτήριο Λόντο, ως υπεύθυνο για τις ενέργειες του Βελή κατά των Τούρκων .

Οι αλλαγές, στην πολιτική σκηνή της Κωνσταντινούπολης, είχαν την αντανάκλαση τους στον «μικρόκοσμο» της Πελοποννήσου. Ο Ιτσιελή Αχμέτ Πασάς ανήκε στον κύκλο των ανθρώπων του Βεζύρη Χαλέντ Εφέντη, ο οποίος ανατράπηκε το 1815 από το κόμμα των «ισλαμιστών», και τον διαδέχθηκε
ο Ραούφ Μεχμέτ Πασάς. Αυτός έστειλε στην Πελοπόννησο τον Σεκίρ Αχμέτ Πασά .Η πτώση του Χαλέντ είχε σοβαρές επιπτώσεις στους Δεληγιανναίους.

Ο Γερογιάννης αποκεφαλίστηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1816 στο σπίτι του στα Λαγγάδια, η περιουσία του δεσμεύθηκε και επρόκειτο να δημευθεί , αλλά η παρέμβαση του Χαλέντ στον Σουλτάνο απέτρεψε την ολική καταστροφή της οικογένειας.

Ο Κανέλλος Δεληγιάννης μετά την εκτέλεση του πατέρα του, έφυγε κρυφά από την Πελοπόννησο και πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έφθασε στις 16 Μαΐου 1816. Ως Καταδιωκόμενος αλλά και λόγω της εκτέλεσης του πατέρα του, ήταν ιδανικός στόχος της Εταιρίας. Πότε ακριβώς μυήθηκε δεν το λέει. Είναι όμως απορίας άξιο, το γιατί δεν μύησε τον αδελφό του Αναγνώστη, που βρισκόταν επίσης στην Κωνσταντινούπολη, έτσι ώστε το 1818 αυτός, να αποπέμψει τον Ανάγνωσταρά.

Ο Κανέλλος Δεληγιάννης στα ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ του 1854 ανεφερε: «‘Εγώ, ώς είρηται , είρισκόμενος εν καί ήμισυ έτος εις τήν Κωνσταντινούπολιν καί λαβών σχέσεις μετά τού Πελοποννησίου Παναγιώτου Σιέκερη, καί δι’ αύτού μετά τού Κουμπάρη καί ‘Αλεξάνδρου Μαύρου έκατηχήθην παρά τού πρώτου στό μυστήριο της Εταιρίας έκείνης καί μ’ έδωκε τά εφοδιαστικά έγγραφα, τόν βαθμόν (άρχιερεύς). Έως εκείνην τήν έποχήν δέν υπήρχον άλλοι κατηχημένοι εις τήν Πελοπόννησον παρά μόνος ο Παναγιώτης Αρβάλης πρός τόν οποίον μέ έδωκε γράμματα να γνωρισθώμεν καί νά βάλωμεν εις ένέργειαν τόν προσηλυτισμόν. Φθάσας λοιπόν εις τήν Τριπολιτσάν κατά α τέλη τού 7βρίου 1817 έμβήκαμεν μετ’ αύτού εΙς πλήρη ένέργειαν καί κατά τά τέλη αύτού τού έτους έκατήχησα τοις γυναικαδέλφους μου Παπατσώνηδες , τόν έκ Δημητσάνης γαμβρόν μου Άθανάσιον Άντωνόπουλον, καί διάφορους άλλους συγγενείς μας. Ωστε δι’ ήμών καί διά πολλων άλλων υποκειμένων απεσταλμένων απο την εταιρίαν έκείνην, οιον τού ‘Ηλία Χρυσοσπάθη, τού ‘Αντωνίου Πελοπίαδα, Στεμνιτσιώτου, τού Εύμορφόπουλου, τού Γκούστη καί αλων, συστημένων πρός ήμας καί καί έγκριτωτέρων τής Πελοποννήσου καί μέχρι τών 1819 εγινεν ‚ένας άρκετός άριθμος εταιρων. Αλλ’ ό άκράτητος ένθουσιασμός τού ‘Ηλία Χρυσοσπάθη και του Αρβάλη κατήντησαν να κατηχηθούν και δευτέρας τάξεως άνθρωποι, οίτινες δεν ήδύναναντο να συντελέσουν εις τίποτε». Περί τό ετος 1818 παρουσιάσθη εις τήν Κωνσταντινουπολιν ό Αναγνωσταρας άπό τήν Πολιανήν πήγεν εις τό Μπεσίκτασι, όπου κατώκει ό ΙΙαπααλέξης. Έκει ευρέθησαν καί ό &αδελφός μου ‘Αναγνώστης Δεληγιάννης καί ό Μελέτης Μελετόπουλος. Ούτος εζήτησε παρ’ αύτών νά τους όμιλήση περί τινός μυστηρίου, αυτοί δε τόν ειπον οτι θέλει τόν άκούσουν. Τότε ήρχισε να τους λέγη περί τής Φιλικής ‘Εταιρίας καί τής ‘Αγνώστου ‘Αρχής. Νά άκούσουν αυτοί τοιαύτα έκ στόματος άνθρώπου τυχοδιώκτου καί ‘όλως άσημάντου, τούς κατεθορύβησε καί τόν άπήντησαν, οτι έργον έδικόν τους δεν είναι τό τοιουτον, προτρέψαντες καί αύτδν νά άπέχη τοϋ τοιούτου. ‘

Ο Φιλογενής Αμβρόσιος Φραντζής

Ο αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος Φραντζής, κατά κόσμον Ανδρόνικος, γεννήθηκε το 1771 στο χωριό Μεσορρούγι της επαρχίας Καλαβρύτων.
Σε μικρή ηλικία ασπάστηκε τον μοναχικό βίο ως καλογεροπαίδι στο Μέγα Σπήλαιο, και μορφώθηκε παρακολουθώντας τα μαθήματα της σχολής της Μονής. Όταν ο εξάδελφός του Γερμανός έγινε Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως, διορίστηκε Πρωτοσύγκελλος.
Τότε, το 1810, σε ηλικία 38 ετών μυήθηκε στην Εταιρεία των Φίλων του Γένους από τον Γ. Πογονόπουλο.
Αυτά που γράφουν ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στις 20 Φεβρουαρίου 1819 από τον εξάδελφό του Γερμανό Ζαφειρόπουλο, επίσκοπο της Ιεράς Μητρόπολης Χριστιανουπόλεως είναι μπούρδες.
Άλλωστε, αφού "τον μύησε" στην Ανύπαρκτη Φιλική ο Χριστιανουπόλεως το Φεβρουαρίο του 1819 , πως γίνεται και μύησε ο Αμβρόσιος Φραντζής τον Μεγαλοσπηλαιώτη Νεόφυτο Ρούβαλη στα 1814;
Στον Α. τόμο  της « Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος» στο τρίτο Κεφάλαιο στη σελ.79. ο Φρατζήες ανάφερε: «Το δε μυστήριον της Φιλικής Εταιρίας ( τω 1817 ) ενεπιστεύθη εις πολλά πολύ ολίγα υποκείμενα κατά την Πελοπόννησον από δε της εποχής αυτής και ύστερον διεδίδετο εις τε το εκκλησιαστικούς πολιτικούς της πρώτης τάξεως καθώς και εις την Μονήν του Μεγάλου Σπηλαίου μέχρι του 1818»

Επομένως ο ίδιος  διέδιδε το μυστικό το 1817 και το 1818 και οι Ρουφιάνοι της αγγλικης Στοάς τον εμφανίζουν ότι μυήθηκε το 1819.   

Ο Φρατζής τον Ιανουάριο του 1821, μαζί με τον επίσκοπο Γερμανό, πήγαν στην Συνέλευση του Αιγίου . Ήταν μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και το 1827 ήταν πληρεξούσιος της Αρκαδίας στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας.
Το 1833, με υποκίνηση των Άγγλων , συνελήφθη μαζί με τον Κολοκοτρώνη ως ρωσόφιλος και φυλακίστηκε στο Ναύπλιο.

Αργότερα , επί της βασιλείας Όθωνα, συνέγραψε την πεντάτομη Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, που διέψευσε τα παραμύθια της Στοάς και των Μινχάουζεν Φιλήμωνα –Ξάνθου και προκάλεσε τις διαμαρτυρίες των λωποδυτών της αγγλοκρατίας. Τ
ην ιστορία του Αμβρόσιου Φραντζή επαίνεσαν τόσο ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, όσο και ο βυζαντινής καταγωγής Ηλίας Τζαλαφατινός και ο Καλαβρυτινός Ιωάννης Σακελλαριάδης.
Ο Αμβρόσιος Φραντζής πέθανε πλήρης ημερών στην Αθήνα το 1851. 85 χρόνια μετά από το θάνατό του, το 1936, επί Ιωάννη Μεταξά, στήθηκε μνημείο με την προτομή του στη Κάτω Κυπαρισσία.

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Η δολοφονία του Τσάρου Παυλου Α που άλλαξε τον κόσμο

 του Σπύρου Χατζάρα

Το Λονδίνο και η Στοά της Αγίας Πετρούπολης δολοφόνησαν στις 11/12 Μαρτίου 1801 με το παλιό ημερολόγιο στο ανάκτορο του Αγίου Μιχαήλ, τον αυτοκράτορα της Ρωσίας Παύλο Α γιατί δεν είχαν άλλο τρόπο από το να τον εμποδίσουν να καταστρέψει την Αγγλία. Η διαφορά για τον αν τον δολοφόνησαν στις 11/23 ή στις 12/24 Μαρτίου πηγάζει από το αν ήταν μετά ή πριν τα μεσάνυχτα.

Η εκτέλεση του Τσάρου Παύλου αποφασίστηκε στο Λονδίνο και η εντολή μεταφέρθηκε στoυς Μασόνους της Αγίας Πετρούπολης, που λειτουργούσαν «παράνομα» αφού ο Τσάρος Παύλος, είχε διατάξει το κλείσιμο των Στοών, να και ο ίδιος ήταν μασόνος, αλλά της Πρωσικής Στοάς, και Μέγας δάσκαλος του Τάγματος της Μάλτας. Η θυγατέρα της Στοάς του Λονδίνου, Στοά της Αγίας Πετρούπολης είχε εξαπλωθεί στους νεαρούς αριστοκράτες, από το 1741, όταν διορίστηκε από το Λονδίνο σεβάσμιος ο σκωτσέζος στρατηγός Τζέιμς Κέιθ, που είχε προσληφθεί στο ρωσικό στρατό. Αυτός ξεκίνησε την στρατολόγηση στην αγγλική Στοά της Αγίας Πετρούπολης των νεαρών αξιωματικών.

Η κρίση στις σχέσεις του Λονδίνου μα τον Παύλο, ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1800, όταν οι Βρετανοί κατάσχεσαν ένα πλοίο των Δανών, γιατί μετέφερε φορτίο γαλλικού συμφέροντος. Ο Παύλος, διέταξε τότε τη σύλληψη όλων των αγγλικών πλοίων και πρότεινε στις βόρειες δυνάμεις, Πρωσία, Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, να ανανεώσουν τη συμφωνία «Ένοπλης ουδετερότητας» του 1780, η οποία είχε αντιμετωπίσει με επιτυχία κατά τη διάρκεια του αμερικανικού πολέμου τις προσπάθειες της Βρετανίας να κάνει νηοψίες στα πλοία των ουδέτερων και να κατάσχει το φορτίο τους. Πριν προλάβει να επιλυθεί αυτή η κρίση, ο Νέλσον κατέλαβε τη Μάλτα στις 5 Σεπτεμβρίου, και ο Παύλος, που φιλοξενούσε στη Ρωσία το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννου και ήταν πλέον ο Μεγάλος του Μάγιστρος, ζήτησε από τους «αδελφούς» την επιστροφή της Μάλτας στο Τάγμα Αγίου Ιωάννη, και ως εκ τούτου στον ίδιο.
Οι Άγγλοι αρνήθηκαν, και ο Παύλος έγινε έξω φρενών, και θεώρησε την άρνηση ως προσωπική προσβολή. Σε απάντηση, αποχώρησε από την αντιγαλλική συμμαχία και άρχισε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Ναπολέοντα.

Στις 22 Νοεμβρίου/4 Δεκεμβρίου 1800 , ο Παύλος διέταξε την κατάσχεση όλων των βρετανικών πλοίων σε όλα τα ρωσικά λιμάνια , υπήρχαν περίπου 300, και φυλάκισε τα πληρώματα. Διέταξε το πάγωμα της εξόφλησης όλων των Άγγλων έμπορων, τους οποίους έθεσε σε περιορισμό, και απαγόρευσε την πώληση βρετανικών προϊόντων στην αυτοκρατορία. Εκτός τούτου απαγόρευσε την εξαγωγή σταριού στην Αγγλία. Στην απαγόρευση συμφώνησαν και οι άλλοι βόρειοι και έκλεισε η βαλτική για ο αγγλικό εμπόριο.
Οι διπλωματικές σχέσεις της Ρωσία με την Αγγλία διακόπηκαν και αποχώρησε ο άγγλος πρέσβης.
Καθώς η Γαλλία είχε ήδη κλείσει όλα τα λιμάνια της Δυτικής Ευρώπης και της Ιταλίας στο βρετανικό εμπόριο, η Βρετανία, που βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές (ειδικά στα σιτηρά), απειλήθηκε σοβαρά. Ακριβώς τότε το 1800-1801, οι Σπενσεριστές, οργάνωσαν στο Λονδίνο, τις ταραχές των πεινασμένων, που ζητούσαν ψωμί.
Το πιο σημαντικό όμως ήταν, ότι το Λονδίνο πληροφορήθηκε από τους πράκτορες του στο Παρίσι , ότι ο Ναπολέων πρότεινε στον Παύλο μια κοινή εκστρατεία, στις Ινδίες.

Το σχέδιο του Ναπολέοντα της κοινής επίθεση στην Ινδία το μετέφερε στην αγία Πετρούπολη ο έμπιστος του Ναπολέοντα Gérard Christophe Michel Duroc.
Το σχέδιο προέβλεπε μια δύναμη 70.000 ανδρών. 35.000 Γάλλους και 35.000 Ρώσους. Ο Παύλος επέμενε ότι η διοίκηση του γαλλικού σώματος έπρεπε να ανατεθεί στον στρατηγό Μασενά. Ο γαλλικός στρατός θα έφτανε από τον Δούναβη στην Μαύρη Θάλασσα και θα συνέχιζε για Ταγκανρόγκ, το Τσαρίτσινο και το Αστραχάν. Η συνάντηση με τον ρωσικό στρατό θα γινόταν στις εκβολές του Βόλγα. Και στη συνέχεια, θα διέσχιζαν την Κασπία Θάλασσα και θα αποβιβάζονταν στο περσικό λιμάνι της Ασχαμπάντ.

Η κίνηση ως εκεί υπολογιζόταν σε ογδόντα-ενενηντα ημέρες και τις επόμενες πενήντα-εξήντα ημέρες θα περνούσαν μέσω της Κανταχάρ και της Χεράτ, και τον Σεπτέμβριο θα έφταναν στην Ινδία, την οπιά οι βρετανοί δεν είχαν τις δυνάμεις να υπερασπίζουν.

Όταν το έμαθαν αυτό στο Λονδίνο έδωσαν την εντολή της δολοφονίας.
Ο επικεφαλής της ομάδας των δολοφόνων ήταν Εσθονός μασόνος, Πέτερ Λουδοβίκος φον Πάλεν, που ήταν ο στρατιωτικός διοικητής της Αγίας Πετρούπολης και δεξί του χέρι ο μισό-Ισπανός, μισό-ναπολιτάνος τυχοδιώκτης ναύαρχος, με Ιρλανδή μητέρα Χοσέ Ρίμπας, που είχε διακριθεί στην κατάληψη του Ισμαηλίου το 1790.
Ο Ρίμπας , όμως είχε ασθενήσει με υψηλό πυρετό και για αυτό τον δηλητηρίασε , στις 14/26 Δεκεμβρίου ο φον Πάλεν , φοβούμενος ότι ο Ρίμπας λόγω του πυρετού μπορούσε να αποκάλυπτε τη συνομωσία.

Έτσι η εκτέλεση πήγε λίγο πίσω. Στις 17 Φεβρουαρίου 1798, ο Παύλος διόρισε Αταμάνο του Κοζάκικου Ιππικού στον Δον τον Βσίλι Πέτροβιτς Ορλώφ , με την εντολή να συγκροτήσει 22 Συντάγματα. Στις 12 Ιανουαρίου 1801 ο Ορλώφ διατάχθηκε από τον Παύλο να συγκεντρώσει όλες τις μονάδες του Στρατού και να μετεγκατασταθεί στο Όρενμπουργκ και να περιμένει περαιτέρω εντολές.

Ένα άλλο Ουκάζιο της ίδιας ημερομηνίας, εξηγούσε ότι ο σκοπός της εκστρατείας ήταν οι Ινδίες. Στις 28 Φεβρουαρίου , 22500 άνδρες κινήθηκαν προς το Όρενμπουργκ. Την επομένη 1η Μαρτίου έφτασε στον Ορλώφ η διαταγή για έναρξη της πορείας προς την Περσία.

Οι Κοζάκοι είχαν φτάσει στο χωριό Μετσετνάγια στη σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ κοντά στα σύνορα με τη σημερινή Ρωσία όταν τους βρήκε το διάταγμα της ανάκλησης που υπέγραφε ο Αλέξανδρος. Το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου μπήκαν στο Ανάκτορο του Αγίου Μιχαήλ ο φον Πάλεν, οι αδελφοί Πλάτων και Νικολάι Ζούμποφ, ο Νικήτα Πέτροβιτς Πάνιν. ο Μισθοφόρος από το Ανόβερο Λέβιν Άουγκουστ φον Μπένιγκσεν , ένας Γεωργιανός ονόματι Γιασβίλ, ενας Ταταρίνωφ , ένας Αργκαμάκωφ, ένας Σκαρυάτιν, και ίσως κάνα δυο ακόμα. Έσερναν μαζί τους και τον Αλέξανδρο. Στο υπνοδωμάτιο του Πάυλου μπήκαν ο φον Πάλεν , ο Νικολάι Ζούμποφ, και ο φον Μπένιγκσεν. Ο Νικολάι Ζούμποφ, ήταν ο αδελφός του Πλάτωνα του τελευταίου ευνοούμενου της Αικατερίνας.

Ο Νικολάι Ζούμποφ ανακοίνωσε στον 23χρονο Αλέξανδρο το θάνατο του πατέρα του, και του είπε: «Ωρα να μεγαλώσεις μικρέ και να κυβερνησεις». Οι δολοφόνοι δεν τιμωρήθηκαν από τον Αλέξανδρο. Ο φον Μπένιγκσεν ήταν ο διοικητής του ρωσικού στρατού στις μάχες τους Ευλάου και της Φρίλαντ.
Ο γιατρός της αυλής Τζέμις Βίλι ανακοίνωσε ότι η αιτία θανάτου ήταν η αποπληξία. Ο Αλέξανδρος όμηρος των δολοφόνων και των ¨Άγγλων ζήτησε στις 23 Μαρτίου διαπραγματεύσεις με τους Άγγλους.

Μετά ο Νέλσον επιτέθηκε στην Κοπεγχάγη. Τον Απρίλιο έφτασε στην Αγία Πετρούπολη ο νέος Άγγλος πρέσβης. Και τον Μάιο έφθασε και ο Νέλσων.

Αυτός ο Αυτοκράτορας που υπηρέτησε τους δολοφόνους του πατέρα του, πρόδωσε την ελληνική υπόθεση.  

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

Οι προξενικοί πράκτορες της Εταιρείας της Ανατολής

Οι κατά τόπους υποπρόξενοι Αγγλίας, που είχαν διορισθεί από την Εταιρείας της Ανατολής Εταιρίας, και οι οποίοι ανέφεραν στον πρόξενο της Σμύρνης και στον Μέιτλαντ στα Επτάνησα, ήσαν αρκετοί.
Ο Αλέξανδρος Λογοθέτης από την Αθήνα, που συνεργαζόταν με τους απογόνους του τέως υποπροξένου Προκόπιου Μακρή, του οποίου ο αδελφός Κωνσταντίνος δούλευε για την εταιρία στην Αλεξάνδρεια.
Ο John Cartwright στην Πάτρα, οι πολύ πλούσιοι Εβραίοι έμποροι Strani ή Strané, που εμφανίζονταν με το όνομα Στρανής στη Ζάκυνθο και την Πάτρα, και έκαναν εξαγωγή σφουγγαριών , ελαιόλαδου, κορινθιακής σταφίδας και ξυλείας , και εισαγωγή αγγλικών υφασμάτων τα πυροβόλων όπλων, μαχαιροπήρουνων.
Ο επίσης Εβραίος «Αναστάσης» Πασκουαλίγκος, (Pasqualigo), που το 1825 αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της Ανατολικής Εταιρίας στην Τρίπολη.
Οι ολλανδικής καταγωγής Sargint, που είχαν εξαπλωθεί από την Ζάκυνθο, στην Κεφαλονιά, την Ιθάκη, την Κέρκυρα.
Ο Ιγνάτιος Τζιοβάνι Χατζηγιανούλης, (Ignazio Giovanni Hadgi Yanuli), ο  Παύλος Αντωνίου Χρυσομάλλης, με τον Giovanni Giudici στο Μεσολόγγιι.
Ο Αντώνιος Μιχελής από τη Μήλο, του οποίο ο ανιψιός Πέτρος, ήταν ο πλοηγός του Κόρδιγκτον στο Ναυαρίνο, όπου και σκοτώθηκε, και οι Βιτάληδες στη Σίφνο. 

Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

11/23 Μαρτίου του 1822. Η τυχοδιωκτική κατάληψη της Χίου από τους Καρμανιόλους της Σάμου

Το Σάββατο 11/23 Μαρτίου του 1822 ο Αρχηγός της επανάστασης στη Σάμο , Λυκούργος Λογοθέτης, αποβιβάστηκε στη Χίο με το Χιώτη Μπουρνιά και με 2500-4500 άνδρες (ο σαμιώτικος στόλος ήταν 8 μπρίκια και 30 βοηθητικά πλοία).

Η απόβαση του Λογοθέτη έγινε ταυτόχρονα στον κόλπο της Αγίας Ελένης και στην Αγκάλη. Όσοι Χιώτες «καραμνιόλοι» είχαν ειδοποιηθεί έσπευσαν να ενωθούν με τους άνδρες του Λογοθέτη.
Ο διοικητής της Χίου Βαχήτ Πασάς έστειλε δύο τμήματα στρατού , ένα για να εμποδίσουν την απόβαση και ένα άλλο στον Κάμπο, για να πλευροκοπήσει την αποβατική δύναμη του Λογοθέτη.
Οι μάχες έγειραν προς την πλευρά των Ελλήνων. Οι Τούρκοι κλείστηκαν στο Κάστρο. Στόχος της επιχείρησης ήταν τα έσοδα της μαστίχας.
Η κατάληψη της Χίου έγινε δεκτή από τους περισσότερους Χιώτες με αίσθημα φόβου και πολλοί πλούσιοι Χιώτες δραπέτευσαν από το νησί προς την Τουρκία, φοβούμενοι τους «Καραμνιόλους».
Μόλις οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη πληροφορήθηκαν την κατάληψη της Χίου, έστειλαν τον Τουρκικό στόλο με τον ναύαρχο τον Καρά Αλή, για να την ανακαταλάβη.
Στις 30 Μαρτίου/11 Απριλίου 1822 ο Τουρκικός στόλος με 46 πλοία και 7000 στρατιώτες προσέγγισε στο βόρειο τμήμα του νησιού.